.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Οι Κρήτες Αρχιερείς-ψευδεπίσκοποι, δεν είδαν, δεν άκουσαν τις αιρετικές ενέργειες και λόγους του αρχηγού της Παναιρέσεως κ. Βαρθολομαίου!

Κρήτη:
Επισκοπικό δικαστήριο και καθαίρεση για τους 4 ιερείς;


Άκρως θορυβημένη και δυσαρεστημένη εμφανίζεται η Ιεραρχία της Κρήτης μετά την αποκάλυψη του θέματος με τους τέσσερις ιερείς του νησιού, σε Ρέθυμνο και Χανιά, οι οποίοι και δηλώνουν επισήμως ότι σταματούν να μνημονεύουν τους Επισκόπους τους.

Η επίσημη επιστολή που στάλθηκε στις Μητροπόλεις Κυδωνίας και Αποκορώνου, Λάμπης και Σφακίων, Ρεθύμνου και Αυλοποτάμου, στο δυναμικό των οποίων ανήκουν οι συγκεκριμένοι ιερείς ήταν η αιτία για να συζητηθεί το θέμα στη διάρκεια της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης, την Πέμπτη.
Σε ένα ιδιαιτέρως βαρύ κλίμα και με έντονη τη δυσαρέσκεια των Μητροπολιτών και δη του Αρχιεπισκόπου Κρήτης, η Σύνοδος θέλησε να περάσει το μήνυμα στους ιερείς να ξανασκεφτούν τις πράξεις τους, ειδάλλως θα ακολουθηθούν πιστά οι Ιεροί Κανόνες της Εκκλησίας, όπως αναφέρεται άλλωστε και στην ανακοίνωση που εξεδόθη αργά το απόγευμα της Πέμπτης και οι οποίοι κάνουν λόγο ακόμη και για την εσχάτη των εκκλησιαστικών ποινών που είναι η καθαίρεση από το αξίωμα της Ιεροσύνης.

Τι αναφέρουν πηγές από την Αρχιεπισκοπή
«Τους καλούμε σε διάλογο και συζήτηση, να συνετιστούν πριν να είναι αργά, αλλιώς θα υπάρξουν βαριές κυρώσεις, με την αρχή να γίνεται από τη σύγκληση επισκοπικού δικαστηρίου μέχρι τη σύγκληση της Συνόδου, και τέλος την καθαίρεση, όπως πάντα προβλέπεται μέσα από την εκκλησιαστική νομοθεσία», αναφέρει στο neakriti.gr πηγή πολύ κοντά στο περιβάλλον του Αρχιεπισκόπου Κρήτης, ο οποίος και δεν κρύβει την έντονη ενόχλησή του.
Στις επιστολές έχουν χρησιμοποιήσει σκληρές εκφράσεις, χαρακτηρίζουν τον Οικουμενικό Πατριάρχη αιρετικό, και τη Σύνοδο του Κολυμπαρίου ψευδοσύνοδο. «Θέλουμε να ελπίζουμε ότι όλα όσα έχουν γραφτεί έγιναν εν βρασμώ ψυχής και υπό την καθοδήγηση ενδεχομένως άλλων ατόμων. Για το λόγο αυτό δίνουμε μία ακόμη ευκαιρία στους τέσσερις ιερείς να ξανασκεφτούν τις πράξεις τους και να πράξουν τα δέοντα», αναφέρει η πηγή, και αυτό που υπογραμμίζει προς πάσα κατεύθυνση είναι ότι «οι ιεράρχες της Κρήτης προσδοκούν ο διάλογος που θα υπάρξει με την τριμελή επιτροπή να δώσει αποτελέσματα και οι συγκεκριμένοι ιερείς να ξεκινήσουν και πάλι να ασκούν το καθήκον τους όπως προβλέπουν οι Ιερείς Κανόνες της Εκκλησίας».

Πώς ξεκίνησε η υπόθεση
Την άμεση αντίδραση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Κρήτης προκάλεσε η αποκάλυψη σε σχόλιο της εφημερίδας "Νέα Κρήτη" χθες, ότι τέσσερεις ιερείς Μητροπόλεων σε Χανιά και Ρέθυμνο με αναρτήσεις τους σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης γνωστοποιούσαν πως διακόπτουν τη μνημόνευση των τοπικών τους επισκόπων, κατηγορώντας τους μάλιστα για «οικουμενισμό». Η μη μνημόνευση των επισκόπων πρακτικά σημαίνει ότι οι εν λόγω ιερείς αμφισβητούν την πνευματική και διοικητική κυριαρχία του Δεσπότη τους, δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο τη δυσαρέσκειά τους για κάποιο γεγονός.
Όλα ξεκίνησαν από ιερέα στα Χανιά, που με ανάρτησή του στο fb γνωστοποιούσε ότι δε θα μνημονεύει το Μητροπολίτη Κυδωνίας κατά τις λειτουργίες στην ενορία του, αποδίδοντάς του την κατηγορία ότι είναι «οικουμενιστής».
