.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο άρτος των αιρετικών μετατράπηκε σε πέτρα μέσα στο στόμα της!



Στην εποχή του ιερού Χρυσοστόμου (4ος αι.) ζούσε κάποιος πλούσιος, πού ανήκε μαζί με τη γυναίκα του, στην αίρεση του Μακεδονίου. Κάποτε, ακούγοντας τη διδαχή του Αγίου, μετανόησε και επέστρεψε στην αλήθεια της μιας, αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας.
Η γυναίκα του όμως, ενώ με το στόμα ομολογούσε την πίστη της στο ορθόδοξο δόγμα, με την καρδιά της ακολουθούσε την αίρεση.
Σε μία μεγάλη γιορτή λοιπόν της Εκκλησίας, πού συνήθιζαν να κοινωνούν πολλοί χριστιανοί, συνέβη το εξής περιστατικό: Η γυναίκα του πλουσίου πήγε κρυφά στους ιερείς των αιρετικών για να κοινωνήσει.
Δεν κοινώνησε όμως, αλλ’ αφού πήρε στα χέρι της τον άρτο τον έδωσε κρυφά στη δούλη της να τον φυλάξει χωρίς κανείς άλλος ν’ αντιληφθεί κανείς αυτό που έκανε.
Όταν αργότερα γινόταν η Θεία Λειτουργία των Ορθοδόξων, η γυναίκα πήγε φανερά με τον άνδρα της στην εκκλησία για να κοινωνήσει.
Σαν ήρθε η σειρά της, πήρε τον άγιο Άρτο από το χέρι του ιερού Χρυσοστόμου, αλλά δεν τον έβαλε στο στόμα της μετάλαβε κρυφά τον άρτο των αιρετικών.
Αμέσως όμως συγκλονίστηκε από ένα θαύμα: Ο άρτος των αιρετικών μετατράπηκε σε πέτρα μέσα στο στόμα της!
Η γυναίκα φοβήθηκε. με δυνατή φωνή διηγήθηκε σ’ όλους το περιστατικό και πίστεψε ολόψυχα στην ορθόδοξη εκκλησία.
Ο άγιος Ιωάννης τοποθέτησε την πέτρα εκείνη στο σκευοφυλάκιο, για να θυμίζει το θαύμα.

«Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία»
Ιεράς Μονής Παρακλήτου Αττικής

Εάν ανομίας παρατηρήσης Κύριε, Κύριε, τις υποστήσεται;



«Αν Κύριε, εξετάσης τις ανομίες μας, 
ποιος θα μπορέση να σταθή μπροστά σου;». 

Για να μη λέγη λοιπόν κάποιος ότι, επειδή είμαι αμαρτωλός και γεμάτος από αμέτρητα κακά, δεν μπορώ να προσέλθω και να προσευχηθώ και να παρακαλώ τον Θεό, αφαιρώντας την δικαιολογία αυτή λέγει: «Αν εξετάσης τις ανομίες μας Κύριε, Κύριε, ποιος θα μπορέση να σταθή μπροστά σου;»; Το «ποιος», εδώ σημαίνει κανένας. Διότι δεν είναι δυνατό, δεν μπορεί κανένας ποτέ να επιτύχη την ευσπλαχνία και φιλανθρωπία του Θεού, αν εξετασθούν με λεπτομέρεια οι ευθύνες των πράξεών του. 

Και αυτά τα λέγω όχι για να οδηγήσω τις ψυχές σας σε αδιαφορία, αλλά για να παρηγορήσω εκείνους που πέφτουν σε απόγνωσι. Διότι ποιος θα μπορέση να καυχηθή ότι έχει αγνή καρδιά; ή ποιος θα έχη το θάρρος να πη ότι είναι καθαρός από αμαρτίες; Και γιατί αναφέρω τους άλλους; Διότι και αν ακόμη παρουσιάσω στη μέση τον Παύλο και θελήσω να κάνω ακριβή εξέτασι των πράξεών του, δεν θα μπορέση να σταθή απέναντί Του. Πράγματι, τι θα μπορούσε να πη; Μελέτησε προφήτες με πολύ ζήλο˙ υπήρξε ζηλωτής των πατρώων παραδόσεων, είδε να γίνωνται θαύματα, και όμως εξακολουθούσε να καταδιώκη την Εκκλησία˙ και δεν μεταστράφηκε παρά μόνον όταν είδε εκείνο το παράξενο όραμα και άκουσε εκείνη τη φρικτή φωνή˙ πριν από αυτό όμως όλα τα ανακάτωνε και τα συνέχεε. Αλλ’ όμως παραβλέποντας ο Θεός όλα εκείνα, και τον προσκάλεσε και τον έκανε άξιο μεγάλης χάριτος. 

Τι συνέβη πάλι με τον κορυφαίο εκείνον, τον Πέτρο; δεν τον έλεγξε, όταν μετά από αμέτρητα σημεία και θαύματα και τόσο μεγάλη παραίνεσι και συμβουλή, έπεσε στο φοβερό εκείνο παράπτωμα; Αλλ’ όμως και εκείνο το παρέβλεψε και τον κατέστησε πρώτο ανάμεσα στους αποστόλους. Γι’ αυτό και έλεγε: « Σίμων, Σίμων, ο σατανάς θέλησε να σας κοσκινήση σαν το σιτάρι, εγώ όμως προσευχήθηκα για σένα, ώστε να μη σε εγκαταλείψη η πίστις σου» ( Λουκ. 22, 31-33 ). Και μετά από αυτά, αν δεν έλθη να κρίνη τους ανθρώπους με ευσπλαχνία και φιλανθρωπία, αλλά κρίνη με ακρίβεια και λεπτομέρεια , οπωσδήποτε όλους θα μας βρη υπεύθυνους. Γι’ αυτό και ο Παύλος έλεγε: «Δεν αισθάνομαι καμμία ενοχή εναντίον του εαυτού μου, αλλά αυτό δεν με κάνει να θεωρώ τον εαυτού μου δικαιωμένο» ( Α΄ Κορ. 4,4 ) 
(Εις τον ΡΚΘ΄ Ψαλμόν , ΕΠΕ 7, 68-76. PG 55, 373-376 ) 

Χρυσοστομικός Άμβων Ε΄ 
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ 
Τα νεύρα της ψυχής» 
Έκδοσις 
Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου 
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους

Οἱ βουλές τοῦ Κυρίου (Τά δυσάρεστα γεγονότα στούς εὐσεβεῖς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ)


Πολύ συχνά, καί μάλιστα σέ ψυχές εὐσεβεῖς, ὁ Θεός οἰκονομεῖ τά πράγματα ἔτσι, ὥστε γεγονότα δυσάρεστα νά ἔχουν κατάληξη εὐτυχῆ. 

