.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Κατά πόσο η πίστη μας είναι συνειδητή;



Εδώ στην Ελλάδα «κληρονομούμε» την πίστη μας.

Αυτό όμως ίσως είναι και επικίνδυνο.

Επικίνδυνο, διότι όταν η πίστη δεν είναι εσωτερικός μας καρπός -καρπός πάλης με την αμφιβολία, με τον πόνο, με την λογική- τότε καταντά καθήκον. Χάνεται η δυναμική της. Βιώνεται στα όρια της παράδοσης, του εθίμου και όχι της σχέσης με τον Θεό.
Γι’αυτό και Εκκλησία σημαίνει για τους Έλληνες: παπάδες, σκάνδαλα, μιζέρια, «όχι και πρέπει».
Οι χριστιανοί καταντούν άνθρωποι με απωθημένα, φυλακισμένοι σε μια ζωή με καθήκοντα και υποχρεώσεις. Και η πίστη περνά στο περιθώριο.Πιο μεγάλη αξία έχει η διατήρησή της πίστης ως έννοιας και χαρακτηριστικό του γένους μας παρά ως Χάρη, ως Σχέση, ως Ελευθερία, ως Εμπιστοσύνη.

Πιστεύουμε στον Θεό επειδή είμαστε Έλληνες ή επειδή ματώσαμε μέσα στην γέννα της αναζήτησης; Είναι ένα ερώτημα που καλούμαστε ο καθένας να απαντήσει ειλικρινά.
Δυστυχώς οι περισσότεροι Έλληνες, ακριβώς γι’αυτό –επειδή είναι κατα συγκυρία πιστοί και όχι κατα συνείδηση- καταντούνε στο όνομα της δήθεν πίστης τους να αναθεματίζουμε άλλους ανθρώπους λόγο χρώματος, εθνικότητας.
Πιστεύουν λένε οι Έλληνες στην Ορθοδοξία αλλά πολεμούν τον μοναχισμό, τους κληρικούς.
Πιστεύουν λένε οι Έλληνες στην Ορθοδοξία αλλά συγχρόνως φλερτάρουν και με κάθε είδους ειδωλολατρία.
Γιατί τελικά η καρδιά μας μένει αμέτοχη της Χάρης. Δεν ζητούμε τον Θεό, αλλά μένουμε στα «πέριξ» του Θεού.

Είναι επικίνδυνο να λες ότι πιστεύεις επειδή και μόνο έτσι σου μάθανε.
Επικίνδυνο γιατί η πίστη δεν είναι ρούχο που το παίρνεις και το φοράς· διότι με την ίδια ευκολία θα το βγάλεις και θα το πετάξεις.
Η Πίστη κατοικεί μέσα σε καρδιές, μέσα σε δάκρυα, μέσα στο αίμα που χύνεται στις σιωπηλές μας στιγμές. Είναι κάτι το προσωπικό, το βαθύ, το απύθμενο.
Η Πίστη δεν «κληρονομείται», τελικά.
Η Πίστη είναι ο πιο μεγάλος πόνος.
Πόνος μιας γέννας που σε φέρνει στην Αλήθεια, στο Φως, στο Αιώνιο. 
Και αυτός ο πόνος είναι δώρο. Δώρο που σου δόθηκε όχι γιατί το άξιζες αλλά γιατί το ζήτησες, το θέλησες…
Πιστεύω. Μεγάλη κουβέντα.

αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος 

imverias.