Ανάλογη κίνηση ακολούθησαν με πανομοιότυπο τρόπο τουλάχιστον τρεις ακόμη ιερείς στις Μητροπόλεις Κυδωνίας, Λάμπης και Ρεθύμνου. Οι τελευταίοι κατηγορούσαν αντιστοίχως τους Μητροπολίτες Λάμπης και Σφακίων Ειρηναίο, Ρεθύμνης Ευγένιο, και Κυδωνίας Δαμασκηνό για «οικουμενισμό».
Η αιχμή είναι βαρύτατη για τους κόλπους της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αφού υπονοούν ευθέως κίνηση εκτός συνοδικού πνεύματος και διαλόγου των χριστιανικών Εκκλησιών, με σκοπό την ένωση χωρίς προαπαιτούμενα όλων των δογμάτων του Χριστιανισμού.
Η κατηγορία αυτή διατυπώθηκε και πέρυσι το καλοκαίρι από μερίδα ορθόδοξων ιεραρχών, θεολόγων και κληρικών, με αφορμή και τη μεγάλη σύνοδο των ορθόδοξων εκκλησιών που συγκάλεσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο στο Κολυμπάρι Χανίων.
Με αυτό το δεδομένο, οι ιεράρχες της Εκκλησίας της Κρήτης θεώρησαν ότι η μομφή δεν εκτοξεύεται μόνο κατά των προσώπων των τριών Μητροπολιτών, αλλά ότι ενδεχομένως βρισκόμαστε μπροστά σε μια εν δυνάμει εξέλιξη αμφισβήτησης μέσων των τριών ιεραρχών και του προσώπου του Οικουμενικού Πατριάρχη.
Έτσι, κατά τη διάρκεια της χθεσινής Τακτικής Συνόδου των ιεραρχών της τοπικής μας Εκκλησίας, το θέμα που προέκυψε συζητήθηκε διεξοδικά, και αποφασίστηκε η Σύνοδος να απευθυνθεί σε όσους κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος με τους τέσσερεις ιερείς καλώντας τους να μην προχωρήσουν στην άρνηση μνημόνευσης των Μητροπολιτών και να έρθουν σε διάλογο με επιτροπή που συγκρότησε η Ιερά Σύνοδος, προκειμένου να άρουν, όπως αναφέρεται, την παρεξήγηση ή πλάνη στην οποία έχουν περιέλθει.
Σε διαφορετική περίπτωση, η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας της Κρήτης αφήνει να εννοηθεί ότι θα υπάρξει λήψη πειθαρχικών, διοικητικών και εκκλησιαστικών μέτρων.
Το κείμενο της ανακοίνωσης της Ιεράς Συνόδου έχει ως εξής:
«Ἡ Ἱερά Ἐπαρχιακή Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης συνῆλθε σήμερα, 16 Μαρτίου 2017, στο Ἡράκλειο σε συνεδρία καί ἀσχολήθηκε με θέματα τῆς ζωῆς τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαίδευσης.
Ἡ Ἱερά Σύνοδος, μεταξύ ἄλλων, ἐξέτασε καί το θέμα πού προέκυψε τελευταῖα, τῆς διακοπῆς τοῦ μνημόσυνου τῶν Κανονικῶν Ἐπισκόπων τους, ἀπό ὁρισμένους κληρικούς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, κατά τη Θεία Λειτουργία, τα Ἱερά Μυστήρια καί τις Ἱερές Ἀκολουθίες.
Οἱ Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας μας, με ποιμαντική ἀγάπη καί στοργικό ἐνδιαφέρον, προσκαλοῦν τούς κληρικούς αὐτούς να σταματήσουν την παραπάνω λανθασμένη συμπεριφορά. Μάλιστα, ὁρίσθηκε, με ὁμόφωνη Συνοδική Ἀπόφαση, τριμελής Ἐπιτροπή, ἀποτελούμενη ἀπό τον Σεβ. Μητροπολίτη Πέτρας καί Χερρονήσου κ. Γεράσιμο, τον Πανοσ. Ἀρχιμ. Φιλόθεο Σπανουδάκη, Ἡγούμενο, καί τον Αἰδεσιμολ. Πρωτ. Ζαχαρία Ἀδαμάκη, πρόεδρο τῆς Ἑνώσεως Συνδέσμων Κληρικῶν Ἐκκλησίας Κρήτης, προκειμένου να συναντηθοῦν καί να διαλεχθοῦν μαζί τους, τις ἑπόμενες ἡμέρες.
Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀναμένει με ἀγαθές ἐλπίδες τα καλά ἀποτελέσματα τῆς συνάντησης αὐτῆς, ἐπιφυλάσσεται δε για τα προβλεπόμενα ἀπό τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καί την ἰσχύουσα νομοθεσία.

Η ΕΠΙΜΑΧΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
Διαβάστε εδώ την επιστολή των 4 ιερέων της Κρήτης που έκαναν γνωστό πως διακόπτουν το μνημόσυνο των Μητροπολιτών τους, κάνοντας λόγο για οικουμενιστικές κινήσεις που έρχονται σε αντίθεση με τα λόγια των Πατέρων της Εκκλησίας μας.
Η επιστολή τους αναφέρει:
Θέμα: Δήλωση Διακοπής Μνηµμοσύνου
Σεβασμιώτατοι,
Μετά λύπης, αλλά καί πολλής πνευματικής χαράς και ευφροσύνης, επιθυµούμε διά του παρόντος να σας γνωστοποιήσουμε ότι, ακολουθώντας την Αποστολική και Πατερική Παράδοση στο θέμα της κοινωνίας με τους αιρετικούς, διακόπτουμε τη µνημόνευση του ονόματός σας στις ιερές ακολουθίες, γιατί σείς και πολλοί άλλοι συνεπίσκοποί σας εγκαταλείψατε αυτήν την θεία Παράδοση και ευρίσκεσθε εκτός της οδού των Αγίων Πατέρων.
Η θεάρεστη και από τούς Ιερούς Κανόνες επαινούμενη αυτή ενέργεια συμβολικά θα γίνει την Κυριακή της Ορθοδοξίας (05.03.2017), οπότε εορτάζουμε την αναστήλωση των ιερών εικόνων και διαβάζουµε το«Συνοδικόν της Ορθοδοξίας» µε τα αναθέματα εναντίον όλων των αιρετικών, ώστε να δηλώσουµε και µέσα στον ιερό χώρο της Θείας Λατρείας ότι καταδικάζουμε την παναίρεση του Οικουμενισμού και απορρίπτουμε την ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου, η οποία αναγνώρισε τις αιρέσεις ως εκκλησίες καί αποδέχθηκε τον συγκρητιστικό καί καταστροφικό Οικουμενισµό.

Εικονομαχία και Οικουμενισµός
Μετά από εκατό περίπου χρόνια που επιτρέψαμε τό νέφος των αιρέσεων να θολώνει καί νά σκοτεινιάζει τον καταγάλανο ουρανό τής Ορθοδόξου Πίστεως, νά διαιρεί και να σχίζει το ορθόδοξο πλήρωµμα, να διασπά την αδιάσπαστη ακολουθία και διαδοχή των ορθοδόξων δογµάτων, τώρα µε τη Χάρη και συνέργεια του Θεού και τις πρεσβείες της Υπεραγίας Θεοτόκου καί των θεοδιδάκτων και θεοφωτίστων Αγίων Πατέρων θα συντελέσουµε μέ τήν θερμή ορθόδοξη Ομολογία µας, ώστε να πνεύσει η Χάρη τού Αγίου Πνεύματος ισχυρότερα καί νά σκορπίσει το νέφος τού παναιρετικού Οικουµενισµου, όπως εσκόρπισε το νέφος της Εικονοµαχίας, η οποία ταλαιπώρησε καί τότε την Εκκλησία περισσότερο από ένα αιώνα. Εμείς κάνουμε την αρχή μαζί μέ άλλους Πατέρες, μερικοί από τους οποίους δεν άντεξαν την σκοτεινιά και βγήκαν ήδη στο ξέφωτο, όπως έκαναν για την Εικονομαχία καί οι µοναχοί του Ολύµπου της Βιθυνίας, και ελπίζουμε ότι θα αναστήσει και θα αναδείξει ο Θεός, όπως και τότε, πατριάρχας και επισκόπους, για να ολοκληρώσουν τον νέον θρίαµβο της Ορθοδοξίας εναντίον των νέων κρυφών και επικίνδυνων δυνάμεων του σκότους.
Και για νά μή θεωρηθεί άστοχη η σύγκριση Εικονομαχίας και Οικουµενισµου προλαβαίνουμε εδώ νά πούμε ότι ο Οικουμενισμός είναι χειρότερος κατά πολύ της Εικονομαχίας, διότι, εκτός των άλλων σοβαρών δογματικών παρεκλίσεων, απορρίπτει την προσκύνηση των Αγίων Εικόνων στον χώρο του Προτεσταντισμού καί προσβάλλει και υποτιµά τό υπέρτιµο καί μοναδικό πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου καί τήν τιμή τών λοιπών Αγίων. Μέ αυτούς τους εικονοµάχους και αγιοµάχους, τους εχθρούς της Παναγίας και των Αγίων, συναγελαζόμαστε και συνυπάρχουμε μέσα στο λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών», εξευτελίζοντες την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία καί μεταβάλοντάς την από «στύλο καί εδραίωµα της Αληθείας»[1],από Νύμφη Χριστού και Σώμα Χριστού[2],σε ισάξια και ισότιμη μέ τήν πιο μικρή και άθλια προτεσταντική αίρεση[3]. Και µόνο αυτό αρκεί για να απορρίψουμε τήν ψευδοσύνοδο της Κρήτης, η οποία επαινεί το προτεσταντικό αυτό συνονθύλευµμα των αιρέσεων και συνιστά να εξακολουθήσουμε την συμετοχή μας σ᾽αυτό καί τον εξευτελισμό της Εκκλησίας.

