.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ο αγιασμός της ψυχής



Ταλαίπωρη ψυχή, γνώρισε τήν υπόστασί σου, πόσο ευγενικά δημιουργήθηκες από τον Θεό! Κατάλαβέ το ότι είσαι αθάνατη, ότι δέν θα πεθάνης ποτέ, ότι έχειςτό προνόμιον τής αθανασίας. Δέν είσαι σάν το σώμα που κάποια μέρα θα πεθάνη, θα φθαρή και θα γίνη σκωλήκων τροφή, τής φθοράς και τής δυσωδίας.Βέβαια κι αυτό θα αναστηθή κατά τήν Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, αλλά άντό σώμα δέν έχη δεχθή τήν Χάρι του Θεού από τήν ζωή αυτή, η ανάστασίς του θάείναι κολαστική.
Ψυχή, είσαι κάτι ουράνιο, κάτι πάρα πολύ ωραίο, ευγενικό• έχεις δημιουργηθήκατά ιδιαίτερον τρόπον από τόν Θεό. Θα αφήσης τον κόσμο και θα απέλθης προς Αυτόν, όπως και ο Χριστός λέγει: «Ελήλυθα εις τόν κόσμον και πάλιν αφίημιτόν κόσμον και πορεύομαι πρός τόν Πατέρα» (Ιω. Ιστ : 28). Η πατρίδα σου δεν είναι εδώ κάτω• η πατρίδα σου, ψυχή, είναι στον ουρανό, γιατί είσαι άφθαρτη• και εκείνα, που υπάρχουν εκεί, δεν αλλοιώνονται, δεν χάνουν την πολυτέλειά τους, την ομορφιά τους, το κάλλος, την ευωδία, την θεία χάρι.
Σ αυτήν την πατρίδα κατοικούν Άγγελοι και Άγιοι και ο,τι ουράνιο και πολυτελέστερο έχει ο Θεός. Τα έχει όλα καλοτοποθετήσει εκεί, όπως και εδώ όλα έχουν τα κάλλη τους• ο ήλιος, το φεγγάρι, τα άστρα, οι εποχές, τα ζώα της θαλάσσης και της γης, τα πτηνά, ο άνθρωπος και τόσα άλλα, όλα έχουν την ομορφιά τους και την σοφή τοποθέτησι από τον Θεό. Όλα μαζί συνθέτουν μία αρμονία και έχουν τέτοια τάξι, που δίνει πολλή ευχαρίστησι και χαρά στον άνθρπωπο που τα απολαμβάνει. Ιδιαίτερα την άνοιξι, όταν βγη κανείς προς τα έξω και δη το πράσινο, τα λουλούδια, τα ωραία του Θεού, μπορεί να φαντασθή πόσο ωραία θα είναι τα άφθαρτα, τα αιώνια, τα ατελεύτητα, τα αναλλοίωτα της Βασιλείας των Ουρανών.
Αυτής της άνω πατρίδος, της άνω Βασιλείας θα γίνη πολίτης, θα γίνη κληρονόμος ο άνθρωπος – ψυχή τε και σώματι – με την ευγένεια που είναι προικισμένος, όταν εδώ κάτω θα έχη τακτοποιηθή με τον Θεόν. Τότε θα έχη όλο το δικαίωμα να κερδίση την αιώνια ζωή.
«Επιλαβού τής αιωνίου ζωής», είπε ο Απόστολος Παύλος (Α Τιμ. Στ : 12) προς τον Τιμόθεον, δηλαδή κράτα καλά την αιώνια ζωή, για να μη την χάσης.
Πως όμως κρατάει κανείς την αιώνια ζωή; Όταν συνεχώς την μελετά, την δουλεύει στο μυαλό του και στην καρδιά του γεννάται η επιθυμία της. Η επιθυμία της γίνεται βοήθεια, για να προσέχη την ζωή του εδώ κάτω, ώστε να κερδίση τα άνω. Όταν κανείς προσέχη την υγεία του, παίρνει όλα τα μέτρα να μη την χάση. Κι όταν θέλη να κερδίση κάτι, καταβάλλει κάθε καλή προσπάθεια και αγώνα από την επιθυμία της κατακτήσεώς του. Έτσι λοιπόν κι εμείς, όταν σκεπτόμαστε την άλλη ζωή και την πιστεύουμε απόλυτα, οπωσδήποτε έχουμε διάθεσι για αγώνα της κατακτήσεώς της.
Ένα τροπάριο λέγει: «Πρόσεξε να μη σε τραβήξουν τα γήινα και φθαρτά, καίπροσηλωθής σ αὐτά και χάσης τα αιώνια». Το μικρότερο (το σώμα) να μη κερδίση το ευγενέστερο, το μεγαλύτερο (την ψυχή), αλλά η ψυχή να κερδίση και το σώμα. Πως το κερδίζει η ψυχή το σώμα; Όταν αγωνίζεται κανείς να καθαρίση τον έσω άνθρωπο, κερδίζει και το σώμα, γιατί κι αυτό με τον αγώνα της ψυχής αγνίζεται, γίνεται καθαρότερο.
Αν η καρδιά του ανθρώπου είναι καθαρή, και τα λόγια του θα είναι σεμνά και οι διάφορες κινήσεις και όλα τα αισθητήρια του σώματος θα λειτουργούν κατά την καθαρότητα και αγνότητα της καρδιάς. Εάν αυτή δεν είναι εντάξει, όλα τα αισθητήρια θα παράγουν υλικό αμαρτωλό, πράγμα το οποίον θα μας εμποδίση στην σωτηρία. Γι αὐτό λέγει ο Χριστός: «Κοίταξε, άνθρωπε, να καθαρίσης τόέσωθεν του ποτηρίου σου, διότι όταν το καθαρίσης, και το έξωθεν θα είναικαθαρό• άν το μέσα το αφήσης ακάθαρτο και το εξωτερικό θα είναιβρώμικο». Έτσι και το σώμα μαζί με την ψυχή, όταν καθαρθή, θα τύχη της αφθάρτου αναστάσεως εν τη Δευτέρα Παρουσία.
Όταν η φωνή του Υιού και Λόγου του Θεού θα δώση το σύνθημα για την ανάστασι των νεκρών και θα σαλπίσουν οι σάλπιγγες των αγγέλων, θα αναστηθούν οι νεκροί από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντος και η γη και η θάλασσα θα αποδώσουν τους νεκρούς και οι ψυχές θα βρουν πάλι τα σώματά τους, όχι φθαρτά και υλικά, αλλά αφθαρτισμένα πλέον, όπως ακριβώς το σώμα του Χριστού μετά την Ανάστασι.
Η Ανάστασις του Χριστού είναι προμήνυμα και προάγγελος του ότι και οι άνθρωποι θα αναστηθούν κατά την Δευτέρα Παρουσία, όχι όμως, όπως σπείρονται εδώ κάτω στον τάφο, αλλά «εν αφθαρσία και πνευματικότητι». Και οι νεφέλες θα αρπάξουν όσους είναι για σωτηρία και θα τους σηκώσουν προς συνάντησιν του κατερχομένου Κριτού ζώντων και νεκρών. «Έπειτα ημείς οιζώντες αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα, καίούτω πάντοτε σύν Κυρίω εσόμεθα» (Α Θεσ. Δ : 17).
Στην προσευχή μας να ζητούμε από τον Θεό να μας δώση την σωστή φώτισι, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, να γνωρίσουμε «τήν θείαν ευγένειαν», όπως γράφει και ο ψαλμωδός και να σκεπτώμεθα: «Ώστε είμαι ουράνιο πράγμα; Έχω τόσησχέσι με τόν Θεό;»
Και βέβαια• διότι «κατ εἰκόνα και καθ ὁμοίωσιν» του Θεού επλάσθημεν. «Κατ εἰκόνα» δια το νοερόν και «καθ ὁμοίωσιν», δια το «εξομοιωθήναι τω Θεώ»κατά το δυνατόν δια της αρετής. Ο Θεός έχει τις αρετές από φύσεως, ενώ εμείς τις αποκτούμε, όταν αγωνιζώμεθα με την βοήθεια και την χάρι του Θεού. Εμείς τις έχουμε κατά ευλογίαν Θεού, διότι εμείς είμεθα δημιουργημένοι «εν χρόνώ», ενώ ο Θεός είναι άχρονος. Να προσπαθήσουμε, λοιπόν, να αξιοποιήσουμε αυτήν την«θείαν ευγένειαν», την θεία καταγωγή μας και αυτήν την ψυχή μας την τόσο από Θεού χαριτωμένη και ευλογημένη να την φορτώσουμε, όσο μπορούμε με αρετές. Να την θρέψουμε, να την ποτίσουμε, να την ενδύσουμε, να την καλλωπίσουμε, ώστε στα μάτια του Θεού η ψυχή μας να είναι όμορφη.
Η προσευχή, η υμνολογία, ο εκκλησιασμός, οι μετάνοιες, κυρίως η ιερά εξομολόγησις και η Θεία Κοινωνία, η βοήθεια προς τους άλλους με κάθε τρόπο και ιδιαίτερα με έργα αγάπης, που θα ξεκινούν από την καρδιά και όχι από υπερηφάνεια και εγωϊσμό, είναι αγαθές πράξεις που βοηθούν στον καλλωπισμό της ψυχής.
Σε όλα όμως να έχουμε το ταπεινό φρόνημα ότι ο,τι κάναμε, το κάναμε, διότι μας το έδωσε ο Θεός. «Τι δε έχεις ο ουκ έλαβες; ει δε και έλαβες, τι καυχάσαι ως μήλαβώνς;» (Α Κορ. δ : 7). Ο,τι έχουμε, το έχουμε από τον Θεό.
Σου είπε ο λογισμός ότι με το χέρι σου βοήθησες; Ε, ωραία, το χέρι δεν σου το έδωσε ο Θεός;
Με το στόμα είπες καλό λόγο; Έσωσες κάποιον άνθρωπο με την καλή συμβουλή; Μη καυχάσαι. Και τον λόγο και το στόμα σου τα έδωσε ο Θεός.
Με τα πόδια έτρεξες και εξυπηρέτησες; Και τούτο του Θεού είναι.
Με την καρδιά σου, με την εσωτερική σου φωνή και τον ενδιάθετο λόγο υμνολόγησες τον Θεό, η σκέφθηκες αγαθό για τον Θεό και για τον πλησίον; Η καρδιά και ο λόγος του Θεού είναι.
Μήπως εσύ που γεννήθηκες το ήθελες; Ο Θεός σε έφερε στο «είναι». Αφού όλα είναι δώρα του Θεού και τον Θεό πρέπει να δουλεύουν, τότε εσύ τι προσφέρεις στον Θεό;
Γι αὐτό είπε και στους μαθητάς του ο Χριστός ότι• «και άν όλα τα διατεταγμένατού νόμου κάνετε, να γνωρίζετε ότι είσθε απλοί και τιποτένιοι (αχρείοι) δούλοιμου (Λουκ. Ιζ : 10). Σάς έδωσα και δίνετε. Άν δέν σάς έδινα, δέν θα είχατε νάδώσετε. Το αγαθό δέν το κρύψατε, αλλά το μεταδώσατε, τόπολλαπλασιάσατε».Εκείνο επομένως που αμείβεται είναι η καλή προαίρεσι, όπως και με τα τάλαντα.
Στον ένα έδωσε ένα, στον άλλον δύο, στον άλλον πέντε. Απαιτούσε και από τους τρεις τον διπλασιασμό• ο ένας να τα κάνη δέκα, ο δεύτερος τέσσερα και ο τρίτος δύο. Οι δύο βέβαια τα διπλασίασαν, ενώ ο ένας το έκρυψε και είπε: «Ο κύριός μου είναι σκληρός και καλύτερα να το κρύψω και όταν θα έλθη, να του το δώσω». Εκείνος κατακρίθηκε σαν τεμπέλης και οκνηρός, διότι το έθαψε, ενώ οι άλλοι δύο δούλεψαν τα τάλαντα και βρήκαν την ευλογία του Θεού.
Έτσι κι εμείς• ο,τι τάλαντο μας έδωσε ο Θεός να το πολλαπλασιάσουμε.
Μας έδωσε τον λόγο; Να πούμε δυό λόγια παρηγορητικά.
Μας έδωσε μια δύναμι σωματική; Να εξυπηρετήσουμε έναν άνθρωπο, που είναι αδύναμος.
Σε άλλον έδωσε κάποιο άλλο χάρισμα• να επισκέπτεται τους ασθενείς, να εξυπηρετή, και έτσι να δουλέψη.
Σε άλλον έδωσε την κλήσι να δουλέψη μέσα στο γάμο• να βοηθήση τον άνδρα η την γυναίκα και τα παιδιά.
Σε άλλον έδωσε την κλήσι να γίνη μοναχός και να Τον δουλέψη με την άσκησι.
Σε άλλον έδωσε κάποια οικονομική άνεσι, για να βοηθήση και άλλους οικονομικά. Να μεταχειρισθή τον πλούτο μόνο για τα αναγκαία και να μη κολλήση η καρδιά του σ αὐτόν. Να οικονομηθή αυτός και να οικονομήση και τον άλλον, που είναι αδύνατος, από την ευλογία που έδωσε ο Θεός.
Στον καθένα έδωσε κάποιο χάρισμα, κάποια κλήσι και καλείται ο άνθρωπος να υπηρετήση το « -θείον», για να φανή ευγνώμων δια της πράξεως. Δι αὐτῆς της ευγνωμοσύνης προς τον Θεό σώζεται από την αγαθότητα του Θεού. Ο Θεός την δέχεται σαν δούλεψι προς Αυτόν κι έρχεται και ανταποκρίνεται με τις δωρεές, που χαρίζει και την κατ ἐξοχήν δωρεά της Βασιλείας Του και της Άνω Πατρίδος.
Εκείνο που έχει σημασία είναι να φωτισθούμε, να μη μας πλανέψη ο κόσμος, να μη μας τραβήξουν τα γήινα πράγματα και προσκολληθούμε σ αὐτά, να μη μας βαρύνουν τα πράγματα του παρόντος αιώνος και της παρούσης ζωής, αλλά να αγκιστρωθούμε στα επάνω, στην Βασιλεία του Θεού.
Ο άνθρωπος εδώ κάτω στην γη, είτε από ασθένεια είτε από το γήρας, από το πολυχρόνιον της ζωής αλλοιώνεται. Γεννιέται μικρό βρέφος, μετά γίνεται παιδί, έφηβος, μεγαλώνει και τελικά καταλήγει στον Θεό. Αυτές οι αλλαγές της ηλικίας αλλοιώνουν γενικά τον άνθρωπο και καταλήγει να ωριμάση πέρα για πέρα και να πέση σαν το σύκο.
Όπως αλλοιώνεται όμως σωματικά, έτσι αλλοιώνεται και ψυχικά. Αν μεν πλησιάζη τον Θεό, δέχεται τα από Θεού. Ψηλαφούμε ένα σώμα και λέμε ότι είναι ζεστό, είναι κρύο• ένα ρούχο ότι είναι μαλακό η ένα έπιπλο ότι είναι σκληρό. Μόλις το ακουμπήσουμε, νοιώθουμε τις ιδιότητες αυτού του πράγματος. Έτσι και ψυχικά, όταν εγγίζουμε τον Θεό σωστά, νοιώθουμε, γευόμαστε τις ενέργειες του Θεού. Όταν προσευχώμαστε, νοιώθουμε φερ εἰπεῖν την αγάπη του Θεού, την χαρά του Θεού, την ειρήνη του Θεού, την σοφία του Θεού, το εύσπλαχνον του Θεού• έτσι γινόμαστε κι εμείς εύσπλαχνοι, φωτισμένοι, γινόμαστε κι εμείς εν αγάπη και αγιαζόμεθα. Όπως ο Θεός είναι αγνός, αγνός γίνεται και ο άνθρωπος, γιατί παίρνει την δύναμι αυτή από τον Θεό και αγνίζει τον εαυτό του. Έτσι καλλωπίζεται σιγά – σιγά η ψυχή του μπροστά στα μάτια του Θεού.
Όταν όμως ψυχικά ο άνθρωπος πέση στην αμαρτία και κυλισθή στον βούρκο της αμαρτίας, η ψυχή του γίνεται δύσμορφη, λερώνεται, αποδίδει δυσοσμία άσχημη και οι άγγελοι φεύγουν από κοντά του, γιατί δεν μπορούν να ανεχθούν την δυσωδία της.
Τέλος και τω Θεώ δόξα!

Εφραίμ Φιλοθείτης


Προσοχή στα οράματα του Οικουμενισμού!


Επιστολή του αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
στον συνταξιούχο Π.Ν. για ένα όραμα

Είχατε ένα ασυνήθιστο όραμα στην Εκκλησία κατά τη διάρκεια της προσευχής. Είδατε πως ο Χριστός βγήκε απ' το ιερό και στάθηκε. Ύστερα βγήκε κάποιος σαν Εβραίος ραβίνος, και στάθηκε εξ αριστερών του Χριστού. Τελικά βγήκε πάλι κάποιος με τη μαντήλα στο κεφάλι, και στάθηκε εκ δεξιών του Χριστού. Τότε και οι δυο τους από τις πλευρές έδωσαν τα χέρια στον Χριστό και έκαναν χειραψία μαζί Του. Τέτοιο όραμα είχατε. Ενώ σαν ερμηνεία του δήθεν ερμηνευτή ανακοινώνετε το εξής: ο Θεός θέλει να συμφιλιωθούν όλες οι θρησκείες και να δημιουργηθεί μία πίστη στον κόσμο!
Ο καθένας που είναι μυημένος στα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού μπορεί να σάς πεί ότι και το όραμα είναι ψευδές και η ερμηνεία είναι ψευδής. Το φάντασμα που είδατε μπροστά σας δεν είναι από τον Θεό ...αλλά από εκείνον που πάντα σηκώνει τα κέρατά του εναντίον της πίστης του Χριστού. 
Το Πάτερ ημών τελειώνει με την προσευχή στον Θεό να μας απαλλάξει από αυτόν, «αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού». Άνθρωπε του Θεού, ποιος μπορεί να κάνει χειραψία με τον Χριστό; Ποιος μπορεί να σταθεί δίπλα στον Θεό; Μά δεν έχει πεί ο Χριστός στους Εβραίους: «Ιδού αφίεται υμίν ο οίκος ημών έρημος» (Ματθ. 23, 38; Η προφητεία εκπληρώθηκε. Οι Εβραίοι δεν έχουν ούτε θυσίες ούτε ιερωσύνη. Και τα δύο πέρασαν στους βαπτισμένους εκείνη τη στιγμή, όταν το καταπέτασμα του ναού σκίστηκε «από άνωθεν έως κάτω». Ούτε οι μουσουλμάνοι έχουν θυσίες η ιερωσύνη. Μήπως δεν έχει πεί στους Εβραίους ο Εβραίος Παύλος, απόστολος του Θεού: «Τέλος γαρ νόμου Χριστός » (Ρωμ. 10,4); Και ακόμα : «Αναιρεί (ο Χριστός) το πρώτον ίνα το δεύτερον στήση» (Εβρ. 10,9); Πως, λοιπόν, εκείνο που έχει ερημώσει, που είναι τετελεσμένο, που είναι πεταμένο και έχει αντικατασταθεί με άλλο, καινούργιο, μπορεί να εξισώνεται, και να κάνει χειραψία με τη ζωντανή πίστη του Χριστού; Αλλά και ο ίδιος ο Μωάμεθ, παρόλο που δεν υποφέρει τους χριστιανούς, αναγνωρίζει και βάζει στο Κοράνι, ότι ο Ιησούς, υιος της Μαρίας θα κρίνει τον κόσμο, αναλόγως του ιδίου του Μωάμεθ. Τι εξίσωση και ισοπέδωση τότε!