Ἄς θυμηθοῦμε μερικά περιστατικά ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη.

Ὁ Ἰωσήφ, ὁ γιός τοῦ πατριάρχη Ἰακώβ, πουλήθηκε ἀπό τους ἀδελφούς του καί κατέληξε στήν Αἴγυπτο, στό σπίτι τοῦ Πετεφρῆ. Ἡ γυναίκα τοῦ Πετεφρῆ εἶχε πονηρούς σκοπούς γιά τόν Ἰωσήφ. Στό τέλος τόν συκοφάντησε καί τόν ἔστειλε στήν φυλακή.
Νόμιζε ὅτι ἔτσι τοῦ ἔκανε κακό. Ἀπεναντίας, ἡ φυλακή ἦταν οἴκημα πιό ἥσυχο καί ἀσφαλισμένο ἀπό τό σπίτι τοῦ Πετεφρῆ. Γιατί σ' ἐκεῖνο τό σπίτι μπορεῖ νά εἶχεπολλές ἀνέσεις, ἄλλα ζοῦσε σ' ἕναν ἀκατάπαυστο φόβο ἀπό τίς ἁμαρτωλές ἐπιθέσεις τῆς ἀκόλαστης δράκαινας. Ἡ ἀγωνία του ἦταν βασανιστικότερη ἀπό τήν ζωή τῆς φυλακῆς. Προτιμοῦσε νά ζεῖ μαζί μέ κατάδικους παρά μέ μιά μανιασμένη κυρά. Στό δεσμωτήριο τόν παρηγοροῦσε ἡ σκέψη ὅτι βρέθηκε ἐκεῖ γιά νά μή χάσει τήν ἁγνότητά του, ἐνῶ, ὅσο ἔμενε κοντά της, ἔτρεμε μήπως ἡ ψυχή του τραυματιστεῖ. Ἔτσι, οὐσιαστικά δέν μπῆκε σέ φυλακή, ἄλλα γλύτωσε ἀπό φυλακή. Ἦρθε σέ ρήξη μέ τόν ἐπίγειο κύριό του, τόν Πετεφρῆ, ἀλλά σέ στενότερο σύνδεσμο μέ τόν οὐράνιο Κύριό του, τόν Θεό.
Παλαιότερα οἱ ἀδελφοί του τόν εἶχαν πουλήσει σέ Ἰσμαηλίτες ἐμπόρους. Στήν πραγματικότητα τόν ὠφέλησαν, γιατί τόν ἀπάλλαξαν ἔτσι ἀπό τήν κακία τους καί τίς καθημερινές ἐπιβουλές τους. Ὑπάρχει, ἀλήθεια, χειρότερο πράγμα, ἀπό τήν συμβίωση μέ ἀδελφούς πού σέ φθονούν, σέ κατατρέχουν, σέ ἐπιβουλεύονται; Θέλησαν νά τοῦ κάνουν κακό, μά ὁ Θεός τό γύρισε σέ καλό.
Καί ἀργότερα, ὅταν ὁ ἀρχιοινοχόος τόν ξέχασε, πάλι σέ καλό τοῦ βγῆκε, γιατί ἀποφυλακίστηκε πιό ἐπίσημα καί πιό ἔνδοξα. Τήν ἐλευθερία του δέν τοῦ τήν χάρισε ἡ ἀνθρώπινη καλοσύνη, ἄλλα ἡ θεία πρόνοια. Ὁ Φαραώ τόν ἔβγαλε ἀπό τήν φυλακή, ὅταν τόν χρειάστηκε γιά νά τοῦ ἐξηγήσει τά ὄνειρα. Ἔτσι, τόν ἔβγαλε ὄχι σάν βασιλιάς πού κάνει εὐεργεσία, ἀλλά σάν βασιλιάς πού δέχεται εὐεργεσία. Ὁ Θεός δέν ἤθελε νά εὐεργετηθεῖ ὁ Ἰωσήφ σάν δοῦλος, ἄλλα νά παρουσιαστεῖ στόν Φαραώ σάν εὐεργέτης του, νά τοῦ συμπαρασταθεῖ στήν ἀνάγκη του καί νά τοῦ δείξει πόση σοφία εἶχε.
Γι' αὐτό, λοιπόν, τόν εἶχε λησμονήσει ὁ ἀρχιοινοχόος, γιά νά μήν τόν ἀγνοήσει ὁ Φαραώ, γιά νά μήν τόν στερηθεῖ ἡ Αἴγυπτος. Γιατί ἄν ὁ ἀρχιοινοχόος τόν θυμόταν, θά ἔβγαινε νωρίτερα ἀπό τήν φυλακή, καί τότε ἀναμφίβολα θά ἐπιθυμοῦσε νά γυρίσει στήν πατρίδα του. Ἔτσι, ὅμως, ὅλη ἡ κατοπινή ἔνδοξη ἱστορία θά ματαιωνόταν. Τά τόσα ἐμπόδια -ἡ ὑπηρεσία στό σπίτι τοῦ Πετεφρῆ, ἡ φυλακή καί, ἀργότερα, τό βασιλικό ἀξίωμα- τόν κράτησαν ἐκεῖ, γιά νά πραγματοποιηθοῦν τά μεγάλα σχέδια τοῦ Κυρίου.