Επί δεκαετίες αποδοκιµάζεται ο Οικουμενισµος
Δεν πρόκειται εδώ νά παρουσιάσουμε όσα αντικανονικά, αντορθόδοξα, αντιπατερικά, αντισυνοδικά συνέβησαν και συμβαίνουν στις σχέσεις μας μέ τίς παλαιές και τις νέες αιρέσεις, τα οποία έπρεπε νά είχαν οδηγήσει σε καθαιρέσεις τους παραβάτες των Ιερών Κανόνων και Παραδόσεων και σε συνοδική καταδίκη τους. Επί πολλές δεκαετίες Άγιοι Γέροντες, οµολογητές, αρχιερείς και λοιποί κληρικοί και µοναχοί, σοφοίκαίνουνεχείς καθηγηταί και μεγάλο μέρος τούυγιούς εκκλησιαστικού πληρώματος, ιδιαίτερα το Άγιον Όρος, ζητούσαν καί ζητούν νά αποχωρήσουµε από τό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συµβούλιο Εκκλησιών», δηλαδή αιρέσεων, και να καταδικάσουμε την παναίρεση του Οικουμενισμού, όπως αξιεπαίνως το έπραξαν οι εκκλησίες Βουλγαρίας και Γεωργίας. Ακόμη και πρόσφατα το θέμα αυτό ταράσσει τις συνειδήσεις όσων γνωρίζουν το μέγεθος αυτής της εκκλησιολογικής εκτροπής.
Γιά τόν λόγο αυτό η «Σύναξη Ορθοδόξων Κληρικών καί Μοναχών» εκφράζοντας αυτή την μακροχρόνια ανησυχία καί αγωνία, συνέταξε καί εκυκλοφόρησε το 2009 την «Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού»,ένα ιστορικό όντως κείµενο, πού τό υπέγραψαν ευάριθμοι αρχιερείς, εκατοντάδες κληρικών καί μοναχών και χιλιάδες πιστών, στό οποίο οι τίτλοι των σχετικών ενοτήτων λέγουν τά εξής:
1) Φυλάττουµε αμετακίνητα και απαραχάρακτα όσα οι Σύνοδοι και οι Πατέρες θέσπισαν.
2) Διακηρύσσουμε ότι ο Παπισµός είναι μήτρα αιρέσεων και πλανών.
3) Τά ίδια ισχύουν, σε μεγαλύτερο βαθµό, γιά τόν Προτεσταντισµο, ο οποίος ως τέκνο του Παπισµού κληρονόμησε πολλές αιρέσεις, προσέθεσε δε πολύ περισσότερες.
4) Ο µόνος τρόπος για να αποκατασταθεί η κοινωνία μας μέ τούς αιρετικούς είναι η εκ μέρους τους αποκήρυξη της πλάνης καί η µετάνοια, ώστε να υπάρξει αληθινή ένωση καί ειρήνη· ένωση μέ τήν αλήθεια και όχι μέ τήν πλάνη καί τήν αίρεση.
5) Εφ᾽όσον οι αιρετικοί εξακολουθούν να παραµένουν στην πλάνη, αποφεύγουµε την µετ᾽αυτών κοινωνία, ιδιαίτερα τις συμπροσευχές.
6) Μέχρι των αρχών του 20ου αιώνος η Εκκλησία είχε σταθερά καί αμετάβλητα απορριπτική και καταδικαστική στάση έναντι όλων των αιρέσεων.
7) Ο διαχριστιανικός συγκρητισµος που υιοθέτησε και ενεθάρρυνε το Οικουμενικό Πατριαρχείο πρώτο, διευρύνθηκε τώρα καί σέ διαθρησκειακό συγκρητισµο, ο οποίος εξισώνει όλες τις θρησκείες με τη μοναδική θεόθεν αποκαλυφθείσα από τον Χριστό θεοσέβεια καί ζωή.
8) Εμείς πιστεύουµε και οµολογούμε ότι μόνον εν τω Χριστώ υπάρχει η δυνατότης σωτηρίας. Οι θρησκείες του κόσµου καί οι αιρέσεις οδηγούν στην απώλεια.
9) Υπάρχουν βέβαια και συλλογικές ευθύνες, και κυρίως των οικουμενιστικών φρονηµάτων Ιεραρχών και Θεολόγων μας, απέναντι στο ορθόδοξο πλήρωµμα και στο ποίμνιό τους[4].