Από που τέτοιο όραμα, ρωτάτε. Από εκείνον που βάζει σε πειρασμούς. Επιθεωρήστε τη ζωή σας και θα καταλάβετε. Στις μέρες μας πολύ ακούγεται -από τους ολιγόπιστους, βέβαια- περί της συμφιλίωσης και εξίσωσης όλων των θρησκειών. Και εσείς παραδοθήκατε σε τούτες τις σκέψεις και τις επιθυμίες. Σάς δόθηκε, το δικό σας υποκειμενικό όραμα να το δείτε σαν να είναι αντικειμενικό. Κι εσείς το χαίρεστε, σαν έλεος του Θεού. Εγώ δεν θα έλεγα ότι τούτο είναι έλεος, πιθανότερα είναι η προειδοποίηση. Μπερδέψατε τις έννοιες. Άλλο πράγμα είναι η κοινωνική και πολιτική ειρήνη και άλλο η συμφιλίωση των θρησκειών. Και άλλο πράγμα είναι η εξίσωση στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των πολιτών και άλλο η ισοπέδωση των θρησκειών. 
Στους χριστιανούς έχει αυστηρά διαταχθεί η ελεημοσύνη προς όλους τους ανθρώπους, χωρίς διαφορά στην πίστη, αλλά ταυτόχρονα και η αυστηρή τήρηση της αλήθειας του Χριστού. Ως χριστιανός εσείς μπορείτε να θυσιάσετε για τους αλλοθρήσκους και την περιουσία και τη ζωή σας, αλλά με τίποτα την αλήθεια του Χριστού, αφού εκείνο είναι, ενώ αυτό όχι, δική σας ιδιοκτησία.
Εδώ βρίσκεται ο λίθος προσκόμματός σας, σε τούτη τη μη διαφοροποίηση. Από τούτη την μη διαφοροποίηση ήρθε και η σύγχυση στην ψυχή.Στην πραγματικότητα εσείς δεν είδατε ούτε τον Χριστό ούτε τον Μωάμεθ είδατε μόνο την δική σας ψυχή.
Ο Θεός ας σπεύσει σε βοήθειά σας


(Από το βιβλίο: «Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται...»
ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Α΄ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ, 
εκδόσεις «Εν πλώ»

«ΝΥΚΤΑ ΕΙΔΟΝ ΚΑΤ΄ ΟΝΑΡ ΟΤΙ ΕΥΡΕΘΗΝ ΕΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΙ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ»



«Νύκτα τινά είδον κατ΄ όναρ ότι ευρέθην εν Κωνσταντινουπόλει εντός του Ιερού Ναού της του Θεού Αγίας Σοφίας, ιστάμενος μόνος εις το αριστερόν κλίτος του Ναού. Εις το δεξιόν κλίτος ευρίσκοντο άνδρες και γυναίκες ολοφυρόμενοι και γοερώς κλαίοντες. Τινές ήλθον προς με και κλαίοντες μοι είπον. ο Πατριάρχης και ο Βασιλεύς εκοιμήθησαν και δεν εγείρονται. σε παρακαλούμεν ελθέ να τους εγείρης. Έσπευσα και είδον τον Πατριάρχην ενδεδυμένον την πατριαρχικήν στολήν, εξηπλωμένον κείμενον ωσεί νεκρόν εν τω εδάφει του Ναού. Κατ΄ αρχάς τω εφώνησα μεγαλοφώνως.εγέρθητε Μακαριώτατε, λυπηθήτε το ποίμνιόν σας, τους χριστιανούς οι οποίοι κλαίοντες και οδυρόμενοι αναμένουν να εξυπνήσετε. 
Αλλ΄ επειδή ο Πατριάρχης έμενε νεκρός ακίνητος, επλησίασα, έθεσα την δεξιάν μου επί τον νώτον αυτού και προσεπάθουν να τον εγείρω. Μετά πολλού κόπου τον εσήκωσα έως δύο σπιθαμάς, αλλ΄ ήτο τόσον βαρύς, ώστε η χειρ μου εκ του βάρους ησθανόμην ότι εκινδύνευε να εξαρθρωθεί, και μη δυνάμενος να τον κρατήσω έπεσε πάλιν ως νεκρός.
Μετ΄ ολίγον η χειρ μου η δεξιά η οποία έτρεμε και επόνει έπαυσε να πονεί και να τρέμει και τότε έτρεξα εις τον Βασιλέα, όστις ωσαύτως εκοιμάτο ως νεκρός ανακείμενος 6 – 7 μέτρα μακράν του Πατριάρχου. Προσεπάθησα, κατέβαλον πάσας τας σωματικάς μου δυνάμεις να τον εγείρω, αλλ΄ εστάθη αδύνατον. 
Επάνω εις την μεγάλην μου αγωνίαν και την θλίψιν μου, ην είχον διότι δεν ηδυνήθην να εξυπνήσω τον Πατριάρχην και τον Βασιλέα, εξύπνησα.
Ο μεν Πατριάρχης εικονίζει την Εκκλησίαν, την οποίαν αντιπροσωπεύει, ο δε Βασιλεύς εικονίζει την πολιτείαν. 
Και η Εκκλησία και η πολιτεία και οι τούτων άρχοντες εις τας παρούσας πονηράς ημέρας κοιμώνται τον βαρύτατον ύπνον της αμελείας και της ραθυμίας. Εάν δεν εξυπνήσουν και δεν εγερθούν, εάν δεν εξυπνήσουν δε και τον κλήρον και τον λαόν εις ματάνοιαν, εις εργασίαν των εντολών του Θεού, των αρετών και των καλών έργων, θα δώσουν λόγον εν ημέρα κρίσεως και θα τιμωρηθώσι»


Ο ΓΕΡΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ 
(Ο ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΟΔΟΙΠΟΡΟΣ 1884 – 1980), 
ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1980, σ. 586 κ.ε.

Ἡ δύναμις τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ



Υπάρχουν σε μας, υπάρχουν ξόρκια πνευματικά, το όνομα του Κυρίου μας, και η δύναμις του σταυρού. Αυτό το ξόρκι όχι μόνον βγάζει το φίδι από τη φωλιά του και το ρίχνει στη φωτιά, αλλά θεραπεύει και τα τραύματα.
Αν όμως υπάρχουν και πολλοί που λέγουν ότι δεν θεραπεύτηκαν, αυτό συνέβη από την ολιγοπιστία τους, όχι από την αδυναμία εκείνου που αναφέραμε. Διότι και τον Ιησού άλλοι τον έσπρωχναν και τον συνέθλιβαν από παν-τού και δεν κέρδιζαν τίποτε˙ η γυναίκα όμως που έπασχε από αιμορραγία, χωρίς να αγγίση το σώμα Του, αλλά μόνο την άκρη του ενδύματός Του, σταμάτησε χρόνιες πληγές αιμάτων (Ματθ. 9, 20-22 και Λουκ. 8, 43-48). Αυτό το Όνομα είναι φοβερό και στους δαίμονες και στα πάθη και στις ασθένειες...
Για το Όνομα λοιπόν αυτό ας καμαρώνουμε, με αυτό ας οχυρώνουμε τον εαυτό μας. 
Με αυτό τον τρόπο και ο Παύλος έγινε μεγάλος μολονότι είχε την ίδια φύσι με εμάς˙ όμως η πίστις τον έκανε εντελώς διαφορετικό˙ και τόσο μεγάλη ήταν η υπεροχή της δυνάμεώς του, ώστε και τα ενδύματά του να έχουν πολλή δύναμι (Πραξ. 19,12).
Για ποια απολογία λοιπόν θα είμαστε άξιοι, όταν και οι σκιές και τα ενδύματα εκείνων έδιωχναν τον θάνατο, ενώ οι δικές μας προσευχές δε σταματούν ούτε τα πάθη; 
Ποια είναι η αιτία; 
Είναι η μεγάλη διαφορά της διαθέσεως. Τα φυσικά βέβαια δώρα είναι ίσα και κοινά, αφού όμοια με μας και γεννήθηκε και μεγάλωσε και έζησε στη γη και ανέπνευσε αέρα˙ ενώ στα άλλα ήταν πολύ μεγαλύτερος και καλλίτερος από εμάς, δηλαδή στην προθυμία, στην πίστι, στην αγάπη. 


Χρυσοστομικός Άμβων Ε΄
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Τα νεύρα της ψυχής»
Έκδοσις
Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους

http://agiosmgefiras.blogspot.gr

Η ΦΟΒΕΡΗ ΟΠΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΘΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΩΣ


Το θηρίο της Αποκαλύψεως (Αποκάλυψη κεφ. 13),
νάρθηκας Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας. 

Ολίγας ημέρας μετά την καταστροφήν της Μ. Ασίας κατά το έτος 1922, νύκτα τινά είδον ότι ευρέθην μετ΄ άλλων τινών ου μακράν της μονής μου εις το άκρον της κοιλάδος και θεωρώ υψηλά εις τον αιθέραν νέφος τι μικρόν, σκοτεινόν, το οποίον ήρχισεν ολίγον κατ΄ ολίγον να διαλύεται, και ότε διελύθη εφάνη καθαρά το θηρίον της Αποκαλύψεως το έχον κεφαλάς επτά και κέρατα δέκα. 
Κατ΄ αρχάς ίστατο ως αεροπλάνον υψηλά, κατόπιν κατήλθε χαμηλά και πλησίον μου έως 15 μέτρα. 
Και είδον καθημένους επάνω εις τας κεφαλάς και τα κέρατα αυτού πολλούς των αρχόντων της γης, αυτοκράτορας, βασιλείς, ηγεμόνες, πρωθυπουργούς και εκ των αρχόντων της Εκκλησίας. 
Πάπας, Πατριάρχας, Αρχιερείς, ενδεδυμένους τας στολάς των, οι μεν άρχοντες της πολιτείας τα διαδήματα και τα σκήπτρα, οι δε της Εκκλησίας τας ιερατικάς στολάς των, τιάρας, μίτρας, πατερίτσας κ.λ.π. 
Φόβος και τρόμος με κατέλαβε και στενάξας εκ καρδίας είπον. 
Ουαί ! ουαί τω κόσμω ! 
Οποία θλίψις μέλλει να έλθει εις τους κατοικούντας την γην, όταν οι άρχοντες αυτών εισίν υπηρέται και δούλοι του αντιχρίστου !


Ο ΓΕΡΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ 
(Ο ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΟΔΟΙΠΟΡΟΣ 1884 – 1980),
ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1980, σ. 553.

Μπροστά στα ἐσχατα, τα δικά μας και της ιστορίας



Ἂς ἀρχίσουμε κάποτε νὰ φροντίζουμε σοβαρὰ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ψυχῶν μας, ἀδελφοί. 
Ἂς λυπηθοῦμε γιὰ ὅσα ἕως τώρα δὲν ἐπιτύχαμε, ἂς ἀποτινάξουμε τὴν ραθυμία. «Ἀγωνισώμεθα ὑπὲρ τῶν μελλόντων», φοβούμενοι μήπως, ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα νὰ δώσουμε λόγο στὸν Κριτή, βρεθοῦμε «ἀπαρασκεύαστοι τῶν ἀγαθῶν ἔργων».
«Οὗτος ὁ αἰὼν τῆς μετανοίας, ἐκεῖνος τῆς ἀνταποδόσεως· οὗτος τῆς ἐργασίας, ἐκεῖνος τῆς μισθαποδοσίας· οὗτος τῆς ὑπομονῆς, κἀκεῖνος τῆς παρακλήσεως.
Νῦν βοηθὸς τῶν ἐπιστρεφόντων ἀπὸ ὁδοῦ κακῆς ὁ Θεὸς, τότε φοβερὸς καὶ ἀπαραλόγιστος τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων καὶ ῥημάτων καὶ ἐνθυμημάτων ἐξεταστής. 
Νῦν τῆς μακροθυμίας ἀπολαύομεν, τότε τὴν δικαιοκρισίαν γνωρίσομεν».
«Ἐὰν μὲν ἴδητε μετανοοῦντας ἐπὶ τῇ ἀτοπίᾳ τῶν πεπραγμένων, συμπαθήσατε ὡς οἰκείοις μέλεσι νενοσηκόσιν».

(Μ. Βασιλείου, Περὶ Μετανοίας, λόγ. Η΄).

Ὁ μέγας ὑποκριτής

ΚΟΙΝΗ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ εἶναι ὅτι οἱ αἱρετικοὶ ἐπιλέγουν τὴν ὑποκρισία προκειμένου νὰ ἐπηρεάζουν εὐκολώτερα τοὺς καλοπροαίρετους καὶ ἀγαθούς. Μὲ τὸ διαφορετικό τους πρόσωπο ἐμφανίζουν τὸ μαῦρο ὡς ἄσπρο καὶ προσπαθοῦν νὰ σπείρουν τὸ σπόρο τῆς ἀπώλειας στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων.
Ἰδιαίτερα προσφιλὴς εἶναι ἡ τακτικὴ αὐτὴ καὶ στὸν αἱρετικὸ Πάπα, ὁ ὁποῖος ἐμφανίζεται στὰ πλήθη τοῦ λαοῦ ὡς ὁ μοναδικὸς ἐκπρόσωπος τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ὅσο τὰ πλήθη τὸν χειροκροτοῦν τόσο αὐτὸς γίνεται θρασύτερος καὶ αὐξάνει τὴν αἱρετική του πλάνη. Νομίζει ὅτι τὰ πλήθη ποὺ τὸν ἐπευφημοῦν τὸν ἐλευθερώνουν ἀπὸ τὴ μεγάλη εὐθύνη, ποὺ ἔχει γιὰ τὴ διαστροφὴ τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ καὶ γιὰ τὰ πολιτικὰ ἐγκλήματα, ποὺ διέπραξε ἀνὰ τοὺς αἰῶνες.

Ἡ πλάνη δὲν συνειδητοποιεῖται, ὅταν βρισκόμαστε μέσα στὴν κοσμικὴ δόξα καὶ συγχέουμε τὴν πίστη μὲ τὴν ἐξουσία. Ὅλοι μιλοῦν γιὰ τὸν Πάπα, ποὺ ἔχει δύναμη καὶ ὡς ἀρχηγὸς πολλῶν ἑκατομμυρίων χριστιανῶν μπορεῖ νὰ ἐπηρεάσει καταστάσεις καὶ ὄχι ὡς ἕνα Ἐπίσκοπο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὁδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους στὴ σωτηρία. Τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ παρασύρονται στὴν προσωπολατρία καὶ παραμένουν στὴν πλάνη καὶ τὴν αἵρεση. Δὲν ὑπάρχει ἡ δυνατότητα πιά, ἀνθρωπίνως πάντα, νὰ ἀλλάξουν τὰ πράγματα καὶ νὰ ἐπιστρέψουν οἱ αἱρετικοὶ στὴ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἐνῶ εἶναι πολὺ πιθανὸ οἱ οἰκουμενιστὲς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας νὰ ὁδηγηθοῦν στὴν πλάνη καὶ νὰ ὑποδουλωθοῦν στὸν Πάπα. Ἤδη ἔχουν γίνει πολλὰ βήματα προσέγγισης καὶ ἀναγνωρίζεται ὁ Πάπας ὡς ἀδελφός, γίνονται συμπροσευχὲς καὶ κοινὲς ἐκδηλώσεις, γιὰ νὰ ἐμφανιστεῖ ἡ παπικὴ «ἐκκλησία» ἰσότιμη μὲ τὴν Ὀρθόδοξη. Καὶ μετὰ τὸ κοινὸ ποτήριο, δηλαδὴ ἡ ἕνωση τῆς Ἀληθείας μὲ τὴν αἵρεση. Ὅλα αὐτὰ τὰ τελευταῖα βήματα θὰ γίνουν χωρὶς ἰδιαίτερο θόρυβο, γιὰ νὰ μὴ προκαλέσουν τοὺς Ὀρθοδόξους.
Σιγὰ - σιγά, σὲ περιοχὲς ὅπου οἱ Ὀρθόδοξοι εἶναι λίγοι καὶ ἀντιμετωπίζουν διάφορα προβλήματα. Ἐκεῖ κυριαρχεῖ στοὺς ἀνθρώπους τὸ κοσμικὸ φρόνημα, τὸ πνεῦμα τοῦ συμβιβασμοῦ καὶ λείπει παντελῶς ἡ μετὰ παρρησίας ὁμολογία τῆς πίστεως. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ θὰ «ἐπιτευχθεῖ» ἡ ἕνωση τῶν «ἐκκλησιῶν» καὶ τὰ δεινὰ θὰ πολλαπλασιαστοῦν.
Θὰ βρεθοῦν καὶ πολλοὶ Ὀρθόδοξοι ἔξω ἀπὸ τὴν κιβωτὸ τῆς σωτηρίας, γιατὶ θὰ ἀκολουθήσουν τοὺς οἰκουμενιστὲς καὶ ἑνωτικούς. Βέβαια, ἡ Ἐκκλησία δὲν θὰ πληγεῖ. Πολλὰ μέλη της ὅμως θὰ βρεθοῦν μακριά της καὶ θὰ χάσουν τὸν πνευματικό τους προσανατολισμό.
Εἶναι μεγάλη ἀνάγκη νὰ ἀφυπνιστοῦν πνευματικὰ οἱ πιστοὶ καὶ νὰ ἀνησυχήσουν γιὰ ὅσα ἀπεργάζονται οἱ οἰκουμενιστὲς εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδοξίας. Νὰ διαφωνήσουν δημοσίως καὶ νὰ ἀρνηθοῦν τὶς ἐνέργειες καὶ ἐκδηλώσεις τους καὶ νὰ ὁμολογήσουν τὴν πίστη τους. Καμία ἐμπιστοσύνη πιὰ στοὺς οἰκουμενιστὲς καὶ ἂς εἶναι μεγαλόσχημοι κληρικοί. Στὰ θέματα τῆς πίστεως πρέπει νὰ εἴμαστε καθαροὶ καὶ σταθεροί.
Δὲν διαπραγματευόμαστε τὴν πίστη μας, οὔτε φυσικὰ τὴ νοθεύουμε μὲ νεώτερες θεολογικὲς ἀναλύσεις, ποὺ κάνουν μερικοὶ θεωρητικοὶ τῆς οἰκουμενιστικῆς παραφροσύνης.

Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης

Ορθόδοξος Τύπος, 30/05/014

Λόγοι του Γέροντα Ευμενίου




Να αγαπούμε τον άνθρωπο, 
μα πιο πολύ να αγαπούμε τον Θεό.


Ο Θεός τα θέλει όλα και όχι ό,τι μας περισσεύει.


Αν κανείς έχει κάποιο χάρισμα να μην υπερηφανευτεί, 
γιατί θα του το πάρει ο Θεός για να ταπεινωθεί.


Κάθε ταπεινός είναι και πράος, 
αλλά κάθε πράος μπορεί να μην είναι και ταπεινός.


Άμα δεν έχεις ταπείνωση, 
δεν έχεις καμμιά αρετή.


Αν κάτι σε στενοχωρεί, να λες: 
"Καλά να πάθω για τις αμαρτίες μου".




(Από το βιβλίο του Αντωνίου Σαριδάκη 
"Ο Άγιος Γέροντας Ευμένιος - Ο πράος και ταπεινός τη καρδία", 
σελ. 166 και 195)


Επιμέλεια Έκτακτο Παράρτημα

Οι πειρασμοί φέρνουν ταπεινοφροσύνη



Οι πειρασμοί παραχωρούνται για να φανερωθούν τα κρυμμένα πάθη, να καταπολεμηθούν κι έτσι να θεραπευθεί η ψυχή. Είναι και αυτοί δείγμα του θείου ελέους.
Γι’ αυτό άφησε με εμπιστοσύνη τον εαυτό σου στα χέρια του Θεού και ζήτησε τη βοήθειά Του, ώστε να σε δυναμώσει στον αγώνα σου.
Η ελπίδα στο Θεό δεν οδηγεί ποτέ στην απελπισία. Οι πειρασμοί φέρνουν ταπεινοφροσύνη.
Ο Θεός ξέρει την αντοχή του καθενός μας και παραχωρεί τους πειρασμούς κατά το μέτρο των δυνάμεών μας. Να φροντίζουμε όμως κι εμείς να είμαστε άγρυπνοι και προσεκτικοί, για να μη βάλουμε μόνοι μας τον εαυτό μας σε πειρασμό.
Εμπιστευτείτε στο Θεό τον Αγαθό, τον Ισχυρό, τον Ζώντα, και Αυτός θα σας οδηγήσει στην ανάπαυση.Μετά τις δοκιμασίες ακολουθεί η πνευματική χαρά. Ο Κύριος παρακολουθεί όσους υπομένουν τις δοκιμασίες και τις θλίψεις για τη δική Του αγάπη. Μη λιποψυχείτε λοιπόν και μη δειλιάζετε.
Δεν θέλω να θλίβεστε και να συγχύζεστε για όσα συμβαίνουν αντίθετα στη θέλησή σας, όσο δίκαιη κι αν είναι αυτή. Μία τέτοια θλίψη μαρτυρεί την ύπαρξη εγωισμού. Προσέχετε τον εγωισμό, που κρύβεται κάτω από τη μορφή του δικαιώματος. Προσέχετε και την άκαιρη λύπη, δημιουργείται ύστερ’ από έναν δίκαιο έλεγχο. Η υπερβολική θλίψη για όλα αυτά είναι του πειρασμού. Μία είναι η αληθινή θλίψη. Αυτή που δημιουργείται, όταν γνωρίσουμε καλά την άθλια κατάσταση της ψυχής μας. Όλες οι άλλες θλίψεις δεν έχουν καμιά σχέση με τη χάρη του Θεού.
Φροντίζετε να περιφρουρείτε στην καρδιά σας τη χαρά του Αγίου Πνεύματος και να μην επιτρέπετε στον πονηρό να χύνει το φαρμάκι του. Προσέχετε! Προσέχετε, μήπως ο παράδεισος, που υπάρχει μέσα σας, μετατραπεί σε κόλαση.

Του Αγίου Νεκταρίου

www.agioritikovima.gr

Η παρουσία κακών ανθρώπων μέσα στην Εκκλησία



«Από τη στιγμή που το βασικό μοτίβο του κακού είναι η μεταμφίεση, ένα από τα πιθανότερα μέρη για να βρει κανείς κακούς ανθρώπους είναι μέσα στην Εκκλησία». Η διαπίστωση αυτή του Σκότ Πέκ, Αμερικανού συγγραφέα και ψυχιάτρου, αν και ακούγεται υπερβολική, είναι όμως αληθινή. Γιατί να μην υπάρχουν «κακοί άνθρωποι» και μέσα στην Εκκλησία, αφού αποτελείται από ανθρώπους ατελείς, αμαρτωλούς και άρρωστους; Μήπως η Χάρις του Θεού, που υπάρχει έντονα και με πληρότητα στην Εκκλησία, ως σώμα Χριστού, μπορεί να μετατρέψει την κακία σε καλοσύνη και την αμαρτία σε αγιότητα χωρίς τη θέληση του ανθρώπου;

Νομίζω πως είναι λάθος να ταυτίζουμε το Θεό με τους ανθρώπους, ζητώντας από τους «ανθρώπους της Εκκλησίας» να συμπεριφέρονται ως τέλειοι και αναμάρτητοι, επιθυμώντας υποκατάστατά Του για να καλύψουμε τις ανασφάλειές μας.Ξεχνάμε ότι «μόνο ο Χριστός εκτός αμαρτίας υπάρχει» και ότι μόνο Εκείνος είναι ο αληθινός σωτήρας του κόσμου και άρα μόνο σ’ Αυτόν πρέπει να στηριζόμαστε. Όχι πως δεν μπορούμε να ζητούμε συμπόρευση και βοήθεια από ανθρώπους μέλη της Εκκλησίας, όταν αυτοί γνωρίζουν εμπειρικά τον πνευματικό αγώνα, αλλά δεν θα πρέπει να αντικαθιστούν στην καρδιά μας τον ένα Κύριο και λυτρωτή, τον Ιησού Χριστό.

Ο Θεός δεν θέλει, νομίζω, να είμαστε αφελείς ούτε θρησκόληπτοι. Οι άγιοι ήταν έξυπνοι και φωτισμένοι, κι ας έδειχναν κάποτε πως δεν καταλάβαιναν. Έτσι, αν παρατηρούμε κακίες, πονηριές και κοσμικές συμπεριφορές σε «ανθρώπους της Εκκλησίας», κληρικούς και λαϊκούς, δεν θα πρέπει να μας ξενίζει, ούτε να μας διαλύει πνευματικά, λες και κινδυνεύει η Εκκλησία του Χριστού. Μήπως στην ομάδα των Αποστόλων δεν υπήρχε ο Ιούδας; Μήπως δεν παρουσιάζονται οι ψευδαπόστολοι την εποχή του Αποστόλου Παύλου και αργότερα; Δεν ξεφύτρωσαν οι αιρετικοί μέσα από την Εκκλησία και την ταλαιπώρησαν με τον εγωισμό τους; Δεν διώχτηκαν οι μεγάλοι Πατέρες από τους συνεπισκόπους τους; Δεν συκοφαντήθηκε ο άγιος Νεκτάριος και απορρίφτηκε από τους δεσποτάδες της εποχής του; Σήμερα δεν συμβαίνουν παρόμοια;

Τι θα γίνει λοιπόν; Θα αρχίσουμε τις κριτικές και τις ανυπακοές στους κληρικούς, όταν αυτοί συμπεριφέρονται κοσμικά και με εμπάθεια; Πώς θα εφαρμοστεί η προσευχή του Κυρίου που ζητούσε από τον Πατέρα Του «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν»;

Βεβαίως υπάρχουν και οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν τη θέση τους ή την ιδιότητά τους για να προωθούν τα δικά τους συμφέροντα και πάθη. Όμως, είναι αναγκαίο να πιστεύομε την αλήθεια που λέει πως την Εκκλησία δεν την κυβερνούν αυτοί αλλά ο Ιδρυτής Της που ξέρει να σιωπά και να ανέχεται «άχρι καιρού». Η ενότητα στην Εκκλησία είναι ουσιαστική υπόθεση και δεν θα πρέπει να γινόμαστε αιτία να διασπάται, εφόσον δεν κινδυνεύει η αλήθειά Της.

Οι αδικίες που υφίστανται οι άνθρωποί Της από τους «ανθρώπους Της», εκκολάπτουν τον αγιασμό των μεν και αποκαλύπτουν την κακία των δε.
Πάντοτε και μέχρι συντελείας του αιώνος θα υπάρχουν οι άνθρωποι, κληρικοί και λαϊκοί, που αγωνίζονται να ζήσουν το Θεό στη ζωή τους και γίνονται, χωρίς να το επιδιώκουν, σημείο της ζωντανής παρουσίας του ζώντος Κυρίου. Όπως θα υπάρχουν και αυτοί που υποκρίνονται, εμπαίζουν και δεν γνωρίζουν εμπειρικά το Θεό. Αν η συνάντηση με τους πρώτους γίνεται ευλογία, η παρουσία των δεύτερων γίνεται σκάνδαλο και πρόβλημα, που ταλαιπωρεί και προκαλεί για υπομονή, προσευχή, ανεξικακία, αναμένοντας την «ἡμέραν τοῦ Κυρίου, τήν μεγάλην και ἐπιφανῆ».

π. Ανδρέα Αγαθοκλέους

Κυριακή Προσευχή



Ἡ ἁγία Ὀρθόδοξος πίστις μας δὲν εἶναι μία ἀπὸ τὶς ἰδεολογίες ἢ τὶς φιλοσοφίες ἢ ἀκόμη καὶ τὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου αὐτοῦ. Ὁ Θεὸς τὸν Ὀρθοδόξων δὲν εἶναι ὁ θεὸς τῶν φιλοσόφων, δηλαδὴ μία ἰδέα ἢ μία ὑψίστη ἀπρόσωπη ἀρχὴ ἢ μία θρησκευτικὴ ἀξία, στὴν ὁποία ἀναγόμαστε ἀρχίζοντας ἀπὸ τὶς κατώτερες ἀξίες.
Οἱ Ὀρθόδοξοι πιστεύουμε σὲ Θεὸ προσωπικό, τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Αὐτὸς ὁ Τριαδικὸς Θεὸς ἀποκαλύπτει τὸν ἑαυτό Του σὲ ἐμᾶς διὰ τοῦ δευτέρου προσώπου Του, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς σαρκώνεται, κηρύσσει τὸ Εὐαγγέλιο, θαυματουργεῖ, σταυρώνεται, ἀνίσταται ἐκ τῶν νεκρῶν, ἀναλαμβάνεται στοὺς οὐρανοὺς καὶ ἀποστέλλει τὸν Παράκλητο, γιὰ νὰ μᾶς ἑνώση μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα καὶ νὰ ἀποκαταστήση τὴν διαταραχθεῖσα σχέσι μαζί Του. Νὰ μᾶς φέρη σὲ προσωπικὴ συνάντησι, κοινωνία, καὶ ἕνωσι μὲ τὸν Θεό.
Ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶναι προσωπικός, δὲν μποροῦμε νὰ τὸν γνωρίσουμε ἔξω ἀπὸ τὴν ἀγαπητικὴ μαζί Του σχέσι ποὺ καλλιεργεῖ ἡ προσευχή. Ἂν ὁ Θεὸς ἦταν ἰδέα, θὰ μπορούσαμε νὰ τὸν γνωρίσουμε μὲ λογικὲς ἀποδείξεις. Προσεύχου καὶ ἀγάπα τὸν Θεὸ γιὰ νὰ τὸν γνωρίσης, μποροῦμε νὰ ποῦμε σὲ κάποιον ποὺ ψάχνει γιὰ τὸν Θεό.