Ἄς ἐξετάσουμε πολύ συνοπτικά καί τήν ζωή τοῦ πατέρα τοῦ Ἰωσήφ, τοῦ πατριάρχη Ἰακώβ. Ὁ ἀδελφός του Ἠσαῦ τόν φθόνησε καί ζητοῦσε νά τόν σκοτώσει, ἀναγκάζοντάς τον ἔτσι νά φύγει ἀπό τήν πατρίδα του. Τί συνέπειες εἶχε αὐτό; Πρῶτα-πρῶτα, ξεφεύγοντας τόν κίνδυνο, βρῆκε ἀσφάλεια καί ἡσυχία. Ὕστερα, ἔμαθε νά ἐμβαθύνει περισσότερο στά πράγματα, κι ἔτσι ἔγινε πιό σοφός. Καί τέλος, ἀξιώθηκε νά δεῖ τό θαυμαστό ἐκεῖνο ὄνειρο μέ τήν κλίμακα.
Ἄλλα, θά μοῦ πεῖτε, στήν ξένη χώρα, τήν Μεσοποταμία, ὅπου πῆγε, δούλεψε σκληρά. Καί στήν ἀρχή, βέβαια, βρῆκε γυναίκα νά πάρει, τήν Ραχήλ, καί κέρδισε τήν συμπάθεια τοῦ πεθεροῦ του, τοῦ Λάβαν, στήν συνέχεια ὅμως ὁ Λάβαν τόν ἐξαπάτησε, δίνοντάς του γυναίκα τήν μεγαλύτερη κόρη του, τήν Λεία. Ναί, ἔτσι ἔγινε, ἄλλα τοῦτο τόν ὠφέλησε, γιατί ἡ Ραχήλ ἦταν στείρα, ἐνῶ ἀπό τήν Λεία ἀπέκτησε πολλά παιδιά.

Ἀργότερα ὁ Λάβαν τόν μίσησε. Μά καί τό μίσος αὐτό τοῦ βγῆκε σέ καλό, γιατί ἔγινε ἀφορμή νά γυρίσει στήν πατρίδα του. Ἄν δέν ἀντιμετώπιζε κανένα πρόβλημα στήν Μεσοποταμία, δέν θά σκεφτόταν τήν Χαναάν. Ὁ Λάβαν τοῦ κατακράτησε τόν μισθό τῶν κόπων του. Μήτε κι αὐτό τόν ζημίωσε καθόλου, ἀφοῦ πρόκοψε καί πλούτισε περισσότερο ἀπό τόν πεθερό του.

Τί βλέπουμε, λοιπόν; Ὅσο μεγαλύτερη ἐπιβουλή καί ἐχθρότητα ἀντιμετώπιζε, τόσο περισσότερο προόδευε. Ἄν δέν ἔπαιρνε γυναίκα πρῶτα τήν Λεία, δέν θ' ἀποκτοῦσε σύντομα τόσα παιδιά, ἄλλα θά ἦταν γιά χρόνια ἄτεκνος καί θά θρηνοῦσε, ὅπως ἀκριβῶς καί ἡ Ραχήλ. Ἄν ὁ Λαβαν δέν τοῦ στεροῦσε τόν μισθό του, δέν θά νοσταλγοῦσε τήν πατρίδα του, δέν θά δενόταν πιό στενά μέ τίς γυναῖκες του, δέν θά γύριζε μέ δόξα καί τιμή στήν γῆ Χαναάν, δέν θά συναντοῦσε στόν δρόμο τούς ἀγγέλους καί τόν ἴδιο τόν Θεό.

Ἀξιοθαύμαστο, ἀλήθεια, εἶναι τό ὅτι ὁ Θεός μᾶς εὐεργετεῖ μέσ' ἀπό γεγονότα πού φαίνονται ὄχι εὐνοϊκά καί εὐχάριστα, ἄλλα ἐνάντια καί δυσάρεστα.

Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου
Ἐκδόσεις: "ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ"

Οἱ βουλές τοῦ Κυρίου (Ἡ εὐεργετική καθυστέρηση τῆς ἐπέμβασης τοῦ Κυρίου στούς πειρασμούς καί στίς θλίψες μας)

Δέν θά παραλείψω ν' ἀναφέρω καί μιάν ἄλλη σοφή ἄλλα καί συνηθισμένη παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ: 
Ὅταν ἀντιμετωπίζουμε πειρασμούς καί δυσκολίες, δέν ἐπεμβαίνει ἀμέσως γιά νά μᾶς βοηθήσει, ἄλλα πρῶτα μᾶς ἀφήνει νά ταλαιπωρηθοῦμε κάμποσο καιρό κι ὕστερα κάνει τό θαῦμά Του. 
Γιατί τό κάνει αὐτό; 

Γιά νά μᾶς προφυλάξει ἀπό τήν ἀγνωμοσύνη καί τήν ἀχαριστία. 
Συνήθως ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, μόλις περάσουν οἱ συμφορές, ξεχνᾶμε καί τήν πίκρα τους καί τόν Θεό, πού μᾶς λυτρώνει ἀπ' αὐτές. Πολλές φορές, πάλι, νομίζουμε ὅτι μόνοι μας κατορθώσαμε ν' ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά ὅποια δεινά μᾶς βρῆκαν. Γι' αὐτό, λοιπόν, ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά μᾶς τσακίσουν πρῶτα οἱ δοκιμασίες, κι ὕστερα ἔρχεται νά μᾶς σώσει.