Οικουμενισµος νομιμοποιείται και εισάγεται στην Εκκλησία.
Ο πολεµούμενος προηγουµένως Οικουµενισμός και καταδικαζόμενος από την αγρυπνούσα ορθόδοξη συνείδηση, έχει αποκτήσει για πρώτη φορά συνοδική κατοχύρωση, η οποία βέβαια αλλάζει ολοκληρωτικά το εκκλησιολογικό τοπίο και θέτει όλους πρό τών ευθυνών μας. Δεν είναι ίδια η κατάσταση πριν από την «Σύνοδο» καί μετά από αυτήν. «Δεν είναι ο περσινός καιρός οφετεινός χειµώνας», όπως έλεγαν οι αγωνιστές του 1821 µπροστά στήν επικίνδυνη στρατιά του Δράμαλη. Με νύχια καί μέ δόντια προσπαθούν οι υποστηρικτές της «Συνόδου» να δικαιολογήσουν τά αδικαιολόγητα. Καί επειδή δέν διαθέτουν θεολογικά επιχειρήματα, για νά καλύψουν τα θεολογικά και κανονικά ατοπήματα, υβρίζουν, συκοφαντούν και διώκουν όσους αντιδρούμε, εξωτερικεύοντας την εσωτερική τους σύγχυση και εμπάθεια.
Η αποδοχή της «Συνόδου» μεταφέρει τον Οικουμενισµο μέσα στην Εκκλησία και δεν αρκεί η αποσιώπηση η απόκρυψη των αποφάσεών της, αλλά απαιτείται η συνοδική καταδίκη τους. Ας σημειωθεί επίσης ότι η µνημόνευση των επισκόπων «επ᾽ εκκλησίαις» δεν είναι απροϋπόθετη, αλλά συναρτάται προς την ορθόδοξη πίστη τους και δείχνει ότι ο μνηµονευόμενος και οι μνημονεύοντες έχουν την ίδια πίστη[5].
Τι δέον γενέσθαι; Διακοπή Μνημοσύνου.
Και τώρα που βρισκόμαστε; Τι δέον γενέσθαι; Θα αφήσουµε την ασθένεια του Οικουμενισμού νά λυµμαίνεται το σώμα της Εκκλησίας; Ήδη έχει προσβάλει από καιρό µεγάλο µέρος της εκκλησιαστικής ιεραρχίας και της θεολογικής επιστήμης με πρωταγωνιστή στη διάδοση της νόσου το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Δικαιολογηµμένα οι Αγιορείτες και κάποιοι αρχιερείς των λεγοµένων «Νέων Χωρών» διέκοψαν το µνηµόσυνο του ονόματος του Αθηναγόρα κατά τά έτη 1969-1972, τό οποίο καλή τη πίστει επανέλαβαν το 1973 με την άνοδο στο θρόνο του σεμνού και ταπεινού Δημητρίου, διαψευσθέντες οµως, διότι και αυτός ακολούθησε τα βήματα του προκατόχου του. Ο σημερινός οικουµενικός πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος ξεπέρασε τους προκατόχους του σε αιρετικά καί αντορθόδοξα τολµηµατα. Φρίττει και ιλιγγιά κανείς, όταν αναγινώσκει αιρετικές δηλώσεις του ή στήν πράξη ιεροκανονικές παραβάσεις με συµπροσευχές και άλλα.
Ο,τι όμως μέχρι τώρα και αν έλεγαν και έπρατταν ο πατριάρχης και οι συν αυτώ ήσαν προσωπικές τους γνώμες, δεν είχαν εκκλησιαστική επικύρωση. Αδυνατούσαν να τις παρουσιάσουν ως διδασκαλία της Εκκλησίας. Μέ τήν ψευδοσύνοδο της Κρήτης αυτό έχει ανατραπή. Στο υψηλότερο επίπεδο αυθεντίας και περιφανείας, επ᾽όρους υψηλού καί επηρμένου, στο συνοδικό επίπεδο, οι αιρέσεις γαυριούν και καυχώνται ότι είναι εκκλησίες, ο διαχριστιανικός και διαθρησκειακός Οικουμενισµος του Αντιχρίστου, το µυστήριο της ανοµίας θρονιάστηκε στον ναό του Θεού, τα κελεύσµατα της συνόδου διαβάστηκαν μέσα στους ναούς και διανεµήθηκαν από χέρια επισκόπων και ιερέων.
Αγιορείτες μοναχοί σε Μοναστήρια, σκήτες καί σέ κελλιά, αφού είδαν ότι η επίσημη Αγιορειτική Κοινότητα σιωπά και συμπορεύεται, διέκοψαν ήδη το μνηµόσυνο του πατριάρχου Βαρθολομαίου, ακολουθούντες την σταθερή παράδοση της Εκκλησίας στην αντιμετώπιση των αιρέσεων. Δεν άντεχε η συνείδησή τους να μνημονεύουν το όνομα του Βαρθολοµαίου ως αρχιεπισκόπου στις ιερές ακολουθίες και να δηλώνουν μέ αυτό ότι έχουν την ίδια πίστη, ότι συµμφωνούν με τα αιρετικά του φρονήματα καί μέ την ψευδοσύνοδο της Κρήτης.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την μνημόνευση του ονόματος του επισκόπου είναι να ορθοδοξεί, να ορθοτομεί τον λόγο τής αληθείας.