Διά τῆς προσευχῆς ὁ ἀπρόσιτος Θεὸς γίνεται σὲ μᾶς προσιτός. Ὁ ἄγνωστος Θεὸς γίνεται γνωστός. Ὁ ξένος Θεὸς γίνεται οἰκεῖος καὶ φίλος.
Αὐτὸν τὸν δρόμο μᾶς ὑπέδειξε ὁ θεάνθρωπος Κύριός μας. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς προσευχόταν συχνὰ“ἡμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν, ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ”.
Μᾶς δίδαξε ἀκόμη ὅτι πρέπει νὰ προσευχώμεθα μὲ ταπείνωσι, ἀμνησικακία, ὑπομονή. Μᾶς ἄφησε δὲ καὶ τύπον, ὑπόδειγμα προσευχῆς τὴν γνωστὴ σὲ ὅλους τους χριστιανοὺς “Κυριακὴ Προσευχή”, τὸ “Πάτερ ἡμῶν”.
Ἡ ἀξία τῆς προσευχὴ αὐτῆς εἶναι ἀνθρωπίνως ἀνεκτίμητος:
Πρῶτον, διότι εἶναι θεοπαράδοτος.
Δεύτερον, διότι μὲ αὐτὴν προσευχήθηκαν καὶ ἁγιάστηκαν ἡ Παναγία μας, οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, οἱ ἅγιοι Μάρτυρες, οἱ ὅσιοι Πατέρες, οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοὶ ὅλων τῶν αἰώνων.
Τρίτον, διότι συνοψίζει ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ὅλα τὰ δόγματα τῆς Πίστεώς μας.
Κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο: “Ἡ προσευχὴ αὐτὴ περιέχει αἴτηση ὅλων ὅσα προξένησε μὲ τὴν κένωσή Του κατὰ τὴν σάρκωση ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, καὶ διδάσκει νὰ ἐπιδιώκουμε ἐκεῖνα τὰ ἀγαθά, τὰ ὁποῖα μόνον ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας, μέσω τῆς φυσικῆς μεσιτείας τοῦ Υἱοῦ, χορηγεῖ ἀληθινὰ μὲ τὸ “Ἅγιο Πνεῦμα”. Εἶναι δὲ τὰ δῶρα αὐτὰ ἑπτά: “Θεολογία, υἱοθεσία διὰ τῆς Χάριτος, ἰσοτιμία πρὸς τοὺς ἀγγέλους, μετοχὴ στὴν αἰώνιο ζωή, ἀποκατάστασις τῆς φύσεως ποὺ στρέφεται ἀπαθῶς στὸν ἑαυτό της, κατάλυσις τοῦ νόμου τῆς ἁμαρτίας, καὶ κατάργησις τῆς τυραννίας τοῦ πονηροῦ ποὺ κυριάρχησε πάνω μας μὲ ἀπάτη”1. Εἶναι ἡ κατ’ ἐξοχὴν προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας. Στὶς ἀκολουθίες τοῦ ἡμερονυκτίου ἀπαγγέλλεται 16 φορές, κατὰ δὲ τὴν Μέγ. Τεσσαρακοστὴ 22 φορές.
Εἶναι ἀκόμη τρόπον τινὰ καὶ μία σύνοψις τῆς Θείας Λειτουργίας.
Ἄς ἐντρυφήσωμε στὰ θεία καὶ σωτήρια νοήματά της, μὲ χειραγωγοὺς τοὺς ἁγίους Πατέρας μας, ὥστε νὰ τὴν προσευχώμεθα μὲ περισσότερο πόθο καὶ ἐπίγνωσι.
Πάτερ
Ἡ Κυριακὴ προσευχὴ ἀρχίζει μὲ αὐτὴ τὴν ἐπίκλησι. Μᾶς διδάσκει ὁ Κύριος νὰ ὀνομάζουμε τὸν Θεὸ Πατέρα.
Πατέρα, γιατί εἶναι ὁ δημιουργὸς καὶ πλάστης μας. Ὁ χορηγός τοῦ εἶναι, τῆς ζωῆς.
Πατέρα, γιατί γιὰ μᾶς τούς χριστιανοὺς εἶναι καὶ ὁ χορηγός του εὖ εἶναι, τῆς υἱοθεσίας, τὴν ὁποία μᾶς ἐχάρισε διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Πρὸ Χριστοῦ, λόγω τῆς ἀποστασίας μας ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα μας, εἴμεθα ὄχι μόνο χωρισμένοι ἀπὸ αὐτόν, ἀλλὰ καὶ ἐχθροί Του. Ὁ κατὰ φύσιν Υἱὸς τοῦ Θεοῦ Πατρὸς μὲ τὴν ἐνανθρώπησί του καὶ τὸν σταυρικό Του θάνατο μᾶς συμφιλίωσε μὲ τὸν Θεὸ-Πατέρα καὶ μᾶς ἔκανε κατὰ χάριν παιδιά Του. Τὴν χάρι τῆς υἱοθεσίας ἐλάβαμε μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα. Ἔτσι ἐγίναμε καὶ ἀδελφοί τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι ὁ «πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς».
Εἶναι λοιπὸν Πατέρας, γιατί μᾶς δίδει τὴν ζωὴ· καὶ ὄχι μόνο τὴν ζωή, ἀλλὰ ἐν Χριστῷ τὴν ζωή Του.
Καὶ ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: “Ὁ γὰρ Πατέρα εἰπών τὸν Θεόν, καὶ ἁμαρτημάτων ἄφεσιν καὶ κολάσεως ἀναίρεσιν καὶ υἱοθεσίαν καὶ κληρονομίαν καὶ ἀδελφότητα τὴν πρὸς τὸν Μονογενῆ καὶ Πνεύματος χορηγίαν, διὰ τῆς μίας ταύτης ὡμολόγησε προσηγορίας”2. Προσφωνοῦντες τὸν πανάγιον Θεὸν καὶ παντοδύναμον Δημιουργόν τοῦ παντὸς “Πατέρα”, ὁμολογοῦμε ὅσα ἔκανε γιὰ μᾶς τὰ ἀνάξια παιδιά Του, καὶ μάλιστα διὰ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Ἔτσι ἡ ἐπίκλησις “Πάτερ” μᾶς ἀνάγει στὸ τριαδικό τοῦ Θεοῦ.
Γράφει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής: “Πρεπόντως ὁ Κύριος διδάσκει ἀμέσως ν’ ἀρχίσουν (οἱ προσευχόμενοι) ἀπὸ τὴν θεολογία· ἐπίσης εἰσάγει τὰ ὄντα, Αὐτὸς ποὺ εἶναι κατὰ τὴν οὐσία αἴτιος τῶν ὄντων. Γιατί τὰ λόγια τῆς προσευχῆς περιέχουν φανέρωση τοῦ Πατέρα καὶ τοῦ ὀνόματος τοῦ Πατέρα, καὶ τῆς βασιλείας τοῦ Πατέρα, γιὰ νὰ μάθομε εὐθὺς ἐξαρχῆς νὰ σεβόμαστε τὴν ἐν Μονάδι Τριάδα καὶ νὰ τὴν προσκυνοῦμε. Ἐπειδὴ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ Πατέρα, μὲ οὐσιώδη ὑπόσταση, εἶναι ὁ Μονογενὴς Υἱός. Καὶ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ Πατέρα, μὲ οὐσιώδη ὑπόσταση, εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα”3.
Ἡ ἄπειρη ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία Του μᾶς ἐπιτρέπει καὶ προτρέπει νὰ τὸν ὀνομάζουμε πατέρα μας.
Ἰλιγγιᾶ ὁ νοῦς τοῦ εὐσεβοῦς ἀνθρώπου.
«Ποιὸς θὰ μοῦ δώσει πτέρυγας ὡσεὶ περιστερᾶς κατὰ τὸ ψαλμικό, γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, γιὰ νὰ μπορέσω νὰ ὑψωθῶ ἐπάνω ἀπὸ ὅλα τὰ αἰσθητά, τὰ ἀλλοιούμενα καὶ μεταβαλλόμενα, στὸν Ἀμετάβλητο καὶ Ἀναλλοίωτο καὶ μὲ κατάσταση τῆς ψυχῆς ἄτρεπτη καὶ ἀκλινῆ νὰ Τὸν οἰκειωθῶ πρῶτα μὲ τὴν προαίρεσί μου καὶ ἔπειτα νὰ Τὸν ἐπικαλεσθῶ μὲ τὴν πολὺ οἰκεία ἐπίκλησι καὶ νὰ εἰπῶ: «Πατέρα». Τί ψυχὴ πρέπει νὰ ἔχει αὐτὸς πού ἔτσι θὰ ὁμιλήση στὸν Θεό; Πόση παρρησία; Ποιὰ συνείδησι;”4. Μεγάλο καὶ ἀνεκτίμητο τὸ δῶρο. Ὅσες φορὲς θελήσουμε, μποροῦμε νὰ ἀπευθυνθοῦμε στὸν Θεὸ καὶ νὰ τὸν ὀνομάσουμε Πατέρα μας. Καὶ ἀκόμη, ὅταν ὁ χριστιανὸς ἀξιωθῆ καὶ λάβη αἰσθητῶς τὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τότε καὶ αἰσθάνεται καρδιακὰ τὴν πατρότητα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν υἱότητα τὴν ἰδική του. Αἰσθάνεται υἱικὴ καὶ τρυφερὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ Πατέρα. Αἰσθάνεται ὡς φιλοπάτωρ υἱὸς φιλοστόργου Πατρός.
Τὸ ἴδιο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κράζει στὴν καρδιὰ μας ἀββᾶ ὁ Πατήρ, δηλαδὴ Πατερούλη, Πατερούλη, δημιουργώντας αὐτὴ τὴν τρυφερὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό. “Ότι δὲ ἐστὲ υἱοί, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸ Πνεῦμα τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ εἰς τὰς καρδίας ὑμῶν, κρᾶζον: ἀββᾶ ὁ πατήρ”.
Κατ’ εἰκόνα τοῦ οὐρανίου Πατρὸς μποροῦμε καὶ ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι νὰ γινώμεθα ἀληθινοὶ πατέρες, πνευματικοὶ ἢ σαρκικοί. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς διδάσκει ὅτι δὲν ὀνομάζουμε τὸν Θεὸν Πατέρα κατ’ ἀναλογίαν τῶν ἀνθρώπων πατέρων, ἀλλὰ τοὺς ἀνθρώπους πατέρας κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ Πατρός, “ἐξ οὗ, κατὰ τὸν μέγαν Παῦλον, πᾶσα πατριὰ ἐν οὐρανοῖς καὶ ἐπὶ γῆς ὀνομάζεται”5.Ἂν οἱ ἐπίγειοι πατέρες ἀντανακλοῦν τὴν χάρι καὶ τὴν εὐλογία τοῦ οὐρανίου Πατρός, τότε εἶναι καὶ ἀληθινοὶ πατέρες. Χωρὶς αὐτὴ τὴν χάρι δὲν εἶναι ἀληθινοὶ καὶ γνήσιοι πατέρες καὶ δὲν μποροῦν νὰ προσφέρουν κάτι οὐσιαστικὸ στὰ παιδιά τους. Ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα, δὲν μποροῦν νὰ γίνουν γνήσιοι καὶ σωστοὶ πατέρες.
Πόσοι ἄνθρωποι δὲν ὑποφέρουν σήμερα γιατί δὲν γνώρισαν ἕνα ἀληθινὸ καὶ στοργικὸ πατέρα;
Ἑτερόδοξος χριστιανός, ποὺ προσῆλθε στὴν Ὀρθοδοξία, εἶπε ὅτι ἔγινε ὀρθόδοξος γιατί μόνο στὴν Ὀρθοδοξία βρῆκε πνευματικοὺς πατέρας, χάρισμα ποὺ χάθηκε στὸν δυτικὸ χριστιανισμό.
Θυμοῦμαι τὴν περίπτωση τοῦ Ρουμάνου συγγραφέως Βιργκὶλ Γκεωργκίου πού, ὅπως ἀναφέρει ὁ ἴδιος, στὸ πρόσωπο τοῦ πτωχοῦ ἀλλὰ ἁγίου ἱερέως πατέρα του εἶδε τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ τὸ ὅραμα δὲν τὸν ἄφησε ποτὲ νὰ ἀπομακρυνθῆ ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸ διάστημα τῆς πολυκυμάντου ζωῆς του.
Προσφωνώντας τὸν Θεό, Πατέρα, ἀναγνωρίζουμε τὴν πατρική Του πρόνοια γιά μᾶς. Δὲν εἴμαστε ὀρφανοί. Δὲν βρισκόμαστε στὴν ζωὴ γιατί ἔτσι τὸ θέλει κάποια τύχη ἢ τυφλὴ εἱμαρμένη. Εἴμαστε πλάσματα τῆς ἀγάπης Του καὶ βρισκόμαστε συνεχῶς κάτω ἀπὸ τὴν πατρική Του παρακολούθησι καὶ φροντίδα. Ἀκόμη καὶ πίσω ἀπὸ τὶς δοκιμασίες τῆς ζωῆς βρίσκεται ἡ παιδαγωγοῦσα καὶ θεραπεύουσα ἀγάπη Του.
Τὴν πατρικὴ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς ὑπενθυμίζει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός: “Καὶ πρῶτον ἔχομεν χρέος νὰ ἀγαποῦμεν τὸν Θεόν μας, διατὶ μᾶς ἐχάρισε τόσην γῆν μεγάλην, εὐρύχωρον, ἐδῶ πρόσκαιρα νὰ κατοικοῦμεν, τόσες χιλιάδες-μυριάδες χόρτα, φυτά, βρύσες, ποταμούς, πηγάδια, θάλασσα, ψάρια, ἀέρα, ἡμέρα, νύκτα, φωτιά, οὐρανόν, ἄστρα, ἥλιον, φεγγάρι. Ὅλα αὐτὰ διὰ ποιὸν τὰ ἔκαμε; διά τ’ ἐμᾶς. Τί μᾶς ἐχρεωστοῦσε; τίποτε. Ὅλα χάρισμα. Μᾶς ἔκαμεν ἀνθρώπους καὶ δὲν μᾶς ἔκανε ζῶα, μᾶς ἔκαμεν εὐσεβεῖς καὶ ὀρθοδόξους χριστιανοὺς καὶ ὄχι ἀσεβεῖς καὶ αἱρετικούς. Καὶ μὲ ὅλον ὁπού ἁμαρτάνομεν χιλιάδες φορὲς τὴν ὥραν, μᾶς εὐσπλαχνίζεται χιλιάδες φορὲς τὴν ὥραν, μᾶς εὐσπλαχνίζεται ὡσὰν πατέρας καὶ δὲν μᾶς θανατώνει νὰ μᾶς βάλη εἰς τὴν Κόλασιν, ἀλλὰ καρτερεῖ τὴν μετάνοιάν μας μὲ τὰς ἀγκάλας του ἀνοικτάς, πότε νὰ μετανοήσωμεν, νὰ παύσωμεν ἀπὸ τὰ κακὰ καὶ νὰ κάνωμεν τὰ καλά, νὰ ἐξομολογηθοῦμεν, νὰ διορθωθοῦμεν, νὰ μᾶς ἀγκαλιάση, νὰ μᾶς φιλήση, νὰ μᾶς βάλη εἰς τὸν Παράδεισον νὰ χαιρώμασθε πάντοτε. Τώρα τέτοιον γλυκύτατον Θεὸν καὶ τέτοιον γλυκύτατον αὐθέντην καὶ δεσπότην δὲν πρέπει καὶ ἐμεῖς νὰ τὸν ἀγαποῦμεν καί, ἂν τύχη ἀνάγκη, νὰ χύσωμεν καὶ τὸ αἷμα μας χιλιάδες φορὲς διὰ τὴν ἀγάπην του, καθὼς τὸ ἔχυσεν καὶ ἐκεῖνος διὰ τὴν ἀγάπη μας;6.
Συναίσθημα λοιπὸν ἀσφαλείας, ποὺ διώχνει κάθε ἀνασφάλεια καὶ ἄγχος, πηγάζει ἀπὸ τὴν ἐν πίστει ἐπίκλησι τοῦ Θεοῦ ὡς Πατέρα μας.
Μεγάλη ἡ τιμὴ νὰ ὀνομάζουμε τὸν Θεὸ Πατέρα μας, ἀλλὰ καὶ μεγάλη ἡ εὐθύνη ποὺ προκύπτει γιά μᾶς, ποὺ πρέπει νὰ ζοῦμε ζωὴ ἀντάξια τοῦ οὐράνιου Πατέρα μας. Ἂς θυμηθοῦμε τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου μας: “Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες καθὼς καὶ ὁ Πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστὶ” (Λουκ. 6, 36). “Έσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειος ἐστιν” (Ματθ. 5, 48).
Γράφει σχετικὰ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: “Διὰ τοῦτο ὁ Κύριός μας παραγγέλλει τί λογῆς νὰ προσευχώμεθα πρὸς τὸν κατὰ χάριν Πατέρα μας, διὰ νὰ φυλαττώμεθα πάντοτε ὑποκάτω εἰς τὴν χάριν τῆς υἱοθεσίας ἕως τέλους· εἰς τὸ νὰ εἴμεθα δηλαδὴ τέκνα Θεοῦ ὄχι μόνον κατὰ τὴν ἀναγέννησιν καὶ τὸ Βάπτισμα, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ἐργασίαν καὶ πράξιν. Ἐπειδὴ ἐκεῖνος ὁπού δὲν κάμνει ἔργα πνευματικὰ ἄξια τῆς ἄνωθεν ἀναγεννήσεως, ἀλλὰ σατανικά, ὁ τοιοῦτος δὲν εἶναι ἄξιος νὰ ὀνομάζη Πατέρα τὸν Θεόν, ἀλλὰ τὸν ἐναντίον Διάβολον κατὰ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου μας: “Ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρὸς τοῦ Διαβόλου ἐστέ, καὶ τὰς ἐπιθυμίας τοῦ πατρὸς ὑμῶν θέλετε ποιεῖν” (Ἰωάν. 8, 44)· ἤγουν, ἐσεῖς εἶσθε γεννημένοι κατὰ τὴν κακίαν ἀπὸ τὸν πατέρα σας τὸν Διάβολον, καὶ τὰς κακάς ἐπιθυμίας τοῦ πατρὸς σας ἀγαπᾶτε νὰ κάμνετε. Μᾶς προστάζει δὲ νὰ τὸν ὀνομάζωμεν Πατέρα μας, ἕνα μέν, διὰ νὰ μᾶς πληροφορήση πὼς ἐγεννήθημεν κατὰ ἀλήθειαν τέκνα Θεοῦ μὲ τὴν ἀναγέννησιν τοῦ θείου Βαπτίσματος· ἄλλο δέ, ὅτι πρέπει νὰ φυλάττωμεν καὶ τὰ σημάδια, ἤγουν τὰς ἀρετάς τοῦ Πατρός μας, ἐντρεπόμενοι τρόπον τινὰ τὴν συγγένειαν ὁπού ἔχομεν μὲ αὐτόν”7. Ἠμῶν
Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ Κύριός μας διδάσκει νὰ προσφωνοῦμε τὸν Θεὸ ὄχι μόνο Πατέρα, ἀλλὰ Πάτερ ἡμῶν. Πατέρα μας. Ὄχι Πατέρα μου. Ἔτσι μᾶς ἀποτρέπει ἀπὸ μία ἐγωιστικὴ σχέσι μὲ τὸν Θεό. Ὑπάρχει ὁ Θεὸς καὶ ἐμεῖς, ὄχι ὁ Θεὸς καὶ ἐγώ. Ἔτσι ἡ καρδιὰ μας ἀνοίγει γιὰ ὅλους τούς συνανθρώπους μας ποὺ εἶναι, λόγω τῆς κοινῆς καταγωγῆς μας ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα, κατὰ φύσιν ἀδελφοί μας. Καὶ πρὸς ὅλους τούς ὀρθοδόξους χριστιανοὺς πού, λόγω τῆς κοινῆς πίστεώς μας καὶ κοινῆς γεννήσεώς μας ἀπὸ τὴν ἴδια πνευματικὴ κοιλία τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ἁγία κολυμβήθρα, εἶναι ἐπιπλέον καὶ κατὰ χάριν καὶ κατὰ πνεῦμα ἀδελφοί μας.
Πῶς μπορεῖς νὰ ἔχης τὸν Θεὸ Πατέρα χωρὶς νὰ δέχεσαι τοὺς συνανθρώπους σου καὶ μάλιστα τοὺς ὁμοπίστους σου ὡς ἀδελφούς;
«Μᾶς διδάσκει ὁ Κύριος, γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, νὰ προσευχώμεθα γιὰ ὅλους, νὰ ἀναφέρουμε τὶς δεήσεις γιὰ τὸ κοινὸ σῶμα καὶ καθόλου νὰ μὴ ἐπιδιώκουμε τὸ ἀτομικό μας συμφέρον, ἀλλὰ σὲ κάθε περίπτωσι τὸ τοῦ πλησίον. Ἔτσι καὶ τὴν ἔχθρα ἀφαιρεῖ καὶ τὴν ἀφροσύνη καταστέλλει, καὶ τὸν φθόνο ἐκβάλλει, καὶ τὴν μητέρα ὅλων τῶν ἀγαθῶν τὴν ἀγάπη εἰσάγει, καὶ τὴν ἀνωμαλία ἐξορίζει τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων καὶ δείχνει ὅτι εἶναι πολὺ μεγάλη ἡ ὁμοτιμία τοῦ βασιλέως πρὸς τὸν πτωχό, ἀφοῦ στὰ μέγιστα καὶ ἀναγκαιότατα μετέχουμε ὅλοι.
Μὲ τὸ νὰ δεχθῆ νὰ κληθῆ πατέρας ὅλων ἐχάρισε σὲ ὅλους τὴν ἴδια εὐγενικὴ καταγωγὴ καὶ ἄρα καὶ ὁμοτιμία. Ἔτσι ὅλοι εἴμαστε ἑνωμένοι καὶ κανεὶς δὲν ἔχει περισσότερο ἀπὸ τὸν ἄλλο, οὔτε ὁ πλούσιος ἀπὸ τὸν πτωχό, οὔτε ὁ κύριος ἀπὸ τὸν δοῦλο, οὔτε ὁ ἄρχων ἀπὸ τὸν ἀρχόμενο, οὔτε ὁ βασιλεὺς ἀπὸ τὸν στρατιώτη, οὔτε ὁ φιλόσοφος ἀπὸ τὸν βάρβαρο, οὔτε ὁ σοφὸς ἀπὸ τὸν ἀγράμματο»8.
Ὅπως θὰ ἰδοῦμε περαιτέρω, καὶ τὰ λοιπὰ αἰτήματα τῆς Κυριακῆς προσευχῆς μᾶς βοηθοῦν νὰ ξεπεράσουμε τὸν νοσηρὸ ἀτομικισμὸ καὶ ἐγωκεντρισμό μας, τὴν φιλαυτία, καὶ νὰ ἀνοιχθοῦμε καὶ προσφερθοῦμε στὸν Θεὸ Πατέρα καὶ στοὺς ἀδελφούς μας. Νὰ ἀποκτήσουμε δηλαδὴ τὴν φιλοθεΐα, ποὺ εἶναι ἀναπόσπαστα συνδεδεμένη μὲ τὴν φιλανθρωπία-φιλαδελφία.
Ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς
Ὁ Πανάγιος Θεὸς εἶναι Πατέρας μας, ἀλλὰ καὶ ὁ μόνος ἐν τοῖς οὐρανοῖς Πατέρας. Διευκρινίζει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος: “Τὸ δὲ ἐν τοῖς οὐρανοῖς ὅταν εἴπη, οὐκ ἐκεῖ τὸν Θεὸν συγκλείων τοῦτο φύσιν, ἀλλὰ τῆς γῆς ἀπάγων τὸν εὐχόμενον καὶ τοῖς ὑψηλοῖς προσηλῶν χωρίοις καὶ ταῖς ἄνω διατριβαῖς”9. Δὲν περιορίζει δηλαδὴ τὸν Θεὸ στὸν οὐρανὸ ἀλλὰ ὑψώνει ἀπὸ τὴν γῆ τὸν προσευχόμενο καὶ τὸν προσηλώνει στοὺς ἀνώτερους χώρους καὶ τὶς ἄνω κατοικίες.
