.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ο ΝΟΝΟΣ ΜΟΥ, Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ



Δύο συμμαθητές, η Βαλεντίνα (νηπιαγωγός) και ο Νικόλαος (γεωλόγος), βρέθηκαν μετά από πολλά χρόνια στη συνάντηση των αποφοίτων του σχολείου τους.
Κάποια στιγμή ο Νικόλαος την πλησίασε και την είπε:
–Ξέρω, Βαλεντίνα, ότι έγινες κρυπτοχριστιανή στα δύσκολα χρόνια. Άκουσε τώρα και τη δική μου ιστορία…

Όλοι μας τον αθεϊσμό τον ασπασθήκαμε, όπως λένε, με το γάλα της μάνας μας. Όλοι γίναμε μέλη της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Νέων. Θυμάσαι; Από τα παιδικά μας ακόμα χρόνια μάς έλεγαν ποιοι είναι οι πιστοί: Κάποιες αγράμματες γριούλες που πιστεύουν διάφορα παραμύθια, λόγω έλλειψης μόρφωσης. Πίστευαν, δηλαδή, ότι κάπου ψηλά στους ουρανούς ζει ο «θεούλης» και γύρω του πετούν αγγελούδια με φτερά.


Η αιτία να γίνω κι εγώ συνειδητός χριστιανός ήταν η αρρώστια μου και η θαυμαστή ανάρρωσή μου το Πάσχα 6 Απριλίου 1980. Αρρώστησα πολύ σοβαρά. Η διάγνωση του γιατρού ήταν: «μειωμένη κυκλοφορία του αίματος στα πόδια». Στο νοσοκομείο δεν πήγα. Φοβόμουν μήπως χάσω τη δουλειά μου. Η κατάσταση όμως χειροτέρευε. Εμφανίστηκαν κιόλας τα πρώτα συμπτώματα της γάγγραινας. Τότε η γυναίκα μου –ήταν κι αυτή κρυπτοχριστιανή– αποφάσισε να πάμε κρυφά στο ναό του αγίου Νικολάου σε προάστιο της Μόσχας. Για πρώτη φορά στη ζωή μου μπήκα σε εκκλησία. Ήμουν τότε 50 χρονών.

«Νίκο, βάλε το κεράκι σου στην εικόνα του αγίου Νικολάου και προσευχήσου!». Στην απογοήτευσή μου έκανα ό,τι μου είπε. Τον παρακάλεσα μ’ όλη τη δύναμη της ψυχής μου.


Την επόμενη μέρα με επισκέφθηκε ο γιατρός. Με έκπληξη διαπίστωσε ότι η κατάσταση των ποδιών ήταν φανερά βελτιωμένη. «Μπράβο, συγχαρητήρια! Συμβαίνουν αυτά στην ιατρική, σύντροφε. Μερικές φορές η αρρώστια υποχωρεί, αλλά σύντομα ξαναγυρίζει…».

Κι όμως, το θαύμα έγινε! Σιγά–σιγά, άρχισα όχι μόνο να περπατάω καλά και σταθερά, αλλά μπορούσα μάλιστα και να τρέχω. Η αρχή της ανάρρωσης ήταν εκείνο το μικρό κεράκι στην εικόνα του αγίου Νικολάου.

–Θυμάσαι, Βαλεντίνα, ότι δεν μπορούσαμε τότε να βρούμε πουθενά Ευαγγέλιο ή προσευχητάριο; Δεν υπήρχε τίποτε. Κι εγώ ήθελα να μάθω ποιος ήταν αυτός ο καλός άγιος. 


Άνοιξα το αθεϊστικό λεξικό στο γράμμα «Ν»: «Νικόλαος θαυματουργός. Σύμφωνα με πληροφορία της εκκλησίας υπήρξε παλιά ένας αρχιεπίσκοπος με αυτό το όνομα. Όπως αποδείχθηκε αργότερα, πρόκειται για πρόσωπο μυθικό και ανύπαρκτο. Το πρόσωπο αυτό το δημιούργησαν οι χριστιανοί για να πολεμήσουν τους ειδωλολάτρες και να μην προσκυνούν τον Ποσειδώνα, το θεό της θάλασσας». Δεν ικανοποιήθηκα. Συνέχισα την έρευνα, αναζητώντας λεξικά που είχαν εκδοθεί την εποχή της Τσαρικής Ρωσίας. Πράγματι, βρήκα σε μια βιβλιοθήκη ένα παλαιό εγκυκλοπαιδικό λεξικό κι από εκεί έμαθα την αλήθεια: Ήταν Έλληνας, μεγάλος άγιος, που τιμάται σε Δύση και Ανατολή ακόμη και από μουσουλμάνους και γεννήθηκε στην πόλη Μύρα της Λυκίας.

Ήμουν όμως αβάπτιστος. Λαχταρούσα να βρω το Ευαγγέλιο. Βρήκα το τελευταίο που είχε μείνει στην Ι. Μονή του αγίου Σεργίου. Σε μια νύχτα διάβασα και τα τέσσερα Ευαγγέλια! Όμως ο φόβος μήπως μάθουν ότι θέλω να βαπτισθώ, μήπως με δει κάποιος να μπαίνω σε εκκλησία και με πολεμήσουν στην εργασία μου, με κράτησαν μακριά από το βαπτιστήριο.

Το 1988 το επίσημο κράτος γιόρτασε τα χίλια χρόνια από την ιστορική βάπτιση των Ρώσων. Στην τηλεόραση παρακολούθησα και συναυλία αφιερωμένη στην επέτειο αυτή και συγκλονίστηκα όταν άκουσα χορωδία να ψέλνει: «Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος, ελέησον ημάς». Ο φόβος φυγαδεύτηκε και μια δυνατή επιθυμία –που νόμιζα ότι κατέτρωγε κυριολεκτικά τα σωθικά μου– οδήγησε τα βήματά μου στην εκκλησία. Βαπτίστηκα στις 6 Ιουλίου. Το προηγούμενο βράδυ δεν κοιμήθηκα. Επαναλάμβανα συνέχεια το «Σύμβολο της Πίστεως» καθώς και διάφορες άλλες προσευχές.


Το πρωί, πριν μπω στην εκκλησία, το ξάφνιασμα: Πάνω από την πόρτα της εισόδου η εικόνα του αγίου Νικολάου!
Μου φάνηκε ότι μου χαμογελούσε.
Γύρισα και του είπα:
–Περίμενες πολλά χρόνια, άγιε Νικόλαε, εμένα, το άθεο μέλος της κομμουνιστικής νεολαίας να έλθει να βαπτισθεί; Σ’ ευχαριστώ που με βοήθησες! Εσύ είσαι ο νονός μου! Πιστεύω, πιστεύω! Ζω μια καινούργια ζωή. Είμαι πανευτυχής. Χριστέ μου, τι ευτυχία είναι αυτή!
«Δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τὸ θέλημά Σου!» (Ψαλμ. 142, 10).

[Ορθόδοξο Χριστιανικό Περιοδικό
Φοιτητών και Επιστημόνων
«Η Δράση μας»,
Μάρτιος 2016, Τεύχ. 537,
Άρθρο 10ο (Α΄ μέρος), σελ. 123–124,
Άρθρο της Ναταλίας Γ. Νικολάου
(από τη Μόσχα).
Επιμέλεια ανάρτησης,
εύρεση, επιλογή φωτογραφιών,
έρευνα, μελέτη, επιλογή θέματος,
διόρθωση, πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]