Ὅταν, λ.χ., οἱ Φιλισταῖοι ἀπειλοῦσαν τούς Ἰσραηλίτες καί ὁ Γολιάθ τούς φοβέριζε, ὁ Θεός σχεδίασε νά ὁδηγήσει στήν ἀναμέτρηση τόν Δαβίδ καί νά τόν ἀναδείξει νικητή. Δέν πραγματοποίησε, ὅμως, ἐξαρχῆς τό σχέδιό Του. Ἄφησε πρῶτα νά περάσουν σαράντα ὁλόκληρες μέρες. Στό διάστημα αὐτό ὁ ἀλλόφυλος γίγαντας ἔβριζε, περιγελοῦσε καί προκαλοῦσε τούς Ἑβραίους, πού εἶχαν λιώσει ἀπό τόν φόβο. Κανένας δέν τολμοῦσε νά τά βάλει μέ τόν τρομερό ἀντίπαλο. Ὅλοι ἀπελπίστηκαν γιά τήν σωτηρία τους. Καί τότε μόνο, ὅταν πιά κατάλαβαν τήν ἀδυναμία τους καί πίστεψαν ὅτι χάνονται, ὁ Θεός χάρισε στόν Δαβίδ τήν θαυμαστή κι ἀνέλπιστη ἐκείνη νίκη. Ὁ ὑπερφίαλος Γολιάθ σκοτώθηκε καί οἱ Φιλισταῖοι ντροπιάστηκαν.

Σέ κρίσιμες περιστάσεις, ἐμεῖς συνηθίζουμε νά κάνουμε ἀνθρώπινες σκέψεις καί ρηχούς ὑπολογισμούς. Ἔτσι, λ.χ. λέμε: Ἄν μᾶς ἐπιτεθοῦν ξαφνικά οἱ ἐχθροί καί δέν εἶναι ἕτοιμος ὁ στρατός μας γιά νά τούς ἀποκρούσει, τί θά γίνουμε; Θά μᾶς αἰχμαλωτίσουν ὅλους καί θά καταστρέψουν τήν χώρα μας". Μά τί νομίζεις; Ἐπειδή δέν προλαβαίνεις ἐσύ τόν ἐχθρό, δέν τόν προλαβαίνει καί ὁ Θεός; Ἐπειδή δέν εἶσαι ἐσύ «πανταχοῦ παρών», δέν εἶναι καί ὁ Θεός; Ἤ μήπως γι' Αὐτόν ἄλλα εἶναι δυνατά καί ἄλλα ἀδύνατα;
Ἡ Ἐρυθρά Θάλασσα, μολονότι ἄψυχη, ὑπάκουσε στό θέλημα τοῦ Κυρίου καί κατάπιε τούς Αἰγυπτίους. Τά ψάρια, μολονότι χωρίς λογικό, ὑπάκουσαν κι αὐτά στό θέλημα τοῦ Κυρίου καί πιάστηκαν στά δίχτυα τοῦ ἀποστόλου Πέτρου. Κι ἕνας ἄγγελος, ὅταν πάρει διαταγή ἀπό τόν Κύριο, μπορεῖ νά ἐξολοθρεύσει ὅλους τούς ἐχθρούς τῆς ἀληθινῆς πίστεως. Κάτι τέτοιο δέν ἔγινε στά χρόνια τοῦ προφήτη Ἠσαΐα;

Κάποιος Χαναναῖος εἶχε μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό του. Νόμιζε πώς εἶναι πολύ σπουδαῖος στρατηγός. Ἐννοῶ τόν Σισάρα, γιά τόν ὅποιο κάνει λόγο καί ὁ ψαλμωδός: «Κάνε, (Κύριε, στούς ἐχθρούς σου) ὅ,τι ἔκανες κάποτε στούς κατοίκους τῆς Μαδιάμ καί στόν Σισάρα, ὅ,τι ἔκανες στόν Ἰαβείν στόν χείμαρρο Κεισών» (Ψαλμ. 82:10). Ὁ Ἰαβείν ἦταν βασιλιάς τῶν Χαναναίων καί ὁ Σισάρα ἀρχιστράτηγος. Οἱ Ἰσραηλίτες, βλέποντες τά ἐννιακόσια σιδερένια ἅρματα καί τούς ἀναρίθμητους στρατιῶτες τοῦ Σισάρα, κατατρόμαξαν. Τότε ὁ φιλάνθρωπος Θεός μίλησε μέ τό στόμα μιᾶς προφήτισσας, τῆς Δεββώρας, πού κάλεσε τόν ἀρχηγό τῶν Ἰσραηλιτῶν καί τοῦ εἶπε: "Μή φοβηθεῖς! Ὁ Θεός θά σοῦ παραδώσει τόν Σισάρα στά χέρια σου. Τό κατόρθωμα, ὅμως, θ' ἀνήκει σέ γυναίκα. Ναί, γυναίκα θά τόν ἐξοντώσει". Καί πράγματι, τόν θανάτωσε ἡ Ἰαήλ. Βλέπεις πῶς τιμωρήθηκε γιά τήν ἀλαζονεία του; Σκοτώθηκε, καί μάλιστα ἀπό γυναικεῖο χέρι. Τόν ἔδεσε ὁ Θεός μέ τά δεσμά τοῦ ὕπνου καί, ὅπως ἦταν κοιμισμένος, ἡ Ἰαήλ τοῦ ἔμπηξε ἕναν πάσσαλο στόν κρόταφο!

Ὅταν ὁ Θεός θελήσει νά μᾶς βοηθήσει, τίποτα δέν μπορεῖ νά Τόν ἐμποδίσει.Φτάνει τότε ἕνα ὅπλο τοῦ Θεοῦ, φτάνει ἕνας ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, φτάνει ἕνα νεῦμα μόνο τοῦ Θεοῦ, γιά νά νικηθοῦν καί οἱ πιό ἰσχυροί ἐχθροί. Ἐμεῖς ἄς προσευχόμαστε στόν Χριστό, λέγοντας: "Κύριε, πές ἕνα λόγο, καί θά σκορπιστοῦν οἱ ἐχθροί Σου. Πές ἕνα λόγο, καί θά σωθεῖ ἡ πόλη Σου. Πές ἕνα λόγο, καί θά νικήσει ὁ λαός Σου". Ἄς Τοῦ λέμε ὅ,τι καί ὁ Δαβίδ: «Νά, οἱ ἐχθροί σου χαλᾶνε τόν κόσμο κι αὐτοί πού σέ μισοῦν σήκωσαν κεφάλι» (Ψαλμ. 82:3). Καί τότε φτάνει μιά γυναίκα σάν τήν Ἰαήλ, μιά σάν τήν Δεββώρα ἤ μιά σάν ἐκείνη τήν ἄγνωστη, πού χτύπησε μέ τήν μυλόπετρα τόν ἀδελφοκτόνο βασιλιά Ἀβιμέλεχ, γιά νά φέρει τήν νίκη.