Ασφαλώς είναι σηµαντική και επιφανής η θέση του επισκόπου στην Εκκλησία, και όλοι την σεβόμεθα και την αναγνωρίζουμε, καί δέν χρειάζεται νά μάς αραδιάζουν οι οικουμενιστές γνωστά κείμενα από τους Αγίους Πατέρες και τους Ιερούς Κανόνες. Όλα αυτά ισχύουν υπό την απαραίτητη προϋπόθεση ότι ο επίσκοπος ορθοδοξεί, ότι ορθοτομεί τον λόγο της αληθείας, ότι δεν κηρύσσει αίρεση. Όταν κηρύσσει αίρεση, διακόπτουμε κάθε σχέση μαζί του και κοινωνία και δεν τον μνημονεύουμε στις ιερές ακολουθίες. 
Ας ξεκολλήσουν κάποιοι από την καινοτοµια του επισκοποκεντρισμού· τα μυστήρια τελούνται στο όνομα του Χριστού και της Αγίας Τριάδος, καί όχι στο όνομα του επισκόπου, κατά την αµάρτυρη και βλάσφηµη ζηζιούλια εκκλησιολογία. Δεν υπάρχει υποχρέωση και καθήκον υπακοής στον αιρετικό επίσκοπο· υπάρχει κακή υπακοή και αγία ανυπακοή. Αν συνέβαινε το αντίθετο, δεν θά υπήρχε σήμερα η Εκκλησία, διότι οι κατά καιρούς αιρετικοί πατριάρχες, επίσκοποι και λοιποί κληρικοί θα είχαν επιβάλει με τόσες αιρετικές συνόδους που συνεκάλεσαν, με την βοήθεια μάλιστα αιρετικών αυτοκρατόρων, την αίρεση, και θά εθριάμβευε το σκότος της πλάνης και της αγνωσίας του Θεού. Αυτό επιθυμούν όσοι και σήμερα διώκουν, αλλά και όσοι επικρίνουν τους δήθεν ανυπάκουους καί απείθαρχους κληρικούς. 
Ας ξαναδιαβάσουν προσεκτικά τους Κανόνες, τον 31ο και 33ο Αποστολικό, τον 2ο της εν Αντιοχείας συνόδου, τον 33ο της εν Λαοδικείας συνόδουκαίτόν 15ο της Πρωτοδευτέρας Συνόδου του Μ. Φωτίου, καί άς μη επικαλούνται άσχετους κανόνες, αποδεικνύοντες και την θεολογική τους αµάθεια. Η ψευδοσύνοδος της Κρήτης και όσοι την υποστηρίζουν φανερά και απροκάλυπτα, «γυμνή τη κεφαλή», εμπίπτουν στον 15ο Κανόνα της Πρωτοδευτέρας. Σε αυτόν αντί νά τιμωρούνται, επαινούνταν και τιµώνται οι ιερείς που διακόπτουν το µνηµόσυνο του αιρετικού επισκόπου[6].