Τὴν ἁγιότητα λοιπὸν τοῦ Θεοῦ Πατρὸς δηλώνει τὸ “ἐν οὐρανοῖς” καὶ ὄχι τὸν τόπο τοῦ πανταχοῦ παρόντος Θεοῦ.
Ἔτσι θεολογεῖ καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης: “Διότι ἡ διάστασις ἀνάμεσα στὸ θεῖο καὶ τὸ ἀνθρώπινο δὲν εἶναι τοπική, ὥστε νὰ χρειαστοῦμε κάποιο τέχνασμα ἢ κάποια ἐπινόησι, γιὰ νὰ μεταφέρουμε τὸ βαρὺ καὶ παχυλὸ καὶ χωμάτινο τοῦτο σαρκίο στὴν ἀσώματο καὶ νοερὰ διαγωγή. Ἀλλὰ ἐπειδὴ ἡ ἀρετὴ εἶναι νοητῶς χωρισμένη ἀπὸ τὸ κακό, στὴν προαίρεσι μόνο τοῦ ἀνθρώπου ἀποκεῖται τὸ νὰ εἶναι σὲ ἐκεῖνο, πρὸς τὸ ὁποῖο κλίνει μὲ τὴν ἐπιθυμία του”10.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης μᾶς δίδει τὴν πρακτικὴ καὶ ἠθικὴ συνέπεια τῆς φράσεως αὐτῆς: “Ἀλλ’ ἐπειδὴ ὁ Πατέρας μας εἶναι εἰς τοὺς οὐρανούς, πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ βλέπωμεν μὲ τὸν νοῦν μας εἰς τὸν οὐρανόν, ἐκεῖ ὅπου εἶναι ἡ πατρίδα μας, ἡ ἄνω Ἱερουσαλήμ, καὶ ὄχι κάτω εἰς τὴν γῆν ὡσὰν τοὺς χοίρους, ἀλλ’ εἰς αὐτὸν τὸν γλυκύτατόν μας Σωτήρα καὶ Δεσπότην καὶ εἰς τὰ οὐράνια κάλλη τοῦ Παραδείσου. Ὄχι μόνον εἰς καιρὸν προσευχῆς, ἀλλὰ παντοτεινά καὶ εἰς κάθε καιρὸν πρέπει νὰ ἔχωμεν τὸν νοῦν μας εἰς τὸν οὐρανόν, διὰ νὰ μὴ σκορπίζεται ἐδῶ κάτω εἰς τὰ φθαρτὰ καὶ πρόσκαιρα πράγματα”11.
Ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου
Εἶναι τὸ πρῶτο αἴτημα τῆς Κυριακῆς προσευχῆς. Τὸ “ἁγιασθήτω” σημαίνει “δοξασθήτω”, κατὰ τὸν ἅγιο Χρυσόστομο.
Δὲν ἔχει ἀσφαλῶς ὁ ἄκτιστος Θεὸς τὴν ἀνάγκη νὰ δοξάζεται ἀπὸ τὰ κτιστά του πλάσματα. Θέλει ὅμως νὰ τὸν δοξάζουμε, γιατί αὐτὸ ὠφελεῖ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους.
Μᾶς προφυλάσσει ἀπὸ τὸν κίνδυνο νὰ δοξάζουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ δόξα ψευδῆ, ποὺ δὲν μᾶς ἀνήκει. Ἡ φιλοδοξία εἶναι γέννημα τῆς φιλαυτίας.
Δοξάζοντας τὸν Θεὸ τοποθετούμεθα σωστὰ στὸν κόσμο, ἀναγνωρίζοντας τὸν Θεὸ ὡς ἄξιο δόξης, γιατί αὐτὸς εἶναι ὁ Δημιουργός, ὁ Πατέρας, ὁ Πανάγιος, ὁ Λυτρωτής, ἡ Ἀρχὴ καὶ τὸ Τέλος, τὸ Κέντρο τοῦ κόσμου. Ἐνῶ ἐμεῖς εἴμεθα πλάσματά Του, ποὺ ὑπάρχουμε καὶ ζοῦμε γιατί ἐκεῖνος τὸ θέλει.
Δοξάζοντας τὸν ἑαυτό σου ἐξαπατᾶσαι. Δοξάζοντας τὸν Θεὸ ἀναγνωρίζεις τὴν φύσι σου, τὸν προορισμό σου, ὅτι δηλαδὴ δὲν εἶσαι τὸ κέντρο τοῦ κόσμου, δὲν εἶσαι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἁγιότητος, δὲν εἶσαι ἀπὸ μόνος σου ἄπειρος καὶ ἀθάνατος. Μὲ ἄλλα λόγια δέχεσαι τὰ ὅριά σου.
Ὅταν οἱ ἄνθρωποι δοξάζουν τὸν ἑαυτό τους δὲν μποροῦν νὰ δοξάσουν τὸν Θεό. Αὐτὸ ἔπαθαν οἱ πρωτόπλαστοι. Αὐτὸ ἔπαθαν οἱ διδάσκαλοι τοῦ Ἰσραήλ, γιὰ τοὺς ὁποίους ὁμιλεῖ ὁ Κύριος στὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο: “Πῶς δύνασθε ὑμεῖς πιστεῦσαι, δόξαν παρ’ ἀλλήλων λαμβάνοντες καὶ τὴν δόξαν τὴν παρὰ τοῦ μόνου Θεοῦ οὐ ζητεῖτε;” (Ἰω. 5, 44). Αὐτὸ παθαίνει καὶ ἡ σύγχρονη οὐμανιστική μας φιλοσοφία, ποὺ θέλει τὸν ἄνθρωπο κέντρο τοῦ κόσμου. Τὴν στάσι τοῦ οὐμανιστοῦ ἀνθρώπου συνοψίζει ὁ Γάλλος ἄθεος συγγραφεὺς Ζ. Π. Σάρτρ, ὅταν λέγη πρὸς τὸν Θεό: “Ὅταν ὑπάρχης Σύ, δὲν μπορῶ νὰ ὑπάρχω ἐγώ. Ἢ Σὺ ἢ ἐγώ”.
Καὶ ὅμως ὁ ἄνθρωπος τότε ἀληθινὰ δοξάζεται, ὅταν δοξάζη τὸν Θεό, ὅταν μέσα στὸν Θεὸ μπορεῖ νὰ γίνη ὄχι ἀνεξάρτητος ἀπὸ τὸν Θεό, ὄχι ψευδοθεός, ἀλλὰ Θεὸς κατὰ Χάριν, ἄναρχος, καὶ ἀτελεύτητος, κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ.
Οἱ πρόσφατες πολιτικὲς ἐξελίξεις στὴν ἀνατολικὴ Εὐρώπη ἔδειξαν γιὰ μία ἀκόμη φορά πώς, ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἀρνοῦνται νὰ δοξάσουν τὸν Θεό, θεοποιοῦν κάποιον ἄνθρωπο ποὺ τὸν δοξάζουν ὡς θεό. Τὰ εἴδωλα ὅμως πέφτουν καὶ οἱ ἀρνούμενοι νὰ δοξάσουν τὸν ἀληθινὸ Θεὸ βρίσκονται στὸ χάος.
Καὶ ἀκόμη, ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀρνεῖται νὰ δοξάση τὸν Θεό, στὸ τέλος ἀντὶ δόξης περιβάλλεται τὴν ἀθλιότητα ἀκατονόμαστων παθῶν καὶ κακιῶν.
Οἱ χριστιανοὶ μποροῦν νὰ συντελέσουν στὸ νὰ δοξάζεται ὁ Θεός, ὅταν ζοῦν ζωὴ ἁγία. Ἂς θυμηθοῦμε τὰ λόγια του Κυρίου: “Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν Πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς” (Ματθ. 5, 16).
Ἀντίθετα ὅταν δὲν ἔχουμε πολιτεία ἀντάξια τοῦ Θεοῦ, στὸν ὁποῖον πιστεύουμε, “βλασφημεῖται τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ δι’ ὑμᾶς ἐν τοῖς ἔθνεσι” (Ρωμ. 2, 24). Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ εὐχὴ “ἁγιασθήτω τὸ ὄνομα σου” σημαίνει τελικά, κατὰ τὸν ἅγιο Χρυσόστομο: “καταξίωσον… οὕτως ἡμᾶς βιοῦν καθαρῶς, ὡς δι’ ἡμῶν ἄπαντας σὲ δοξάζειν”12. Κατὰ τὸν ἴδιο Ἅγιο, εἶναι δεῖγμα τελείας φιλοσοφίας τὸ νὰ δίδουμε σὲ ὅλους τὸ παράδειγμα ἀκηλίδωτου βίου, ὥστε κάθε ἕνας ποὺ μᾶς βλέπει νὰ ἀναπέμπη στὸν Κύριο τὴν δοξολογία γι’ αὐτὸ.
Τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ δοξάζεται, ὅταν οἱ χριστιανοὶ ἀδιάλειπτα, καρδιακὰ καὶ νοερὰ κράζουν: “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν”. Ἐλέχθη ἤδη ὅτι τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἡ ἐπίκλησις τοῦ Θείου ὀνόματος ἁγιάζει τὸν ἄνθρωπο. Καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἁγιάζεται, δοξάζεται καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας.
Ἐπὶ τῇ εὐκαιρία θὰ ἤθελα νὰ ἐκφράσω τὴν ἄποψη ὅτι ἡ εὐχὴ “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν”, εἶναι σύνοψις τῆς Κυριακῆς προσευχῆς. Ἡ ἐπίκλησις καὶ τὰ τρία πρῶτα αἰτήματα συνοψίζονται στὸ “Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ”, ἐνῶ τὰ τρία τελευταῖα στὸ “ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν”.
Ἔτσι ἡ εὐχὴ ἐκφράζει τὸ πνεῦμα τῆς Κυριακῆς προσευχῆς, καὶ ἀκόμη προετοιμάζει τὸν εὐχόμενο νὰ λέγη μὲ περισσότερο ζῆλο καὶ πνευματικὴ αἴσθησι τὸ “Πάτερ ἡμῶν”.
Ἐλθέτω ἡ Βασιλεία σου
Ὅταν ὁ Θεὸς βασιλεύη στὸν ἄνθρωπο, ὁ ἄνθρωπος ἐλευθερώνεται, εἰρηνεύει, ἀναπαύεται, ἁγιάζεται. Ὅταν δὲν βασιλεύη ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο, ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐκτεθειμένος στὴν τυραννία τοῦ διαβόλου ποὺ τὸν ὑποδουλώνει στὰ πάθη, στὴν φιλαυτία καὶ τὸν φέρνει στὴν ἀνία, στὸ κενό, στὴν πλῆξι, στὴν μοναξιά, κάνοντας τὴν ζωὴ του κόλασι.
Ὁ σημερινὸς κόσμος ποὺ ἀρνεῖται τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, βασανίζεται ἀπὸ φρικτὲς δαιμονικὲς καταστάσεις, ὅπως τὴν μαγεία, τὶς δεισιδαιμονίες, τὰ ναρκωτικά, τὴν τρομοκρατία, τὰ ἐγκλήματα, τὴν διάλυσι τῆς οἰκογενείας.
Μᾶς διδάσκει λοιπὸν ὁ Κύριος νὰ ζητοῦμε νὰ ἔλθη ἡ Βασιλεία του, ποὺ κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: “Ἐπειδὴ ἡ ἀνθρώπινη φύσις αὐτοθελήτως ἐσκλαβώθη εἰς τὸν ἀνθρωποκτόνον Διάβολον, διὰ τοῦτο μᾶς προστάζει ὁ Κύριός μας νὰ παρακαλοῦμεν τὸν Θεὸν νὰ μᾶς ἐλευθερώση ἀπὸ τὴν πικράν τυραννίαν τοῦ Διαβόλου. Ἀλλεοτρόπως δὲ τοῦτο δὲν γίνεται πάρεξ ἐὰν ἔλθη ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἰς ἡμᾶς, ἤγουν τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, διὰ νὰ ἀποδιώξη ἀπὸ λόγου μας τὸν τύραννον ἐχθρὸν καὶ νὰ βασιλεύση εἰς ἡμᾶς… Διά τοῦτο πρέπει νὰ λέγωμεν κατὰ τὸν θεῖον Μάξιμον: «Ἐλθέτω τὸ Πνεῦμα σου τὸ Ἅγιον, ὅπως καθαρίση ἡμᾶς ὁλικῶς ψυχὴ τε καὶ σώματι»· ἤγουν, ἂς ἔλθη τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, διὰ νὰ μᾶς καθαρίση τελείως καὶ κατὰ τὸ σῶμα καὶ κατὰ τὴν ψυχήν, διὰ νὰ γίνωμεν κατοικία ἀξία εἰς τὸ νὰ ὑποδεχθῶμεν ὅλην τὴν Ἁγίαν Τριάδα διὰ νὰ βασιλεύση εἰς τὸ ἑξῆς ὁ Θεὸς εἰς ἡμᾶς, ἤγουν εἰς τὰς καρδίας μας, καθὼς εἶναι γεγραμμένον: “ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστίν” (Λουκ. 17, 21)13.
Μᾶς λέγει ἡ Γένεσις ὅτι κατὰ τὴν δημιουργίαν τοῦ κόσμου σκότος ἐκάλυπτε τὴν ἄβυσσο καὶ Πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω του ὕδατος. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔδιωξε τὰ σκοτάδια καὶ ἐμορφοποίησε τὸ χάος. Σκότος καὶ χάος βασιλεύει καὶ στὸ ἐσωτερικό τοῦ ἀνθρώπου. Μόνον ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀφήση τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ κατοικήση μέσα του, καθαρίζεται ἀπὸ τὰ πάθη, φωτίζεται, βρίσκει τὴν ἐσωτερική του ἰσορροπία καὶ ἑνότητα. Γι’ αὐτὸ καὶ στὴν προσευχὴ πρὸς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ “Βασιλεῦ οὐράνιε”, ποὺ εἶναι ἐπέκτασις τοῦ “ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου”, λέμε: “ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλίδος καὶ σῶσον ἀγαθὲ τὰς ψυχάς ἡμῶν”.
Γράφει σχετικὰ καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης: “Ἂν λοιπὸν ζητήσουμε νὰ ἔρθει σ’ ἐμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, αὐτὰ νὰ ἱκετεύσομε τὸν Θεὸ μὲ ὅλη τὴ δύναμή μας: Ν’ ἀπαλλαγῶ ἀπὸ τὴ φθορά, νὰ ἐλευθερωθῶ ἀπὸ τὸ θάνατο, νὰ μοῦ χαλαρωθοῦν τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας, νὰ μὴ βασιλεύει ἐπάνω μου ὁ θάνατος, ν’ ἀδρανήσει πιὰ ἡ ἐναντίον μου τυραννικὴ ἐξουσία τῆς κακίας, νὰ μὴ μὲ νικήσει ὁ ἐχθρὸς οὔτε νὰ μ’ αἰχμαλωτίσει μὲ τὴν ἁμαρτία΄ ἀλλὰ ἂς ἔρθει σ’ ἐμένα ἡ βασιλεία σου, γιὰ νὰ ἀποχωρήσουν ἀπὸ μένα ἢ καλύτερα νὰ ἀποχωρήσουν στὸ μὴ ὂν τὰ πάθη ποὺ κυριαρχοῦν τώρα καὶ βασιλεύουν”14
Εἶναι φανερὸ ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι μία ἐξωτερικὴ τακτοποίησις τοῦ κόσμου, ἀλλὰ ἡ ἐνοίκησις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὶς καρδιές μας, ποὺ ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴν μεταμόρφωσι τοῦ κόσμου μέσω τῶν μεταμορφωμένων ἀνθρώπων.
Γι’ αὐτὸ ἡ ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας οὐδέποτε ἐπεδίωξε τὴν κατάκτησι τοῦ κόσμου, ὅπως ὁ δυτικὸς χριστιανισμός, ἀλλὰ τὴν ἐν Χριστῷ μεταμόρφωσί του. Καὶ ὁ ὀρθόδοξος μοναχισμὸς δὲν εἶναι ἀκτιβιστικὸς -τῶν ἔργων-, ἀλλὰ ἡσυχαστικός, τῆς προσευχῆς καὶ τῆς θεωρίας, μέσω τῆς ὁποίας ὁ ἄνθρωπος ἁγιάζεται καὶ μεταμορφώνεται σὲ καινὴ κτίσι.
Ἡ μετοχὴ τῶν Ἁγίων στὸ ἄκτιστο φῶς τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι, κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ, μετοχὴ στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, στὴν δόξα του καὶ στὴν λαμπρότητά του.
Γενηθήτω τὸ θέλημά σου ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς
Τὸ ἐγωιστικὸ θέλημα ἐχώρισε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεό, τὸν ἐξώρισε ἀπὸ τὸν παράδεισο καὶ ἔγινε αἰτία ὅλων τῶν κακῶν. Ἂν δὲν ἀπαρνηθῆ ὁ ἄνθρωπος τὸ ἐγωιστικό του θέλημα καὶ δὲν υἱοθετήση τὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ, δὲν μπορεῖ νὰ θεραπευθῆ ἀπὸ τὴν βαρειὰ ἀρρώστια τῆς φιλαυτίας καὶ τοῦ ἐγωισμοῦ.
Τὴν ἀνυπακοὴ τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας στὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Κυρίου ἦλθε νὰ διορθώση ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ Χριστός, καὶ ἡ νέα Εὔα, ἡ Θεοτόκος, μὲ τὴν τελεία ὑπακοή Τους.
Ὁ Χριστὸς ἔγινε ὑπήκοος στὸ θέλημα τοῦ Πατρὸς Του μέχρι θανάτου καὶ μάλιστα σταυρικοῦ θανάτου. Κατὰ τὴν ἀγωνία τῆς Γεθσημανῆ ὁ Κύριος παρεδόθη τελείως στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ Πατρός: “Πάτερ μου, εἰ δυνατόν ἐστι, παρελθέτω ἀπ’ ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο· πλὴν οὒχ ὡς ἐγὼ θέλω, ἀλλ’ ὡς σὺ” (Ματθ. 26, 39).
Μᾶς ἄνοιξε ἔτσι τὸν κλειστὸ μέχρι τώρα δρόμο πρὸς τὸν Θεὸ διὰ τῆς ὑπακοῆς Του καὶ ἔγινε ὁ πνευματικὸς γενάρχης τῆς γενεᾶς τῶν ὑπηκόων τέκνων τοῦ Θεοῦ.
Κάθε χριστιανὸς ποὺ ἀποτάσσεται πρὸ τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος τὸν διάβολο καὶ συντάσσεται μὲ τὸν Χριστό, ὑπόσχεται νὰ εἰσέλθη στὴν ὑπακοὴ τοῦ Χριστοῦ.
Τὴν χάρι νὰ κάνουμε ἐμεῖς καὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Κυρίου ζητοῦμε μὲ τὸ αἴτημα αὐτό. Ζητοῦμε δὲ νὰ γίνη τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ὁλοκληρωτικά, ὅπως γίνεται ἀπὸ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους, ποὺ κάνουν τελεία ὑπακοὴ στὸν Θεό. Ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος: “οὕτω καὶ ἡμᾶς καταξίωσον τοὺς ἀνθρώπους μὴ ἐξ ἡμισείας τὸ θέλημά σου ποιεῖν, ἀλλὰ πάντα καθάπερ θέλεις πληροῦν”. Καὶ προσθέτει: “Καὶ πάλιν τὴν ὑπὲρ τῆς οἰκουμένης πρόνοιαν ἕκαστον ἡμῶν τῶν προσευχομένων ἀναδέχεσθαι ἐπέταξεν. Οὐδὲ γὰρ εἶπε, γενηθήτω τὸ θέλημά σου ἐν ἐμοί, ἢ ἐν ἡμῖν· ἀλλά, πανταχοῦ τῆς γῆς, ὥστε λυθῆναι τὴν πλάνην καὶ φυτευθῆναι τὴν ἀλήθειαν καὶ ἐκβληθῆναι κακίαν ἅπασαν καὶ ἐπανελθεῖν ἀρετήν, καὶ μηδὲν ταύτην διαφέρειν λοιπὸν τὸν οὐρανὸν τῆς γῆς. Εἰ γὰρ τοῦτο γένοιτο, φησίν, οὐδὲν διοίσει τὰ κάτω τῶν ἄνω, εἰ καὶ τῇ φύσει διέστηκεν, ἀγγέλοις ἐτέροις τῆς γῆς ἡμῖν ἐπιδεικνυμένοις”15.
Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἐκήρυττε καὶ ζητοῦσε ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς νὰ ζοῦν τὴν τέλεια χριστιανικὴ ζωή, ὥστε πρὶν μεταστοῦν στὴν αἰώνια ζωὴ νὰ ζοῦν τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Νὰ γίνη ἡ γῆ οὐρανός.
Οἱ ἄνθρωποι τηροῦν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ ἢ ἀπὸ φόβο νὰ μὴ κολαστοῦν, ἢ γιὰ νὰ λάβουν ἀμοιβὴ ἀπὸ τὸν Θεό, ἢ ἀπὸ καθαρὴ καὶ ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό. Στὴν πρώτη περίπτωση ἐνεργοῦν σὰν δοῦλοι, στὴν δεύτερη σὰν μισθωτοὶ καὶ στὴν τρίτη σὰν υἱοί. Πρὸς αὐτὸ τὸ τελευταῖο πρέπει νὰ τείνουμε ὅλοι. Νὰ κάνουμε τὸ θεῖο θέλημα ἀπὸ καθαρὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, ὡς υἱοί Του. Αὐτὸ εἶναι δεῖγμα τελειότητας. Ἔτσι κάνουν καὶ ἅγιοι ἄγγελοι στὸν οὐρανό.
Ὅσο ὁ ἄνθρωπος κάνει τὸ δικό του θέλημα, δὲν μπορεῖ νὰ βρῆ ἀληθινὴ ἐσωτερικὴ ἀναύπασι. Ὅταν ὅμως κάνη τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, συμφιλιώνεται μὲ τὸν Θεὸ καὶ εἰρηνεύει. Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ ἄνωθεν εἰρήνη ποὺ ζητοῦμε στὴ Θεία Λειτουργία.