Ὁ Θεός ἔχει πολλῶν εἰδῶν φάρμακα γιά τήν σωτηρία μας. Στόν καθένα δίνει ὅ,τι τοῦ χρειάζεται. Γιατί ὅλοι χρειαζόμαστε κάποιο φάρμακο. «Ποιός θά καυχηθεῖ πώς ἔχει ἁγνή τήν καρδιά; Ἤ ποιός θά πεῖ θαρρετά πώς εἶναι καθαρός ἀπό ἁμαρτίες;» (Παροιμ. 20:9).
Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος ἀναμάρτητος. Κι ἄν μοῦ πεῖς ὅτι ὁ τάδε εἶναι δίκαιος, εἶναι σπλαχνικός, εἶναι φιλάνθρωπος, θά συμφωνήσω. Δέν μπορεῖ, ὅμως, νά μήν ἔχει καί κάποιο ἐλάττωμα. Ἤ ἀπό τήν κενοδοξία θά νικιέται ἤ ἀπό τήν κακολογία ἤ ἀπό κάτι ἄλλο. Ἕνας κάνει ἐλεημοσύνες, ἀλλά δέν εἶναι ἁγνός. Ἄλλος εἶναι ἁγνός, ἀλλά δέν κάνει ἐλεημοσύνες. Ὁ ἕνας ἔχει μία ἀρετή καί ὁ ἄλλος τήν ἄλλη. Ὁ Φαρισαῖος νήστευε, προσευχόταν, δέν ἀδικοῦσε κανέναν, τηροῦσε τόν νόμο. Εἶχε ὅμως ἀλαζονεία. Ἔτσι καταδικάστηκε ἀπό τόν Κύριο, γιατί ἡ ἀλαζονεία τόν ζημίωσε περισσότερο ἀπ' ὅσο θά τόν ζημίωναν ὅλες οἱ ἄλλες ἁμαρτίες μαζί.
Δέν ὑπάρχει, λοιπόν, ἄνθρωπος ἀπόλυτα δίκαιος, ἀπόλυτα ἐνάρετος, ἀπόλυτα καθαρός ἀπό ἁμαρτία. Ἀπό τήν ἄλλη μεριά, δέν ὑπάρχει ἁμαρτωλός ἄνθρωπος πού νά μήν ἔχει κι ἕνα μικρό, ἔστω, καλό. Κάποιος, λ.χ., κάνει ἁρπαγές καί καταστροφές. Μερικές φορές, ὅμως, δείχνει καλοσύνη, βοηθάει ἕναν ἄνθρωπο, λυπᾶται γιά τό κακό.
Ποιός ἦταν σκληρότερος ἀπό τόν ἅρπαγα βασιλιά Ἀχαάβ; Καί ὅμως, ἀκόμα κι αὐτός ἐνίωσε κάποτε συντριβή καί κατάνυξη. Ποιός ἦταν χειρότερος ἀπό τόν φιλάργυρο καί προδότη Ἰούδα; Καί ὅμως, ἀκόμα κι αὐτός, μετά τήν προδοσία του, εἶπε: «Ἁμάρτησα, γιατί ἔστειλα στόν θάνατο ἕναν ἀθῶο» (Ματθ. 27:4).

Στήν ζωή αὐτή ἐφαρμόζεται σ' ὅλους ὁ νόμος τῆς ἀνταποδόσεως. Γι' αὐτό οἱ ἐνάρετοι δοκιμάζουν θλίψεις. Γι' αὐτό οἱ ἄδικοι ἀπολαμβάνουν ἀγαθά. Ὁ πρῶτοι τιμωροῦνται ἐδῶ γιά τίς λίγες ἁμαρτίες τους κι ἔτσι δέν θά στερηθοῦν τόν παράδεισο. Οἱ δεύτεροι ἀμείβονται ἐδῶ γιά τίς λίγες καλές τους πράξεις, καί θά τιμωροῦνται αἰώνια γιά τήν πολλή κακία τους. 

Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου
Ἐκδόσεις: "ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ"

Οἱ βουλές τοῦ Κυρίου (Ὅταν ὑποφέρουμε ἄδικα)

Ὅταν ὑποφέρουμε ἄδικα, πρέπει νά ξέρουμε ὅτι αὐτό συμβαίνει μέ παραχώρηση τοῦ Θεοῦ, εἴτε γιά νά ξεχρεώσουμε ἁμαρτίες εἴτε γιά νά πάρουμε στεφάνια.Ὁ βασιλιάς Δαβίδ, ὅταν ὁ Σεμεΐ τόν ἔλουζε μέ βρισιές καί κατάρες, δέν ἄφησε κανένα νά τόν πειράξει«Ἀφῆστε τον», εἶπε, «νά μέ βρίζει, γιά νά δεῖ ὁ Κύριος τήν ταπείνωσή μου καί νά μοῦ ἀνταποδώσει καλό γιά τίς κατάρες πού δέχομαι σήμερα» (Β' Βασ. 16:11-12). Καί γιά τόν ἀκόλαστο ἐκεῖνο Κορίνθιο τί εἶπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος; «Νά παραδοθεῖ στόν σατανᾶ, γιά νά τοῦ ἀφανίσει τό σῶμα καί νά σωθεῖ ἔτσι ἡ ψυχή του» (πρβλ. Α' Κορ. 5:5). Ἀλλά καί ὁ φτωχός Λάζαρος τῆς εὐαγγελικῆς παραβολῆς γι' αὐτόν τόν λόγο πῆγε στόν τόπο τῆς εὐφροσύνης, ἐπειδή ὑπέφερε τόσα καί τόσα στήν ζωή του.