Δεν πρέπει να λέμε ψεµματα μπροστά στήν Αγία Τράπεζα
Ως προς τον πατριάρχη Βαρθολοµαίο και προ της «Συνόδου» ήταν δικαιολογηµένη η διακοπή μνημοσύνου, πολύ περισσότερο μετά από αυτήν, διότι αυτός ήταν ο πρωτουργός και πρωτεργάτης. Είναι συγκλονιστικό καί ακαταµάχητο το επιχείρημα των Αγιορειτών Πατέρων στην επιστολή πού έστειλαν προς τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Η´ Παλαιολόγο, ο οποίος μετά την ψευδοένωση της Λυών (1273) τους επίεζε να μνηµονεύουν στην Θ. Λειτουργία το όνομα του πάπα. Αποκρούοντες αυτήν την απαίτηση αντιτείνουν: 
Πως είναι δυνατόν, ενώ η Αγία Γραφή μάς συνιστά ούτε στον δροµο να χαιρετούμε τους αιρετικούς, ούτε να τους δεχόμαστε σε κοινές οικίες, εμείς να τους εισάγουμε μέσα στους ναούς, όταν στην φρικτή και μυστική τράπεζα θύεται και σφαγιάζεται αθύτως ο Υιός του Θεού; Μόνον από τον Άδη θα µπορούσε να εκπορεύεται φωνή πού μνηµονεύει τον εχθρό του Θεού, τον πάπα. Αν ο απλός χαιρετισμός των αιρετικών μας κάνει κοινωνούς της αιρέσεως, πόσο περισσότερο ισχύει αυτό γιά τήν φωνητικά ισχυρή μνηµόνευσή του, όταν τελούνται τα θεία και φρικτά μυστήρια; Καί άν ο Χριστός, ο επί της Αγίας Τραπέζης κείµενος, είναι η αυτοαλήθεια, πως θα δεχθεί το μεγάλο ψεύδος, το να συµμπαραθέτουμε τον πάπα ως ορθόδοξο πατριάρχη με τους λοιπούς ορθοδόξους πατριάρχες; Την ώρα των φρικτών μυστηρίων θα παίζουµμε θέατρο και θα παρουσιάζουμε τό ανύπαρκτο ως υπαρκτό, την αίρεση ως Ορθοδοξία; Πως θά τά ανεχθεί αυτά η ορθόδοξη ψυχή και δεν θα διακόψει την κοινωνία προς αυτούς που μνημονεύουν και δεν θά τούς θεωρήσει ως καπήλους και εκμεταλευτές των θείων;[7]
Καί στό σηµείο αυτό οι Αγιορείτες Πατέρες εξηγούν για ποιο λόγο μνημονεύουμε τόόνοµα του αρχιερέως κατά τήν Θεία Λειτουργία. Αυτό γίνεται, όχι γιατί χωρίς την μνηµόνευση τού ονόµατος του αρχιερέως δεν επιτελείται το μυστήριο, κατά την σφαλερή γνώμη μερικών συγχρόνων, αλλά γιά να φανεί η «τέλεια συγκοινωνία», η ταυτότητα πίστεως του μνημονεύοντος και του μνημονευομένου. Αναφέρουν μάλιστα καί τήν εξήγηση της Θείας Λειτουργίας του Θεοδώρου Αν δίδων, σύμφωνα με την οποία ο ιερουργός αναφέρει το όνομα του αρχιερέως για να δείξει ότι κάνει υπακοή στον προιστάμενό του, ότι έχει την ίδια πίστη μέ αυτόν καί ότι είναι διάδοχος των θείων μυστηρίων[8].
Ορθώς, λοιπόν, και συµφωνα με τους Ιερούς Κανόνες και την Παράδοση της Εκκλησίας οι Αγιορείτες διέκοψαν παλαιά το µνηµόσυνο τού επισκόπου τους, του Αθηναγόρα, και οι σημερινοί κελλιώτες το μνηµόσυνο του Βαρθολοµαίου. Ορθώς επίσης έπραξαν το 1970 οι τρεις αρχιερείς των«Νέων Χωρών», δηλαδή οι μητροπολίτες Ελευθερουπόλεως Αµβρόσιος, Φλωρίνης Αυγουστίνος και Παραµυθίας Παύλος, που διέκοψαν επίσης το μνηµόσυνο του Αθηναγόρα, χωρίς να ελεγχθούν ή νά επιτιμηθούν από την Ιερά Σύνοδο τότε. 
Τώρα τρέμουν και δειλιούν και δεν θέλουν ούτε να ακούσουν την λέξη Διακοπή Μνηµοσύνου η Αποτείχιση, την ώρα που ο Βαρθολομαίος υπερέβη όλα τα εκκλησιολογικά όρια καί εισήγαγε μέ τήν ψευδοσύνοδο της Κρήτης την παναίρεση του Οικουµενισμού μέσα στον ιερό χώρο της Εκκλησίας, όπως εισήγαγε τον πάπα και άλλους αιρετικούς μέσα στο θυσιαστήριο την ώρα της Επιτελέσεως της Θείας Μυσταγωγίας.
Στην κατηγορία αυτή τών οικουµενιστών επισκόπων ανήκετε ολοφάνερα καί σείς, Σεβασμιώτατε κ. Δαμασκηνέ. Όση προσπάθεια και αν καταβάλλετε, σείς και οι άλλοι επίσκοποι, να εξωραίσετε την ψευδοσύνοδο, δεν πρόκειται νά τό επιτύχετε, διότι αυτή δεν είναι ούτε αγία, ούτε μεγάλη, ούτε σύνοδος, όπως προκύπτει από την αληθή μαρτυρία του πληρώματος της Εκκλησίας.