Μέσα στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ κρύβεται ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅποιος τηρεῖ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ ἑνώνεται μὲ τὸν Θεό.
Ἀλλὰ καὶ ὅταν ἀκόμη κάνουμε ὅλα τὰ διαταχθέντα, θὰ αἰσθανόμαστε ὡς “ἀχρεῖοι δοῦλοι”, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, γιατί δὲν σωζόμαστε ἀπὸ τὰ καλά μας ἔργα, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ. Ἡ φαρισαϊκὴ αὐτοδικαίωσι (ἠθικισμὸς) δὲν ἔχει καμμία σχέσι μὲ τὸ ταπεινὸ ὀρθόδοξο χριστιανικὸ ἦθος. Ὅπως ἐδίδαξε καὶ ὁ ἅγιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ, τὰ καλά μας ἔργα ἀποτελοῦν προϋπόθεσι γιὰ νὰ λάβουμε τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ καρπὸ της ποτὲ ὅμως δὲν μποροῦν νὰ ἀποτελοῦν τὸν σκοπὸ τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, ποὺ εἶναι πάντα ἡ ἀπόκτησις τῆς θείας Χάριτος.
Ἡ τήρησις τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ποὺ κατὰ βάθος ἐκφράζουν τὴν περιεκτικὴ ἀρετὴ τῆς ἀγάπης, ὁδηγεῖ στὴν ἀληθινὴ ἐλευθερία, τὴν ἐλευθερία τῆς ἀγάπης ποὺ ἐλευθερώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν ἐγωισμό. Ἡ ἐλευθερία τοῦ ἐγωισμοῦ εἶναι ψευδοελευθερία. Οἱ χριστιανοὶ διαλέγοντας τὴν ὑπακοή τους πρὸς τὸν Θεὸ διαλέγουν τὴν ἐλευθερία τῆς ἀγάπης, ποὺ προϋποθέτει τὸ σταύρωμα καὶ τὴν θυσία τοῦ ἐγωισμοῦ μας.
Εἶναι αὐτὸ ποὺ λέγουν οἱ ἅγιοι Πατέρες μέσα ἀπὸ τὸν ἀγώνα καὶ τὴν ἐμπειρία τους: “Ἡ ὑπακοὴ ζωή, ἡ ἀνυπακοὴ θάνατος”.
Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον
Κατὰ τὸν ἅγιο Χρυσόστομο, ὅσον ἀφορᾶ τὴν πολιτεία, τὸ ἦθος, ὁ Κύριος ἐπιτάσσει νὰ ζητοῦμε ἀγγελικὴ διαγωγὴ καὶ νὰ ἐκπληρώνουμε ὅτι οἱ ἄγγελοι ἐκπληρώνουν. Ἐπειδὴ ὅμως ἐμεῖς ὡς ἄνθρωποι φέρουμε σάρκα, μᾶς ἐδίδαξε νὰ ζητοῦμε καὶ τὰ ἀναγκαία γιὰ τὸ σῶμα. Νὰ μὴ ζητοῦμε τὴν πολυτέλεια καὶ τὴν τρυφή, ἀλλὰ τὸν ἄρτον τὸν ἐπιούσιον (δηλαδὴ τὰ βασικὰ καὶ ἀπαραίτητα), καὶ μάλιστα “σήμερον”, χωρὶς ἀγωνιώδη μέριμνα, “ὥστε μὴ περαιτέρω συντρίβειν ἑαυτοὺς τῇ φροντίδι τῆς ἐπιούσης ἡμέρας”16. Μὲ τὸ αἴτημα αὐτὸ ζητοῦμε, κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας, ὄχι μόνο τὸν ὑλικὸ ἄρτο, ἀλλὰ κυρίως τὸν πνευματικὸ Ἄρτο, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Ὁ Χριστὸς προσφέρεται σὲ μᾶς μὲ τὸ λόγο Του καὶ μὲ τὸ Σῶμα καὶ μὲ τὸ Αἷμα Του. Σὲ κάθε Θεία Λειτουργία γίνεται αὐτὴ ἡ προσφορά.
Στὸ πρῶτο μέρος τῆς Θείας Λειτουργίας, τὸ διδακτικό, προσφέρεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς στίχους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στὰ Ἀντίφωνα καὶ στὴ συνέχεια μὲ τὸ Ἀποστολικὸ καὶ τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα. Στὸν Ἅγιον Ὅρος ψάλλονται καὶ οἱ μακαρισμοί.
Στὸ δεύτερο μέρος τῆς Θείας Λειτουργίας μετέχουμε στὴν θυσία τοῦ Χριστοῦ καὶ κοινωνοῦμε τὸ σταυρωθὲν καὶ ἀναστᾶν Σῶμα Του. Γι’ αὐτὸ καὶ πρὸ τῆς Θείας Κοινωνίας ἀπαγγέλλουμε τὴν Προσευχὴ αὐτή, ἀφοῦ προηγηθῆ ἡ ἐκφώνησις “καὶ καταξίωσον ἡμᾶς, Δέσποτα, μετὰ παρρησίας ἀκατακρίτως τολμᾶν ἐπικαλεῖσθαι Σὲ τὸν ἐπουράνιον Θεὸν Πατέρα, καὶ λέγειν”.
Ἔτσι ἡ προσευχὴ αὐτὴ συνδέεται ἄμεσα μὲ τὴν Θεία Εὐχαριστία καὶ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν εὐχαριστιακὴ χρῆσι τοῦ κόσμου. Ζητώντας ἀπὸ τὸν Θεὸ τὰ ἀγαθά, Τὸν ἀναγνωρίζουμε ὡς τὸν μόνο χορηγὸ κάθε καλοῦ, καὶ ὅλα τὰ δῶρα τῆς ζωῆς τὰ ἀναγνωρίζουμε ὡς δικά Του δῶρα.
Αὐτὸ μᾶς βοηθεῖ νὰ ἔχουμε ταπείνωσι, εὐγνωμοσύνη καὶ εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεό. “Εὐχαριστήσωμεν τῷ Κυρίῳ”, “Ἄξιον καὶ δίκαιον”, “Ὑπὲρ τούτων ἁπάντων εὐχαριστοῦμέν σοι… τῶν φανερῶν καὶ ἀφανῶν εὐεργεσιῶν τῶν εἰς ἡμᾶς γεγενημένων… ὧν ἴσμεν καὶ ὧν οὐκ ἴσμεν”.
Μᾶς βοηθεῖ ἀκόμη νὰ ἀντιπροσφέρουμε στὸν Θεὸ τὰ δῶρα Του: “Τὰ σά ἐκ τῶν σῶν σοί προσφέρομεν κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα”.
Τώρα μποροῦμε νὰ τηροῦμε τὴν σωστὴ στάσι ἀπέναντι τῶν δώρων τοῦ Θεοῦ, ἀνθρώπων καὶ πραγμάτων, ποὺ ἐπειδὴ εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ δὲν πρέπει νὰ τὰ περιφρονοῦμε ἢ νὰ τὰ ἀτιμάζουμε ἢ νὰ τὰ ἐκμεταλλευώμεθα. Ἔτσι μποροῦμε νὰ κάνουμε τὴν σωστὴ εὐχαριστιακὴ χρῆσι τοῦ κόσμου ἀποφεύγοντας τὴν πνευματικῶς καταστροφικὴ κατάχρησι ἢ παράχρησι. Ἂν εἴχαμε υἱοθετήσει τὸν εὐχαριστιακὸ τρόπο ζωῆς, θὰ σεβώμαστε τὴν κτίσι ποὺ μᾶς περιβάλλει καὶ δὲν θὰ εἴχαμε φθάσει στὴν σημερινὴ φοβερὴ οἰκολογικὴ καταστροφή.
Ἂς προσέξουμε καὶ τοῦτο. Ὁ σύγχρονος καταναλωτικὸς τρόπος ζωῆς ἔρχεται σὲ πλήρη ἀντίθεσι μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ αἰτήματος αὐτοῦ. Δὲν εἶναι εὐχαριστιακός, ἀλλὰ ἀχαριστιακός. Δὲν εἶναι φιλάδελφος, ἀλλὰ ἐγωιστικὸς καὶ ἀτομικιστικός. Δὲν ἀγαπᾶ τὴν λιτότητα, τὸν ἐπιούσιο, ἀλλὰ ἐπιδιώκει τὴν ἀλόγιστη σπατάλη καὶ πολυτέλεια. Ὅλοι ὅμως γνωρίζουμε ὅτι ἡ ὑπερκαταναλωτικὴ κοινωνία μας τελικὰ γίνεται ὁ τάφος μας καὶ ἡ αἰτία πολλῶν ἀδικιῶν καὶ κοινωνικῶν κακῶν.
Εἶναι ἀκόμη ἀξιοπρόσεκτο ὅτι δὲν ζητοῦμε τὸν ἄρτο τὸν ἐπιούσιο μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό μας, ὅπως καὶ στὰ προηγούμενα αἰτήματα, ἀλλὰ γιὰ ὅλους μας. Δὲν μπορεῖς νὰ ξεχάσεις τοὺς ἀδελφούς σου, ὅταν ζητᾶς ἀπὸ τὸν Θεὸ τὰ ὑλικὰ καὶ πνευματικὰ ἀγαθά.
Στὸ “ἡμῶν” καὶ στὸ “ἡμῖν” τοῦ αἰτήματος αὐτοῦ βασίζεται ἡ ὀρθόδοξος κοινωνιολογία, φιλανθρωπία καὶ φιλαδελφία. Μᾶς θυμίζει τὸν πολλαπλασιασμὸ ἀπὸ τὸν Κύριο τῶν πέντε ἄρτων καὶ τῶν δύο ἰχθύων στὴν ἔρημο γιὰ νὰ χορτάση ὅλος ὁ λαός. Ὅπως καὶ τὴν κοινοκτημοσύνη τῶν πρώτων χριστιανῶν τῶν Ἱεροσολύμων καὶ τῶν συγχρόνων μοναστικῶν κοινοβίων.
Ἐδῶ ἀκόμη βασίζεται καὶ ἡ ὀρθόδοξος ἱεραποστολή. Πῶς μποροῦμε νὰ μὴ πονέσουμε καὶ νὰ μὴν ἐνδιαφερθοῦμε γιὰ τὴν μετάδοσι τοῦ οὐρανίου Ἄρτου σ’ αὐτοὺς πού λιμοκτονοῦν πνευματικά;
Καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν
Ὅσο ὁ ἄνθρωπος ζῆ ἐγωκεντρικά, δὲν μπορεῖ νὰ συγχωρήση τὸν συνάνθρωπό του. Ὁ θιγόμενος ἐγωισμός του δὲν τοῦ τὸ ἐπιτρέπει. Ὅταν ὅμως ἀποφασίση διὰ τῆς μετανοίας νὰ ζήση θεοκεντρικά, τότε συγχωρεῖ ὅσους τὸν ἐστενοχώρησαν, ἀδίκησαν καὶ ἔβλαψαν.
Ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν μνησικακία θέλει ἀγώνα, γιατί ὁ ἐγωισμὸς δυναστεύει τὸν ἔσω ἄνθρωπο. Γι’ αὐτὸ ὁ Κύριός μας ἐδίδαξε νὰ ζητοῦμε τὴν συγχώρησί μας ἀπὸ τὸν Θεό, ὑπὸ τὸν ὄρο ὅτι καὶ ἐμεῖς θὰ συγχωροῦμε τοὺς πταίοντας σέ μᾶς.
Θὰ μποροῦσε, λέγει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, νὰ μᾶς συγχωρῆ ὁ Κύριος χωρὶς νὰ ἀπαιτῆ προηγουμένως νὰ συγχωροῦμε ἐμεῖς τοὺς συνανθρώπους μας. “Αλλ’ ὅμως καὶ οὕτω τὴν αὐτοῦ φιλανθρωπίαν ἐπιδείκνυται…, ἀλλὰ βούλεταί σε καὶ ἐντεῦθεν εὐεργετεῖσθαι, μυρίας σοι πανταχόθεν παρέχων ἡμερότητος καὶ φιλανθρωπίας ἀφορμάς καὶ τὸ ἐν σοί θηριῶδες ἐκβάλλων καὶ τὸν θυμὸν σβεννὺς καὶ πανταχόθεν σὲ συγκολλῶν τῷ μέλει τῷ σῷ”17.
Πράγματι μὲ τὴν μνησικακία καὶ ἐχθρότητα χωρίζεσαι ἀπὸ τὸν ἀδελφό σου, ποὺ εἶναι δικό σου μέλος, ἀφοῦ ἀμφότεροι εἶσθε μέλη Χριστοῦ καὶ ἄρα ἀλλήλων μέλη. Μὲ τὴν ἄφεσι καὶ τὴν συμφιλίωσι ἐπανασυνδέεσαι καὶ συγκολλᾶσαι μὲ τὸ δικό σου μέλος. Πῶς μπορεῖς ἀλήθεια νὰ ἀναπαύεσαι, ὅταν κάποιο μέλος σου εἶναι ἀποκολλημένο ἀπὸ τὸ σῶμα σου; Μόνο ἂν δὲν εἶσαι μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ ἢ ἂν εἶσαι νεκρὸ μέλος Του δὲν θὰ αἰσθάνεσαι καὶ τὸν ἀδελφό σου ὡς ἰδικό σου μέλος.
Ὁ χριστιανὸς ποὺ ζῆ θεοκεντρικά, ζῆ κατὰ μίμησιν τοῦ οὐράνιου Πατρός. Ἀφοῦ συγχωρεῖ ὁ Θεός, συγχωρεῖ καὶ αὐτός. Πῶς θὰ μποροῦσε ἄλλωστε νὰ ζητᾶ ἀπὸ τὸν Θεό, τὴν ἰδικὴ του συγχώρησι, χωρὶς ὁ ἴδιος νὰ συγχωρῆ τὰ ἐλαφρότερα παραπτώματα τοῦ συνδούλου του; Θὰ ὡμοίαζε πρὸς τὸν πονηρὸ δοῦλο τῆς γνωστῆς παραβολῆς πού, ἐνῶ ὁ εὔσπλαχνος Κύριος του ἐχάρισε ἕνα τεράστιο χρέος, αὐτὸς δὲν ἐχάριζε στὸν συνδουλὸ του ἐλάχιστο ποσό.
Μᾶς βοηθεῖ τὸ αἴτημα αὐτὸ ἀκόμη νὰ διατηροῦμε ταπεινὸ φρόνημα, γιατί μᾶς ὑπενθυμίζει ὄχι μόνο τὴν προσωπική μας ἁμαρτωλότητα, ἀλλὰ καὶ τὴν ἁμαρτωλότητα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, στὴν ὁποία εὔστοχα ἀναφέρεται ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης: «Ἂς μετρήσομε λοιπὸν ἀρχίζοντας ἀπὸ δῶ τὰ πλημμελήματα τῶν ἀνθρώπων ἀπέναντι στὸ Θεό.
Κατὰ πρῶτον ὁ ἄνθρωπος ἔγινε ἔνοχος τιμωρίας στὸν Θεό, γιατί ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸ δημιουργό του κι αὐτομόλησε στὶς τάξεις τοῦ ἐχθροῦ, ἀφοῦ ἔγινε δραπέτης κι ἀποστάτης ἀπὸ τὸν φυσικὸ Κύριό του.
Δεύτερο, γιατί ἀντάλλαξε τὴν αὐτεξούσια ἐλευθερία του μὲ τὴν ὀλέθρια δουλεία τῆς ἁμαρτίας καὶ προτίμησε, ἀντὶ νὰ εἶναι κοντὰ στὸν Θεό, νὰ ἐξουσιάζεται ἀπὸ τὴ δύναμι τῆς καταστροφῆς.
Ἀλλὰ ἀπὸ ποιὸ κακὸ θὰ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ δεύτερο τὸ νὰ μὴ βλέπει τὴν ὀμορφιὰ τοῦ δημιουργοῦ, ἀλλὰ νὰ στρέψει τὸ πρόσωπό του στὴν ἀσχήμια τῆς ἁμαρτίας;
Ἀλλὰ καὶ ἡ περιφρόνηση τῶν θεϊκῶν ἀγαθῶν καὶ ἡ προτίμηση πρὸς τὰ δολώματα τοῦ πονηροῦ σὲ ποιὸ βαθμὸ τιμωρίας μπορεῖ νὰ ταχθεῖ;
Ἐπίσης ἡ καταστροφὴ τῆς εἰκόνας καὶ ὁ ἀφανισμὸς τῆς σφραγίδας, ποὺ μᾶς σφράγισε κατὰ τὴν ἀρχικὴ δημιουργία μας, καὶ ἡ ἀπώλεια τῆς δραχμῆς καὶ ἡ ἀναχώρηση ἀπὸ τὸ πατρικὸ τραπέζι καὶ ὁ ἐθισμὸς στὸν βρωμερὸ βίο τῶν χοίρων καὶ ἡ κατασπατάληση τοῦ πολύτιμου πλούτου καὶ ὅσα ἄλλα παρόμοια πλημμελήματα μποροῦμε νὰ βροῦμε στὴ Γραφὴ καὶ νὰ σκεφθοῦμε μὲ τὸ νοῦ μας, ποιὸς λόγος μπορεῖ νὰ τ’ ἀριθμήσει;
Ἐπειδὴ λοιπὸν σὲ τέτοια πλημμελήματα εἶναι ἔνοχο τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπέναντι στὸν Θεὸ καὶ πρέπει νὰ ἐκτίσει τιμωρία, γι’ αὐτὸ νομίζω μᾶς παιδαγωγεῖ ὁ Λόγος μὲ τὰ λόγια τῆς προσευχῆς, νὰ μὴ δείχνομε καθόλου θάρρος κατὰ τὴ συνομιλία μας μὲ τὸν Θεό, ἐπειδὴ ἔχομε τάχα καθαρὴ συνείδηση, ἀκόμα κι ἂν εἶναι κάποιος ὅσο γίνεται περισσότερο ἀπαλλαγμένος ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα πλημμελήματα»18 .
Καὶ μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ρῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ
Καὶ μὴ ἐπιτρέψης, Κύριε, νὰ πέσωμε σὲ πειρασμό, ἀλλὰ γλύτωσέ μας ἀπὸ τὸν πονηρό.
Δύο εἰδῶν εἶναι οἱ πειρασμοὶ κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο. Οἱ ἐνήδονοι καὶ οἱ ἐνόδυνοι. Αὐτοὶ ποὺ φέρουν ἡδονὴ καὶ αὐτοὶ ποὺ φέρουν ὀδύνη. Οἱ πρῶτοι εἶναι ἑκούσιοι καὶ γεννοῦν τὰ πάθη. Οἱ δεύτεροι εἶναι ἀκούσιοι καὶ διώχνουν τὰ πάθη. Τοὺς ἑκούσιους πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε. Τοὺς ἀκούσιους νὰ μὴ ἐπιδιώκουμε καὶ νὰ ἀπευχώμεθα, διότι εἴμεθα ἀδύνατοι καὶ μπορεῖ νὰ ὑποκύψουμε· ἀλλ’ ὅταν ἔλθουν, νὰ τοὺς ὑπομένουμε μὲ γενναιότητα ὡς “καθαρτήριον” τῆς ψυχῆς.
Ἀναφερόμενος στὸ θέμα τῶν ὀδυνηρῶν πειρασμῶν ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης παρατηρεῖ: “Ὁ Θεὸς λοιπὸν κινούμενος εἰς συμπάθειαν τῆς ταλαιπωρίας καὶ παρανόμου κλίσεώς μας, παραχωρεῖ νὰ μᾶς ἔρχονται οἱ πειρασμοί, καὶ κάποτε νὰ εἶναι πολὺ φρικτοὶ καὶ φοβεροί, κατὰ διαφόρους τρόπους, διὰ νὰ ταπεινούμεθα καὶ νὰ γνωρίζωμεν τὸν ἑαυτόν μας, ἀγκαλὰ καὶ μᾶς φαίνονται πὼς εἶναι ἀνωφελεῖς· καὶ ἐδῶ δείχνει ἐν ταυτῷ τὴν ἀγαθότητα καὶ τὴν σοφίαν τοῦ· ἐπειδὴ μὲ ἐκεῖνο ποὺ φαίνεται εἰς ἡμᾶς πλέον βλαπτικόν, περισσότερον μᾶς ὠφελεῖ· ἐπειδὴ ταπεινούμεθα περισσότερον· τὸ ὁποῖον εἶναι πλέον χρειαζόμενον ἀπὸ ὅλα εἰς τὴν ψυχὴν μας”.
Διδάσκοντάς μας ὁ Κύριος νὰ μὴ ἐπιδιώκουμε τούς πειρασμούς, λέγει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, μᾶς ἐκπαιδεύει νὰ γνωρίζουμε τὴν ἀδυναμία μας, καὶ ἔτσι καταστέλλει τὸ “φύσημα”, τὴν οἴησι, τὴν ὑπερηφάνεια. Ὅταν ὅμως ἔρχωνται οἱ πειρασμοὶ χωρὶς ἐμεῖς νὰ τοὺς ζητοῦμε, τότε πρέπει νὰ τοὺς ἀντιμετωπίζουμε μὲ γενναιότητα, “ἵνα καὶ τὸ γενναῖον ἀντιδειξώμεθα καὶ τὸ ἀκενόδοξον”.
Παρατηρεῖ ἀκόμη ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ὅτι ὁ Κύριος δὲν λέγει ἀπὸ τῶν “πονηρῶν”, δηλαδὴ πονηρῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ ἀπὸ τοῦ “πονηροῦ”, δηλαδὴ τοῦ διαβόλου, γιὰ νὰ μᾶς διδάξη νὰ μὴ αἰτιώμεθα καὶ μνησικακοῦμε κατὰ τῶν ἀνθρώπων ποὺ μᾶς στεναχωροῦν, ἀλλὰ κατὰ τοῦ διαβόλου ποὺ τοὺς ὑποκινεῖ. Καλεῖ δὲ τὸν διάβολο πονηρό, “κελεύων ἡμᾶς ἄσπονδον πρὸς αὐτὸν ἔχειν πόλεμον”, καὶ ἀκόμη γιὰ νὰ δείξη ὅτι ἡ πονηρία δὲν εἶναι φυσικὴ κατάστασις, ἀλλὰ ἀποτέλεσμα τῆς κακῆς προαιρέσεως.
Ὅτι Σοῦ ἐστὶν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα
Εἶναι φυσικὸ νὰ τελειώνη ἡ Προσευχὴ μὲ τὴν δοξολογία τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι μὲ τὴν παράκλησι νὰ ρυσθοῦμε ἀπὸ τὸν πονηρό. Τὸν τελευταῖο λόγο στὸν κόσμο ἔχει ὁ παντοδύναμος Θεός, ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριος τῶν κυριευόντων, καὶ ὄχι ὁ διάβολος ποὺ κατὰ παραχώρησιν φαίνεται πολλὲς φορὲς νὰ κινῆ τὰ νήματα τῆς ἱστορίας. Ὁ διάβολος μπορεῖ νὰ φέρη ἀναστάτωσι, νὰ ἐπικρατεῖ προσωρινὰ στὸν κόσμο μὲ τὰ ὄργανά του, ἀλλὰ τελικὰ θὰ γίνη τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου.
Ἡ ἐξουσία τοῦ Ἀντιχρίστου εἶναι προσωρινή. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Αἰώνιος Κύριος καὶ Βασιλεύς. Εἷς Ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀμήν.
Γι’ αὐτὸ καὶ μόνο στὸν Τριαδικὸ Θεὸ ἀνήκει ἡ δόξα.
Παρατηρεῖ πάλιν τὸ χρυσοῦν στόμα τῆς Ἐκκλησίας: “Ἀφοῦ λοιπὸν μᾶς ἔφερε σὲ κατάστασι ἀγωνίας μὲ τὴν ἀνάμνησι τοῦ ἐχθροῦ καὶ ἔκοψε ἀπὸ τὴν ρίζα ὅλη τὴν ραθυμία μας, πάλι μᾶς ἐνθαρρύνει καὶ ἀναπτερώνει τὸ φρόνημά μας θυμίζοντάς μας τὸν Βασιλέα, τοῦ ὁποίου εἴμαστε ὑπήκοοι, καὶ φανερώνοντας τὸν δυνατώτερο ἀπὸ ὅλους λέγει «Σοῦ γὰρ ἐστὶν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα». Ἑπομένως, ἐφ’ ὅσον ἡ βασιλεία εἶναι δική του, κανεὶς δὲν πρέπει νὰ φοβᾶται, διότι δὲν ὑπάρχει κανεὶς ποὺ νὰ τοῦ ἀντιστέκεται καὶ νὰ μοιράζεται τὴν ἐξουσία μαζί του»19.