Πολλοί νομίζουν πώς εἶναι ὁπωσδήποτε ἁμαρτωλός ἐκεῖνος πού ὑποφέρει. Ὑποθέτουν, ἀνόητα ὅμως καί ἀβάσιμα, πώς οἱ συμφορές ἔρχονται πάντα σάν τιμωρία γιά τήν παράβαση τοῦ θείου νόμου. Αὐτό ἔγινε στήν περίπτωση τοῦ δίκαιου καί πολυβασανισμένου Ἰώβ. Οἱ τρεῖς φίλοι του, πού τόν ἐπισκέφθηκαν στήν διάρκεια τῆς δοκιμασίας του, μολονότι δέν ἤξεραν καμιάν ἁμαρτία του, τοῦ ἔλεγαν: «Δέν εἶναι μεγάλη ἡ κακία σου καί ἀνυπολόγιστες οἱ ἁμαρτίες σου;» (Ἰώβ 22:5).
Μά κι ὁ Σεμεΐ, πού ἀνέφερα πιό πρίν, γιατί ἔβριζε τόν Δαβίδ; Ἐπειδή τότε εἶχε ἐπαναστατήσει ἐναντίον τοῦ βασιλιᾶ ὁ γιός του Ἀβεσσαλώμ. Καθώς, λοιπόν, προσπαθοῦσε νά ξεφύγει ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ γιοῦ του, πού τόν καταδίωκαν γιά νά τόν ἐξοντώσουν, ὁ Δαβίδ συνάντησε τόν Σεμεΐ. Κι ἐκεῖνος νόμιζε πώς ὁ βασιλιάς, γιά νά βρεθεῖ σ' αὐτήν τήν δοκιμασία, ἦταν φονιάς. Νά γιατί ἄρχισε νά τόν βρίζει καί νά τόν καταριέται.
Κάτι παρόμοιο ἔγινε καί μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο, ὅταν βρέθηκε στό νησί Μελίτη, μετά τό ναυάγιο τοῦ πλοίου πού τόν μετέφερε στήν Ρώμη. Μιά ὀχιά τόν δάγκωσε τότε στό χέρι. Οἱ κάτοικοι τοῦ νησιοῦ, βλέποντας τό ἑρπετό νά κρέμεται ἀπό τό χέρι του, ἔλεγαν μεταξύ τους: «Ὁπωσδήποτε φονιάς εἶναι ὁ ἄνθρωπος αὐτός. Σώθηκε ἀπό τήν θάλασσα, ἀλλά ἡ θεία δίκη δέν τόν ἄφησε νά ζήσει» (Πράξ. 28:4).

Καί σήμερα ἀκούω πολλούς νά λένε: Ἄν ὁ Θεός ἀγαποῦσε τούς φτωχούς, δέν θά τούς ἔκανε φτωχούς". Καί ἄλλους, βλέποντας ἕναν ἐλεήμονα ἄνθρωπο νά ὑποφέρει ἀπό βαρειά ἀρρώστια, νά ρωτᾶνε: «Τί ἔγιναν οἱ ἐλεημοσύνες του; Τί ἔγιναν οἱ καλοσύνες του;". "Ἀνόητες ἐρωτήσεις.
Πῶς κατηγορεῖς, ἄνθρωπέ μου, τόν Θεό μέ τόση εὐκολία καί ἐπιπολαιότητα; Μπορεῖ ποτέ ὁ Θεός νά μισεῖ τούς φτωχούς, καί μάλιστα τούς ἐνάρετους, καί ν' ἀγαπάει τούς πλουσίους, καί μάλιστα τούς κακούς καί ἄσπλαχνους; Γιά νά μήν ἁμαρτάνεις μέ τέτοιες βλάσφημες ἄλλα καί παράλογες σκέψεις, θά σοῦ ἐξηγήσω τί ἀγαπάει καί τί ἀποστρέφεται ὁ Θεός.
Ὁ Θεός ἀγαπάει ὅποιον τηρεῖ τίς ἐντολές Του.
«Αὐτόν», λέει, «θά τόν ἀγαπήσω καί θά τοῦ φανερώσω τόν ἑαυτό μου» (Ἰω. 14:21). Ὄχι αὐτόν πού ἔχει πλούτη, ὄχι αὐτόν πού ἔχει ὑγεία, μά αὐτόν «πού κρατάει τίς ἐντολές μου καί τίς ἐκτελεῖ». Καί ποιόν ἀποστρέφεται ὁ Θεός; Αὐτόν πού δέν τηρεῖ τίς ἐντολές Του.
Ὅταν, λοιπόν, δεῖς κάποιον πού περιφρονεῖ τό θέλημα καί τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, εἴτε πλούσιος εἶναι, εἴτε ὑγιής, νά μήν ἀμφιβάλλεις ὅτι τόν ἀποστρέφεται ὁ Κύριος. Ἀπεναντίας, τόν ἐνάρετο καί εὐσεβῆ, εἴτε φτωχός εἶναι, εἴτε ἄρρωστος, τόν ἀγαπάει. Δέν ἄκουσες τί λέει ἡ Γραφή; «Παιδεύει ὁ Κύριος ὅποιον ἀγαπάει καί μαστιγώνει ὅποιον ἀναγνωρίζει γιά παιδί του» (Παροιμ. 3:12).Θά μοῦ πεῖς, βέβαια, ὅτι πολλοί ἄνθρωποι σκανδαλίζονται μ' αὐτό. Φταίει τό μυαλό τους. Γιατί δέν κάνουν τήν ἁπλή τούτη σκέψη: Ἡ ἀμοιβή δέν δίνεται στήν παροῦσα ζωή. Ἐδῶ εἶναι τό στάδιο τῶν ἀγώνων. Τά βραβεῖα καί τά στεφάνια θά δοθοῦν στήν ἄλλη ζωή.
Δέν πρέπει νά λυπόμαστε γι' αὐτούς πού δοκιμάζονται καί ὑποφέρουν, ἀλλά γι' αὐτούς πού, ἐνῶ ἁμαρτάνουν, δέν τιμωροῦνται. 