Επειδή λοιπόν εµπίπτετε σε όσα περί επισκόπων που κηρύσσουν αίρεση διαλαµβάνει ο 15ος Κανών της Πρωτοδευτέρας Συνόδου του Μ.Φωτίου(861), συνοψίζοντας την Αποστολική και Πατερική Παράδοση, γι᾽ αυτό διακόπτουμε την μνηµόνευση του ονόματός σας κατά τις ιερές ακολουθίες συμβολικά από σήμερα Κυριακή της Ορθοδοξίας. Δεν ανέχεται η ιερατική μας συνείδηση η µεν Εκκλησία διά των Αγίων Πατέρων και των Αγίων Συνόδων να καταδικάζει σήμερα όλες τις αιρέσεις και τους εικονομάχους, σείς όμως να αναγνωρίζετε τις αιρέσεις ως εκκλησίες καί νά συναποτελείτε μέ τούς εικονοµάχους Προτεστάντες το«Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών». Μνηµονεύοντας το όνοµα σας δηλώνουμε ότι ειµαστε και εμείς οικουμενιστές, ότι έχουμε την ίδια πίστη με σας και ψευδόμαστε ενώπιον της Αληθείας, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του θύοντος και θυοµένου επί της Αγίας Τραπέζης, όπως ψεύδονται τώρα και όλοι οι επίσκοποι παλαιάς και νέας Ελλάδος ισχυριζόμενοι εκφώνως ότι ο πατριάρχης Βαρθολομαίος ορθοτοµεί τον λόγο της αληθείας.
Θα χαρούμε πολύ, αν, εφαρµόζοντας και σείς τους Ιερούς Κανόνες, ιδιαίτερα τον 15ο της Πρωτοδευτέρας, μας επαινέσετε για τους αγώνες υπέρ της ευσεβείας η τουλάχιστον µας αφήσετε να επιτελούμετό λειτουργικό έργο στις ενορίες μας. Έτσι έπραξε ο πατριάρχης Αθηναγόρας, όταν οι Αγιορείτες του έκοψαν το µνηµόσυνο. Δεν έλαβε κανένα µέτρο εναντίον τους και έτσι αποφεύχθηκαν τα σχίσματα, τά οποία θα είχαν αποφευχθεί και αν, μετά την μεταρύθμιση τού Ηµερολογίου, η Εκκλησία άφηνε όσους ήθελαν να ακολουθούν το παλαιό Ημερολόγιο µέσα στούς κόλπους της, όπως άφησε καί πολλές τοπικές εκκλησίες και το Άγιον Όρος. Αν αρχίσετε τις διώξεις, σείς θα είσθε παραβάτης των Ιερών Κανόνων και δηµιουργός σχισματικών καταστάσεων. Εμείς δέν θα προκαλέσουμε σχισµα, διότι δεν θα προσχωρήσουμε σε σχισματική οµάδα, ούτε θα µνημονεύουμε άλλον επίσκοπο. 
Θα αναµμένουμε µετά καλών ελπίδων να επαναλάβουμε το μνηµόσυνό σας, όταν δημοσίως και «επ᾽ εκκλησίαις» καταδικάσετε τις αιρέσεις του Μονοφυσιτισμού, του Παπισμού, του Προτεσταντισμού, την παναίρεση του Οικουμενι-σμού καί απορρίψετε την σύνοδο της Κρήτης. Αν παραµείνετε στα οικουμενιστικά σας φρονήματα, δεν θέλουμε του λοιπού να έχουμε καµμία κοινωνία μαζί σας, ακολουθώντας τον άτλαντα της Ορθοδοξίας, τον Άγιο Μάρκο τον Ευγενικό, ο οποίος συνοψίζοντας την συνοδική καί πατερική παράδοση της Εκκλησίας έλεγε ότι «όλοι οι διδάσκαλοι της εκκλησίας, όλες οι σύνοδοι και όλη η Αγία Γραφή μάς παρακινούν να αποφεύγουμε τους ετεροδόξους και νά μήν έχουμε κοινωνία μαζί τους»[9]. Συνιστούσε να αποφεύγουμε τους λατινόφρονες, αντίστοιχους των σηµερινών οικουµενιστών, όπως φεύγει κανείς από τα φίδια[10]. Είχε την πεποίθηση ότι όσο αποµακρύνεται από τόν λατινόφρονα πατριάρχη και τους οµοίους του τόσο προσεγγίζει προς τον Θεό και τους Αγίους, καί όταν χωρίζεται από αυτούς, ενώνεται μέ τήν αλήθεια και τους Αγίους Πατέρες και Θεολόγους της Εκκλησίας[11].
Εμείς ως µικροί ποιμένες πράξαμε το καθήκον μας. 
Ευχόμαστε και σείς ως μεγαλοποιµένας να πράξετε ο,τι σας φωτίσει ο Θεός.
Με σεβασµο στην αρχιερωσύνη σας.
Πρωτοπρεσβύτερος Γαβριήλ Μαζανάκης
Πρεσβύτερος Εμμανουήλ Σαρρής
Πρεσβύτερος Σπυρίδων Δαμανάκης
Πρεσβύτερος Παύλος Μαζανάκης
(η επιστολή δόθηκε στους επισκόπους όπου υπάγονται οι πατέρες, δηλαδή στον Σεβ. Κυδωνίας και Αποκορώνου κ. Δαμασκηνό, στον Σεβ. Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγένιο, και στον Σεβ. Λάμπης και Σφακίων κ. Ειρηναίο.)