.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Μια ασυνήθιστη εμφάνιση δαιμόνων στο χωριό Τόσνε πάνω στο δρόμο Πετρούπολης Μόσχας (Δικά μας χρόνια, δικό μας θέλημα!)



Θά καταχωρίσουμε έδώ μιά σχετικά πρόσφατη καί άσυνήθιστη έμφάνιση δαιμόνων, όπως μάς τή διηγήθηκε ένα απόλυτα αξιόπιστο πρόσωπο.

Στό χωριό Τόσνε, τό χωριό τών άμαξάδων, όπως λέγεται, πού βρίσκεται πάνω στόν δρόμο Πετρουπόλεως- Μόσχας, ζούσε στη δεύτερη δεκαετία τού αιώνα μας ένας ηλικιωμένος σιδεράς, έγγαμος αλλά άτεκνος, ό Θεόδωρος Καζάκιν.

Ήταν αγράμματος, απλοϊκός, πράος καί καλοσυνάτος.

Τρία βέρστια 50 μακριά από τό χωριό, στη δεξιά όχθη τού ποταμού Τόσνι καί στην περιοχή Ντούπκα, πού είναι γεμάτη βελανιδιές, ό Καζάκιν είχε φτιάξει ένα καμίνι γιά ξυλοκάρβουνα. Ενα μεσημέρι πού δούλευε εκεί, είδε ξαφνικά πλήθος δαιμόνων μέ μορφή ανθρώπων, ανδρών καί γυναικών, νά κάθονται στά κλαδιά τών δένδρων, φορώντας αλλόκοτα ρούχα καί σκουφιά, νά παίζουν διάφορα μουσικά όργανα καί νά τραγουδούν μέ φανερή χαρά:

— Δικά μας χρόνια! Δικό μας θέλημα!

Ούτε τό σημείο τού σταυρού, μέ τό όποιο σφραγίστηκε ό Καζάκιν, ούτε ή προσευχή, μέ τήν οποία οπλίστηκε, έκαναν τούς δαίμονες νά άπομακρυνθούν ή έστω νά σταματήσουν τό τραγούδι. Ό γερο σιδεράς, γεμάτος φόβο, παράτησε τή δουλειά του καί άρχισε νά τρέχει πρός τό χωριό. Ό χωματόδρομος, πού ήταν δίπλα στό ποτάμι, απείχε από τό καμίνι έκατό σάζινα περίπου. Φτάνοντας εκεί ό Καζάκιν, είδε πάνω στίς ψηλές σημύδες τής άκροποταμιάς τούς δαίμονες νά παίζουν πάλι τά όργανά τους καί νά τραγουδούν θριαμβευτικά:

— Δικά μας χρόνια! Δικό μας θέλημα!

Συνέχισε νά τρέχει χωρίς νά κοιτάζει πίσω του. Αλλά ένα βέρστι πιό κάτω είδε γιά τρίτη φορά τά πονηρά πνεύματα πάνω στά δένδρα.

— Δικά μας χρόνια! Δικό μας θέλημα! τραγουδούσαν ολόχαροι πάντα.

Ωστόσο, ούτε τού μίλησαν ούτε τόν σταμάτησαν. Γεμάτος ταραχή, πλησίασε στό χωριό, από τό οποίο τόν χώριζε πιά μόνο τό ποτάμι. Από τήν άλλη όχθη τόν είδαν καί τού έστειλαν τή σχεδία Στό μεταξύ κάθησε καταγής γιά νά πάρει μιάν άνάσα. Τότε, όμως, πετάχτηκε μπροστά του ένα τεράστιο φίδι, πού θά τόν δάγκωνε, άν δέν προλάβαινε νά απομακρυνθεί.

Πολύ γρήγορα τό γεγονός μαθεύτηκε σ’ όλο τό χωριό. Ό νεωκόρος της έκκλησίας Ιωάννης Άντρέγεφ ακούσε τή διήγηση τού περιστατικού από τόν ίδιο τόν Καζάκιν, τόν οποίο θεωρεί απολύτως άξιόπιστο λόγω της άπλότητας καί τού ήθους του.

Ή χαρά τών δαιμόνων έξηγήθηκε λίγο καιρό άργότερα, στίς 16 Όκτωβρίου τού 1817: Μιά μεγάλη πυρκαγιά έκανε στάχτη τήν έκκλησία, τά τρία σπίτια τών ιερέων καί έκατόν δεκαεπτά σπίτια χωρικών. Τήν καταστροφική Ολική φωτιά άκολούθησε μια πνευματική: Στό Τόσνε διορίστηκε ένας σχισματικός δάσκαλος, ό Πέτρος Άντρόπωφ, πολυδιαβασμένος καί πειστικός, πού παρέσυρε στό σχίσμα τούς μισούς κατοίκους τού χωριού.

ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΑΝΙΝΩΦ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΑΝΙΝΩΦ .ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΑ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΔΗ. ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