* * *

Ὅσο ἡ ἀδυναμία καὶ ὁ περιορισμένος χρόνος ἐπέτρεψε, ἐμβαθύναμε στὰ θεία λόγια της Κυριακῆς Προσευχῆς.
Ἡ ψυχὴ μας πληροῦται εὐχαριστίας πρὸς τὸν φιλάνθρωπο Κύριο ποὺ μᾶς παρέδωσε τὴν ἁγία αὐτὴ προσευχή, δύναμι, φῶς καὶ παρηγορία στὸν δρόμο τῆς ζωῆς μας.
Ὅλα τὰ αἰτήματα τῆς Κυριακῆς προσευχῆς μᾶς βοηθοῦν νὰ ἐλευθερωθοῦμε ἀπὸ τὴν φιλαυτία μας, νὰ μὴ ζοῦμε ἐγωιστικὰ γιὰ τὸν ἑαυτό μας, ἀλλὰ γιὰ τὸν Θεό μας καὶ τὸν συνάνθρωπό μας. Ὅσο ἀδειάζουμε ἀπὸ τὴν φιλαυτία μας, τόσο εἰσέρχεται μέσα μας ὁ Θεός.
Ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ πῶ ἕνα τολμηρὸ λόγο ὄχι ἀπὸ προσωπικὴ πείρα, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν πείρα τῶν Ἁγίων καὶ τοῦ Ἁγίου Ὅρους: Ἂν ἀδειάσουμε τελείως ἀπὸ τὴν φιλαυτία καὶ τὸν ἐγωισμό μας, ὅλος ὁ Θεὸς θὰ ἔλθη μέσα μας. Τὸ λέγει ἄλλωστε καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος: “Ἐὰν τις ἀγαπᾶ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ’ αὐτῷ ποιήσομεν”. Τότε ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ χαρῆ τὴν πιὸ ἀληθινὴ χαρὰ καὶ ἀνάπαυσι, ἐκείνη τὴν χαρὰ ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος στοὺς μαθητές Του καὶ ποὺ οὐδεὶς δύναται νὰ ἄρη ἀπ’ αὐτοῦ…
Ὅσοι ἀρνοῦνται τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Προσευχή Του, συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα, ὅσοι ζοῦν ἐγωκεντρικὰ καὶ φίλαυτα, λέγουν μία ἄλλη προσευχή:
- Δὲν λέγουν: “Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοίς”, ἀλλὰ λέγουν: Ἐαυτέ μου, ἐσένα ἔχω γιὰ Θεὸ ἐπὶ τῆς γῆς.
- Δὲν λέγουν: “Ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου”, ἀλλά: ἐλθέτω ἡ βασιλεία μου.
- Δὲν λέγουν: “Γεννηθήτω τὸ θέλημα Σου”, ἀλλά: γεννηθήτω τὸ θέλημά μου.
- Δὲν λέγουν: “Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον”, ἀλλά: τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ μὲ σπατάλη καὶ πολυτέλεια ἐγὼ ἐξασφαλίζω γιὰ τὸν ἑαυτό μου.
- Δὲν λέγουν: “Καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν”, ἀλλά: δὲν ζητῶ ἀπὸ κανένα συγχώρησι, οὔτε συγχωρῶ κανένα.
- Δὲν λέγουν: “Καὶ μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ρῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηρού”, ἀλλά: ζητῶ ὅλες τὶς θεμιτὲς καὶ ἀθέμιτες ἡδονὲς καὶ μισῶ κάθε λυπηρό.
- Δὲν λέγουν: “Ὅτι Σοῦ ἐστὶν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα”, ἀλλά: ὅτι μοῦ ἐστὶν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα.
Ὄχι μόνο οἱ ἀρνηταὶ τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ ἐμεῖς οἱ χριστιανοὶ συμβαίνει νὰ ἔχωμε κάποτε πειρασμοὺς καὶ πτώσεις σ’ αὐτὴ τὴν ἐγωκεντρική, ἀτομικιστικὴ καὶ διαβολικὴ ζωή.
Αὐτὸς ὁ ἐγωκεντρισμὸς εἶναι ποὺ κάνει σήμερα τὴν ζωὴ μας ἀδιέξοδο.
Ἡ κρίσις ποὺ περνᾶ σήμερα ἡ πατρίδα μας στὴν πολιτική, στὴν παιδεία, στὶς διαπροσωπικὲς σχέσεις, στὴν οἰκονομία, ἐδῶ νομίζω ὅτι ὀφείλεται.
Ἀρνηθήκαμε τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, τὸ πνεῦμα τῆς Κυριακῆς προσευχῆς.
Ἂν δὲν ὑπάρξη μετάνοια ἀρχόντων καὶ ἀρχομένων, δὲν βλέπω λύση τοῦ ἀδιεξόδου.
Κανένα κόμμα καὶ καμμία ἰδεολογία δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς σώσει.
Θὰ ὑπάρξη λύσις καὶ φῶς, ἐὰν θελήσουμε οἱ νεοέλληνες νὰ ξαναποῦμε ταπεινὰ καὶ ἁπλὰ τὸ “Πάτερ ἡμῶν” καὶ ἀκόμη ἂν θελήσουμε νὰ προσαρμόσουμε τὴν πορεία μας στὸ πνεῦμα τῆς προσευχῆς αὐτῆς.
Καὶ ἂν αὐτὸ δὲν θελήσουν νὰ τὸ κάνουν οἱ πολλοί, ἂς ἀγωνισθοῦμε νὰ τὸ κάνουμε ἐμεῖς, ὁ πιστὸς καὶ ἐκκλησιαζόμενος λαός. Γιατί δὲν εἶναι μικρὸς ὁ κίνδυνος νὰ παρασυρώμεθα καὶ ἐμεῖς ἀπὸ τὸν ἀσφυκτικὸ κλοιὸ τοῦ ἀθεϊστικοῦ ἀτομικισμοῦ, ποὺ μᾶς περισφίγγει, καὶ χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνουμε νὰ ἀντικαθιστοῦμε τὴν φιλοθεΐα καὶ φιλανθρωπία μὲ τὴν φιλαυτία.
Αὐτὸς εἶναι ἕνας μεγάλος πειρασμός, γιὰ τὸν ὁποῖο θὰ πρέπει νὰ εἰποῦμε: “Καὶ μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ρῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ, ὅτι Σοῦ ἐστὶν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰώνας. Ἀμήν”.

Γέροντος Γεωργίου Καψάνη
Καθηγουμένου (πρώην) Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου
Αγίου Όρους

Σημειώσεις:
1. (Ἑρμηνεία στὸ «Πάτερ ἡμῶν», Φιλοκαλία, ἔκδ. «Περιβόλι τῆς Παναγίας», τόμ. 2ος, σελ. 253).
2. (Ὑπόμνημα εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον, ὁμιλ. 19, Ε.Π.Ε., τόμ. 9ος, σελ. 668).
3. (Ὑπόμνημα εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον, ὁμιλ. 19, Ε.Π.Ε., τόμ. 9ος, σελ. 668).
4. (Εἰς τὴν Προσευχήν, Λόγος 2ος, Ε.Π.Ε. τόμ. 8ος, σελ. 43).
5. (Λόγος 2ος κατὰ Γρηγορᾶ, παρ. 69).
6. . (Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Διδαχές, Ι. Μενούνου, Ἀθήνα 1979, σελ. 121).
7. (Περὶ συνεχοῦς Μεταλήψεως, Ἀθῆναι 1887, σελ. 24).
8. . (ἒνθ’ ἀνωτ. σελ. 669).
9. (ἒνθ’ ἀνωτ. σελ. 668)
10. (ἒνθ’ ἀνωτ. σελ. 51).
11. (ἒνθ’ ἀνωτ. σελ. 28).
12. (ἒνθ’ ἀνωτ. σελ. 672).
13. (ἒνθ’ ἀνωτ. σελ. 35-36).
14. (Εἰς τὴν Προσευχήν, Λόγος 3ος, ἒνθ’ ἀνωτ. σελ. 69).
15. (ἒνθ’ ἀνωτ. σελ. 674).
16. (ἒνθ’ ἀνωτ. σελ. 672).
17. (ἒνθ’ ἀνωτ. σελ. 680).
18. . (Ἅγ. Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς τὴν Προσευχήν, Λόγος 5ος, ἒνθ’ ἀνωτ. σελ. 107).
19. (Ἅγ. Χρυσοστόμου, ἒνθ’ ἀνωτ. σελ. 683).

Γιατί δεν πρέπει να καταφεύγουμε σε αστρολόγους, μέντιουμ, φλιτζανούδες και χαρτορίχτρες;

Η καταφυγή μας σε «μελλοντολόγους» αποτελεί δείγμα απιστίας στο Θεό. Ο πιστός εμπιστεύεται όλη τη ζωή του στα χέρια του Θεού και καταφεύγει πάντοτε σ’ Αυτόν ζητώντας τη θεία πρόνοια. Αυτή η πίστη του δίνει κουράγιο στις δυσκολίες και τις περισσότερες φορές ελκύει τη βοήθεια του Θεού.
Σε πολλούς ανθρώπους η ενασχόληση με τα αστέρια λειτουργεί ως μετάθεση των λαθών της ζωής τους στα αστέρια. Λένε: «το ότι εγώ έχω νεύρα ή επικίνδυνο αυθορμητισμό ή οτιδήποτε άλλο αρνητικό, αυτό οφείλεται στο ζώδιό μου». Αντί να παλέψουν να διώξουν το πάθος από μέσα τους, το αποδέχονται ως δημιουργία συμπαντικής κοσμικής δύναμης. Αυτή η νοοτροπία οφείλεται στην ψυχολογική ανάγκη να μη ρίχνουμε την ευθύνη των λαθών πάνω μας, αλλά κάπου αλλού. Από δω δημιουργήθηκε το πασχαλιάτικο κάψιμο του Ιούδα, σαν να φταίνε μόνο οι Εβραίοι για το θάνατο του Χριστού, κι όχι και οι δικές μας αμαρτίες.

Στο ίδιο πλαίσιο πολλοί ανώριμοι και άβουλοι αποφασίζουν για το μέλλον τους στηριζόμενοι όχι στη λογική, αλλά στα ζώδια. Αυτοί νομίζουν ότι ο αστρολόγος διαβάζει το μέλλον τους και τους κατευθύνει σωστά. Συνήθως παθαίνουν μεγάλες αποτυχίες. Κι αν δεν αποτύχουν, προσπαθούν (αυθυποβαλλόμενοι) με κάθε τρόπο να στηρίξουν τη λάθος συμβουλή. Αυτοί προσαρμόζουν το χαρακτήρα τους και τη ζωή τους στις αστρολογικές κατευθύνσεις. Ένας «λέων» π.χ., λένε οι αστρολόγοι, έχει επιθετική νοοτροπία. Απ’ αυτό το αυθαίρετο θέσφατο κάθε αφελής «λέων» εκφράζεται με επιθετικότητα.

Πολλοί από τους γνήσιους αστρολόγους και τα γνήσια μέντιουμ ή βρίσκονται στην κατοχή κάποιου πονηρού πνεύματος ή καταφεύγουν σε μαγικά τεχνάσματα, για να προβλέψουν. Κανείς δεν πρέπει να δέχεται να του πουν άγνωστοι ή γνωστοί το μέλλον του με κανέναν τρόπο. Υπάρχει κίνδυνος να μπλέξει. Ειδικά δεν είναι σωστό να επικοινωνεί με γύφτισσες μάντισσες. Κατακλέβουν τους αφελείς και τους μπλέκουν στα πλοκάμια του σατανά με τις επικλήσεις τους, κανείς να μη τους δίνει ρούχα ή άλλα προσωπικά είδη, γιατί κάνουν μαγεία σ’ αυτά. Οι περισσότεροι «μελλοντολόγοι», για να καλυφθούν, εσκεμμένα βάζουν στο χώρο «εργασίας» τους εικόνες. Είναι οι λύκοι, που ντύνονται με προβιά προβάτου, όπως είπε ο Χριστός (Ματθ. 7, 15).

Ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη απαγορεύει να υπάρχει ανάμεσα στο λαό του μάντης, οιωνοσκόπος, μάγος και νεκρομάντης (Δευτ. 18, 10-13 και Λευϊτ. 19, 26). Οι μάντεις πρέπει να θανατώνονται με λιθοβολισμό (Λευϊτ. 20, 27). Ο βασιλιάς Ιωσίας έδιωξε τους ιερείς των ειδώλων, γιατί πρόσφεραν θυσίες στον ήλιο, στη σελήνη, στα ζώδια και στ’ αστέρια (Δ΄ Βασιλ. 23, 5). Οι προφήτες, εξ ονόματος του Κυρίου απαγορεύουν τους ψευδοπροφήτες που είναι οι οιωνοσκόποι και οι αστρολόγοι.

Ο απόστολος Παύλος (Γαλ. 5, 20) απαγορεύει τη μαγεία την οποία ονομάζει φαρμακεία.

Μόνο άνθρωπος άγιος, φωτισμένος από το Θεό, μπορεί αν φωτίζεται και αν αποκαλύπτει το μέλλον. Οι άγιοι του Θεού δεν παίρνουν χρήματα, όταν προφητεύουν. Αυτοί με τις προοράσεις τους βοηθούν τους ανθρώπους να βρουν το δρόμο της σωτηρίας.

Οι αστρολόγοι, τα μέντιουμ, οι καφεμάντεις, οι χαρτομάντεις και οι χρήστες ταρό, εργάζονται με την έμπνευση πονηρών πνευμάτων. Ο Θεός δεν είναι τόσο μικρός, που στον καφέ ή στα χαρτιά να φανερώνει το θέλημά Του. Ούτε εξαναγκάζεται να φανερώσει το θέλημά Του, όποτε το θέλει ο καθένας.

Στο Δευτερονόμιο (13, 2-6) χαρακτηριστικά ο Θεός απαγορεύει και τον ψευδοπροφήτη και τον ερμηνευτή ονείρων (ονειροκρίτη). Λέει εκεί: «μην τον ακούσετε εκείνον τον προφήτη ή τον ονειροκρίτη, γιατί ο Κύριος ο Θεός σας θέλει να σας δοκιμάσει, για να δει αν τον αγαπάτε με όλη την καρδιά σας και μ’ όλη την ψυχή σας» (Δευτερ. 13, 4). Μήπως και σήμερα ο Θεός ανέχεται τη δράση των σημερινών ψευδοπροφητών-μάντεων, για να δοκιμάσει την αγάπη μας σ’ Αυτόν;

Από το βιβλίο «Νεανικές Αναζητήσεις - Α’ Τόμος: Ζητήματα πίστεως» (σελ. 171-173), 
Αρχ. Μαξίμου Παναγιώτου, 
Ιερά Μονή Παναγίας Παραμυθίας Ρόδου

Ο ΑΛΛΟΣ «ΘΕΟΣ»!



Πριν από μερικά χρόνια είχα βρεθεί σε μια αγρύπνια σε ένα κεντρικό ναό της Θεσσαλονίκης. Στο τέλος της λειτουργίας ένα γνωστός αγιορείτης ιερομόναχος μίλησε στο εκκλησίασμα και αναφέρθηκε σε έναν επίσης πολύ γνωστό ορθόδοξο αρχιεπίσκοπο βαλκανικής χώρας. 
Ο εν λόγω αρχιεπίσκοπος με πολλές περγαμηνές και μεγάλη συγγραφική παρουσία είχε δηλώσει τότε ότι, «ήρθε ο καιρός να κτίσουμε ένα παγκόσμιο ναό όπου θα μπορούν όλοι να προσευχόμαστε στον κοινό θεό». Στην επίμονη ερώτηση του ιερομόναχου ποιος θα είναι αυτό ο θεός και πως θα ονομάζεται αυτός ο θεός, ο αρχιεπίσκοπος δεν απάντησε, προχώρησε όμως στην έδρα της αρχιεπισκοπής του στην οικοδόμηση ενός χριστιανικού ναού με την φροντίδα να μοιάζει καταπληκτικά με μουσουλμανικό τέμενος στην προσπάθεια του να συνδυάσει τις δυο θρησκείες, όπως ο ίδιος υποστήριξε.
Όταν κάποιος μυείται σε κάποιο τεκτονικό τάγμα, στην τελετή εισδοχής του στον πρώτο βαθμό αφού τον υποδέχονται οι ήδη μυημένοι με τα φλογισμένα ξίφη τους να τον σημαδεύουν, τον βάζουν να δηλώσει πίστη στον μεγάλο αρχιτέκτονα του σύμπαντος. Πάνω στην «αγία έδρα» της στοάς, υπάρχει η Αγία Γραφή. Σε μια άλλη στοά υπάρχει το Κοράνι και κάπου αλλού υπάρχει η Μπαγκαβάτ Γκιτά και ούτω κάθε εξής. 
Ο μεγάλος αρχιτέκτονας, όπως υποστηρίζουν οι μασόνοι, είναι ο αρχιτέκτονας του σύμπαντος, ο μυστικός θεός που κατευθύνει τα πάντα και που το κύριο μέλημα του είναι να «ενώσει» τους ανθρώπους, ένα στόχο για το οποίο αγωνίζεται η μασονία ανά τους αιώνες κάτω από την αποκλειστική κυρίαρχη εξουσία αυτού του κοινού θεού του σύμπαντος.
Η λουθηρανική εκκλησία είναι η μεγαλύτερη εκκλησία των διαμαρτυρομένων των ΗΠΑ με εκατομμύρια οπαδούς. Στις 28 Ιουλίου του 2010 στη λουθηρανική εκκλησία του Αγίου Μάρκου στο Σαν Φρανσίσκο γίνονταν μια μεγαλοπρεπή τελετή παρουσία πολύ κόσμου. 
Την ημέρα εκείνη χειροτονήθηκαν επτά γκέι πάστορες στην Ευαγγελική λουθηρανική εκκλησία των ΗΠΑ, ανοίγοντας τον δρόμο για την επιστροφή στον κλήρο σε ιερείς που είχαν ομολογήσει ανοιχτά την ομοφυλοφιλία τους και είχαν εκδιωχθεί από τους κόλπους της εκκλησίας αυτής στις ΗΠΑ. «Σήμερα η εκκλησία μιλάει ξεκάθαρα», είπε ο αιδεσιμότατος Τζεφ Τζόνσον, ένας από τους επτά γκέι πάστορες που χειροτονήθηκαν. «Ολοι οι άνθρωποι είναι ευπρόσδεκτοι εδώ, όλοι οι άνθρωποι καλούνται να βοηθήσουν την ηγεσία της εκκλησίας και όλους τους αγαπά ο θεός άνευ όρων», προσέθεσε. Ένας θεός άνευ όρων! Ένας θεός για όλα τα γούστα και για κάθε πάρα φύση ανωμαλία!
Κάποτε είχαν πάει στον πάτερ Παΐσιο δυο καθολικοί και του άνοιξαν μια μεγάλη συζήτηση για την ένωση των εκκλησιών. Οι δυο ξένοι του έλεγαν με επιμονή «γιατί να μην ενωθούμε, όλοι μας είμαστε κάτω από την στέγη του θεού, ο παντοδύναμος Θεός είναι για όλους μας όπως ο ήλιος λάμπει για όλους τους ανθρώπους». 
 Ο πάτερ Παΐσιος αφού τους άκουσε προσεκτικά τους απάντησε : «Ναι, σωστά, ο Θεός είναι για όλους μας, αλλά... εμείς όλοι δεν είμαστε για τον Θεό!»
Στην αχανή πλατεία του Αγίου Πέτρου είχαν μαζευτεί χιλιάδες προσκυνητές από όλα τα μέρη του κόσμου για να δουν αυτό το πρωτοφανές γεγονός. Για πρώτη φορά την έλευση ενός Ορθόδοξου Πατριάρχη, (Αθηναγόρα), στην καρδιά του Βατικανού. Σαν έφτασε ο Πατριάρχης με την τιμητική συνοδεία στα σκαλιά του Αγίου Πέτρου, βγήκε από το αυτοκίνητο του και αμέσως ενδύθηκε τον αυτοκρατορικό μανδύα όπως κάνουν όλοι οι Αρχιερείς από την εποχή της Αλώσεως μέχρι και σήμερα. Ψηλά στην κεντρική είσοδο του ναού βρισκόταν όλο το Κογκλάβιο των Καρδιναλίων και στο κέντρο ο ίδιος ο Πάπας περίμεναν την άνοδο του Πατριάρχη. Ο Πατριάρχης άρχισε να ανεβαίνει την σκάλα για να συναντήσει τον Πάπα. Ξαφνικά, λίγα σκαλοπάτια πριν φτάσει στην κορυφή, ένας νεαρός καθολικός καλόγερος, αποσπάστηκε από την επίσημη ομήγυρη και κρατώντας έναν Εσταυρωμένο σε ψηλό κοντάρι, με γυάλινα μάτια από ζήλο, πλησίασε με απότομο βήμα τον Πατριάρχη και τον έβαλε μπροστά στο πρόσωπο, λες και ο Πατριάρχης ήταν κανένας ειδωλολάτρης, με μια έκφραση σαν να «διέταζε»… «Προσκύνα στον αληθινό θεό και μετανόησε για την πλάνη σου ζητώντας συγχώρεση για την αποστασία σου!».
Στις 6-13 Σεπτεμβρίου του 2007 έγινε στην Γροιλανδία το Ζ΄Οικολογικό συμποσίο παγκόσμιο οικολογικό συμπόσιο για την σωτηρία δήθεν του πλανήτη από το «φαινόμενο του θερμοκηπίου». Παραβρέθηκε ο πατριάρχης Βαρθολομαίος. Στο τέλος των εργασιών ο Πατριάρχης συμπροσευχήθηκε για την «σωτηρία» του πλανήτη με εκπροσώπους διαφόρων θρησκειών όπως Ιουδαίων Ραββίνων-Παπικών-Θιβετιανών Μοναχών κλπ μπροστά σε μια κρυστάλλινη σφαίρα που θωρήθηκε πως ήταν ομοίωμα της γης. Η συμπροσευχή ήταν αφιερωμένη στην λατρεια της Γαίας. Η λατρεία της Γαίας φέρεται ως λατρεία της νεοθρησκείας της Νέας Εποχής και του κλάδου του Οικουμενιστικού M.R.A.
Στις συγκεντρώσεις των οικουμενιστών γίνεται λόγος για τον ένα και μοναδικό θεό, για τον κοινό θεό όλων των θρησκειών, για τον θεό που λατρεύουν και οι χριστιανοί και οι μουσουλμάνοι και ο ιουδαίοι και οι βουδιστές, οι μασόνοι και ότι άλλο υπάρχει σε αυτόν τον τομέα. Ο θεός αυτός δεν έχει καμία ταυτότητα, ούτε κάποιο δόγμα, ούτε κάποια ιεραρχία, ούτε κάποιο τυπικό, ούτε εντολές, ούτε απαιτήσεις από αυτούς που τον προσκυνούν, παρά μονό έχει την προυπόθεση όλοι να αποδέχονται ολοκληρωτικά την αρχή και την εξουσία του. Είναι ο θεός της υποψίας του καθενός, ένας θεός της κάθε ατομικής επιθυμίας, της κάθε υποκειμενικής του αντίληψης, της όποιας φαντασίωσης έχει δημιουργήσει ο οποιοσδήποτε για τον αυτόν τον ανώτερο θεό που είναι πάνω από όλους, της όποιας πεποίθησης του που μπορεί να μην συμπλέει με τις πεποιθήσεις των άλλων, χωρίς όμως ο ένας να θίγει την πεποίθηση του άλλου και όλοι μαζί στην κοινή πορεία. Ένας θεός που ανταποκρίνεται στις προσδοκίες όλων, αλλά χωρίς κανένα προσδιορισμό για να μην θιγεί κανένας στην προσωπική του ιδεοληψία. Όσοι όμως δεν τον υπακούσουν, είναι οι χαμένοι του κόσμου τούτου. Είναι τα παράσιτα της ανθρωπότητας. Είναι τα απόβλητα της «νέας κοινωνίας». Είναι οι οπισθοδρομικοί, οι αναχρονιστές, οι κομπλεξικοί ακόμα και ψυχοπαθείς, ανήκουν σε άλλες ξεπερασμένες εποχές και είναι καταδικασμένοι να χαθούν στο βάρος της μεγαλειότητας του.
Αλλά ποιος είναι αυτός ο θεός τον οποίο προσκυνούν όλοι αυτοί; Ψάξαμε να βρούμε κάποιο όνομα που θα μπορούσε να ανταποκριθεί σε αυτόν τον θεό. Ψάξαμε παντού, ψάξαμε σε πολλές θρησκευτικές εκδηλώσεις των «πολύχρωμων» οπαδών του, αλλά δεν μπορέσαμε να βρούμε κάποιο αντάξιο όνομα της κοινής προσευχής όλων αυτών των υποτιθέμενων θρησκειών. Ψάξαμε να βρούμε ποιος είναι αυτό ο θεός που κυριαρχεί πάνω σε όλες της θρησκείες, που είναι το κεντρικό πρόσωπο στο οποίο απευθύνουν τις προσευχές τους όλοι αυτοί που συμπροσεύχονται με τα παρδαλά τους άμφια και με τις ακροβατικές τους τελετές που της έχουν βαπτίσει θεια λειτουργία.
Μήπως αυτός ο άλλος θεός που κάθεται στην κορυφή του κόσμου και γοητεύει τους ανθρώπους με όμορφα και φανταχτερά λόγια, όπως ενότητα, ανθρώπινα δικαιώματα, αδελφοσύνη, ισότητα, κινήματα για την ειρήνη και την ευημερία των ανθρώπων, είναι κάποιος γνωστός, αλλά σκόπιμα κρυφός και απρόσιτος; 
Μήπως είναι ο θεός της επιχείρησης αυτονόμησης του ανθρώπου; του ηλεκτρονικού φακελώματος, της νομιμοποίησης και προβολής κάθε ανώμαλης λειτουργίας της φύσεως και παράλληλα απαξίωσης κάθε φυσιολογικής σχέσης μεταξύ των ανθρώπων, της μιας παγκόσμιας ηγεμονίας αλλά για το «καλό» της ανθρωπότητας, των οικονομικών μεγιστάνων που «φιλάνθρωποι» και «πονετικοί» νοιάζονται για την ανθρώπινη κατανάλωση σαν το σίγουρο μέτρο της ανθρώπινης «ευτυχίας» που θα τους αποφέρει ακόμα περισσότερα κέρδη; 
 Μήπως αυτός ο άλλος θεός είναι ο γνωστός «άρχοντας του κόσμου» τούτου ;

Μήπως αυτός ο «άλλος θεός», είναι αυτός ο Διάβολος;

Νίκος Χειλαδάκης