Οἱ τιμωρίες, ἄλλωστε, ἐμποδίζουν ἀπό τήν ἁμαρτία καί ὁδηγοῦν στήν ἀρετή."Ἄν ὅμως εἶναι ἔτσι", θά μοῦ πεῖτε, "ἄν πράγματι ἀπομακρύνουν τό κακό οἱ τιμωρίες, τότε γιατί νά μή μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός γιά κάθε ἁμαρτία μας;". Θά σᾶς ἀπαντήσω: Ἄν ὁ Θεός τιμωροῦσε τόν κάθε ἄνθρωπο γιά κάθε ἁμαρτία του, ἡ ἀνθρωπότητα ὁλόκληρη θ' ἀφανιζόταν καί ἡ δυνατότητα τῆς μετάνοιας θά χανόταν. Κοίτα, λ.χ., τήν περίπτωση τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ἄν ὁ Θεός τόν τιμωροῦσε γιά τόν διωγμό τῶν χριστιανῶν, ἄν πολύ περισσότερο τόν θανάτωνε, πῶς θά μποροῦσε νά μετανοήσει, νά πραγματοποιήσει τόσα θεάρεστα ἔργα καί νά ὁδηγήσει τήν οἰκουμένη ἀπό τήν πλάνη στήν ἀλήθεια; Δές καί τούς γιατρούς, πῶς ἐνεργοῦν. Ὅταν παρουσιαστεῖ κάποιος βαριά πληγωμένος, ἐφαρμόζουν θεραπευτική ἀγωγή ἀνάλογη ὄχι μέ τόν ἀριθμό καί τό μέγεθος τῶν πληγῶν, ἄλλα μέ τήν ἀντοχή τοῦ ὀργανισμοῦ. Γιατί ποιά ἡ ὠφέλεια, ἄν κλείσουν οἱ πληγές ἀλλά πεθάνει ὁ ἄνθρωπος;
Γι' αὐτό καί ὁ Θεός οὔτε ὅλους μαζί τούς ἁμαρτωλούς τιμωρεῖ οὔτε ἀνάλογα μέ τ' ἁμαρτήματά τους. Οἱ τιμωρίες Του εἶναι σταδιακές, μεθοδικές καί σκόπιμες. Πολλές φορές, τιμωρώντας ἕναν ἄνθρωπο, συνετίζει πολλούς. Κάτι τέτοιο κάνουν καί οἱ γιατροί, ὅταν κόβουν ἕνα σάπιο μέλος γιά νά ἐξασφαλίσουν τήν ὑγεία στό ὑπόλοιπο σῶμα.
Ὅταν βλέπεις ἕναν μέθυσο νά γίνεται νηστευτής ἥ ἕναν αἰσχρολόγο νά ψάλλει θείους ὕμνους, νά θαυμάζεις τήν μακροθυμία τοῦ Κυρίου, νά ἐγκωμιάζεις τήν μετάνοια καί νά λές μαζί μέ τόν ψαλμωδό: «Αὐτή ἡ ἀλλοίωση εἶναι ἔργο τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου» (Ψαλμ. 76:11). Δηλαδή, τήν θαυμαστή αὐτήν μεταβολή τήν πραγματοποίησε τό δεξί χέρι τοῦ Θεοῦ, ἡ δυνατή ἐπέμβαση καί ἐνέργειά Του.

Κάθε ἔργο πού ἀποσκοπεῖ στήν σωτηρία ψυχῶν, δέχεται ἀπό τήν ἀρχή ἐπιθέσεις. Μόλις γεννήθηκε ὁ Χριστός, ξέσπασε ἡ μανία τοῦ Ἡρώδη.
Κι ἔσυ, ἄν ἀξιωθεῖς κάποτε νά ὑπηρετήσεις μ' ὁποιονδήποτε τρόπο τόν Θεό, θά ὑποφέρεις πολύ, θά πονέσεις πολύ, θά κινδυνέψεις πολύ. Μήν ξαφνιαστεῖς. Μήν ταραχθεῖς. Μήν ἀναρωτηθεῖς: Ἐγώ ἐκτελῶ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, καί θά ἔπρεπε νά δοξάζομαι γι' αὐτό καί νά στεφανώνομαι. Γιατί, λοιπόν, ὑποφέρω; Νά θυμηθεῖς τότε τόν Χριστό, πού διώχθηκε ὥς τόν θάνατο, καί μᾶς προειδοποίησε: «Ἄν ἐμένα καταδίωξαν, θά καταδιώξουν κι ἐσᾶς» (Ἰω. 15:20). Μᾶς ἔδωσε, ὅμως, καί μιάν ὑπόσχεση: «Ὅποιος μείνει σταθερός ὥς τό τέλος, αὐτός θά σωθεῖ» (Ματθ. 10:22).

Ἄν κάποιος φροντίζει γιά τήν σωτηρία του, εἶναι ἀδύνατο νά χαθεῖ. Ὁ Θεός δέν θά τόν ἐγκαταλείψει στίς δυσκολίες καί τούς κινδύνους. Τί εἶπε ὁ Κύριος στόν Πέτρο; «Σίμων, Σίμων! Ὁ σατανᾶς ζήτησε νά σᾶς δοκιμάσει σάν τό σιτάρι στό κόσκινο. Ἐγώ, ὅμως, προσευχήθηκα γιά σένα, νά μή σ' ἐγκαταλείψει ἡ πίστη σου» (Λουκ. 22:32).
Ὅταν δεῖ ὁ Θεός ὅτι τό φορτίο τῶν πειρασμῶν ξεπερνάει τίς δυνάμεις μας, ἁπλώνει τό χέρι Του καί μᾶς ξαλαφρώνει ἀπό τό περίσσιο βάρος. Ἄν, ὅμως, δεῖ ὅτι ἀδιαφοροῦμε γιά τήν σωτηρία μας, μᾶς ἐγκαταλείπει ἀβοήθητους.
Δέν πιέζει καί δέν ἀναγκάζει κανέναν ὁ Θεός. Γιά τούς ἀπρόθυμους καί ἀδιάφορους ἀδιαφορεῖ. Ἀντίθετα, τούς πρόθυμους καί καλοπροαίρετους τούς τραβάει κοντά Του μέ πολύ πόθο. Ὁ ἀπόστολος λέει: «Ὁ Θεός δέν κάνει διακρίσεις, ἀλλά δέχεται τόν καθένα, σ' ὅποιον λαό κι ἄν ἀνήκει, ἀρκεῖ νά Τόν σέβεται καί νά ζεῖ σύμφωνα μέ τό θέλημά Του» (Πράξ. 10:34-35).

Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου

Ἐκδόσεις: "ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ"
Γιά τό διαδίκτυο ἐπιμέλεια-δημοσίευση, τό:

Η ομολογία της αμαρτίας αποτελεί την απαλλαγή από αυτήν

«Αυτή προ πάντων είναι η οδός της απωλείας, όταν η ίδια η αμαρτάνουσα ψυχή διώξει το φόβο και επινοεί ορισμένες δικαιολογίες που προέρχονται από αδιαφορία, ή όταν διαπράττοντας κάποιος μοιχεία θέλοντας άλλος να τον απαλλάξει από την συντριβή της καρδίας του, του λέγει· μα μήπως συ είσαι αίτιος;

Η επιθυμία είναι αιτία. Είναι κακό βέβαια το αν αμαρτάνει κάποιος, φοβερότερο όμως είναι αυτό, το να αρνείται αυτός να μετανοήσει μετά την διάπραξη της αμαρτίας. Αυτό προ πάντων είναι το όπλο του διαβόλου.

Αυτό συνέβηκε και στην περίπτωση των πρωτοπλάστων. Διότι ενώ έπρεπε ο Αδάμ να ομολογήσει τα πλημμελήματά του, εκείνος όμως μεταφέρει την αιτία στην Εύα και η Εύα πάλι στο διάβολο. Ενώ έπρεπε να πουν «αμαρτήσαμε, παρανομήσαμε», εκείνοι όμως όχι μόνο δεν ομολογούν, αλλά και μηχανεύονται δικαιολογία.

Διότι ο διάβολος γνωρίζοντας ότι η ομολογία της αμαρτίας αποτελεί απαλλαγή από την αμαρτία, πείθει την ψυχή να γίνει αδιάντροπη. Αλλά εσύ, αγαπητέ, όταν αμαρτήσεις, πες ότι αμάρτησα, δεν υπάρχει τίποτε άλλο που να δικαιώνει περισσότερο από αυτήν την απολογία.

Έτσι κάμνεις το Θεό ευσπλαχνικό, έτσι κάμνεις και τον εαυτό σου πιο απρόθυμο στο να υποπέσει στα ίδια αμαρτήματα. Όταν όμως φροντίζεις να βρεις δικαιολογίες ανύπαρκτες και να απαλλάξεις την ψυχή σου από το φόβο, θα την κάνεις προθυμότερη προς το να υποπέσει πάλι στα ίδια αμαρτήματα και θα παροργίσεις περισσότερο το θεό. Διότι από κανέναν αμαρτωλό δεν λείπει η αδιάντροπη δικαιολογία.

Καθόσον ο ανθρωποκτόνος έχει να κατηγορήσει το θύμα, ο κλέφτης τη φτώχεια, ο μοιχός την επιθυμία, και άλλος την εξουσία, αλλά όλα αυτά είναι δικαιολογίες παράλογες, που δεν έχουν καμία λογική δικαιολογία.

Διότι δεν κάμνουν εκείνα τις αμαρτίες, αλλά οι γνώμες εκείνων που αμαρτάνουν. Πρόσεχε τον Δαβίδ που δεν δικαιολογείται όταν αμάρτησε αλλά λέγει «Αμάρτησα απέναντι στον Κύριο».

Αν και βέβαια μπορούσε να πει «Γιατί γυμνώνονταν η γυναίκα; Γιατί λουζόταν μπροστά στα μάτια μου;». Αλλά γνώριζε ότι όλα αυτά ήταν παράλογη δικαιολογία, και για αυτό προχώρησε στην ολοκάθαρη απολογία με το να πει «αμάρτησα»….».

(Πνευματικά Μαργαριτάρια, σελ 56-57, Ιωάννης ο Χρυσόστομος).​

Ἔχεις πονηρές σκέψεις;

Έχεις πονηρές σκέψεις; Μην τις προφέρεις με λόγια· άφησέ τες να ησυχάζουν μέσα σου και γρήγορα εξαφανίζονται. 
Είμαστε άνθρωποι και πολλές φορές κάνουμε πολλές πονηρές, απρεπείς και αισχρές σκέψεις. Αλλά ας μην αφήνουμε να γίνονται οι σκέψεις λόγια, ώστε, πιεζόμενες προς τα κάτω, να εξασθενίζουν και να χάνονται... 
Γιατί, όπως ακριβώς όταν ρίξει κανείς μέσα σε λάκκο διάφορα άγρια θηρία και τον φράξει από πάνω, τα πνίγει εύκολα, ενώ αν αφήσει κάποιο άνοιγμα, για να αναπνέουν λίγο, τα ανακουφίζει πολύ και δεν τα αφήνει να χαθούν, αλλ’ αντίθετα τα εξαγριώνει περισσότερο, έτσι γίνεται και με τις πονηρές σκέψεις. 
Όταν γεννηθούν μέσα μας, αν φράξουμε το δρόμο τους προς τα έξω, τις εξαφανίζουμε γρήγορα. Αν όμως τις εξωτερικεύσουμε με λόγια, και αυτές τις κάνουμε πιο δυνατές, αφού επιτρέψαμε να αναπνεύσουν με τη γλώσσα, και γρήγορα πέφτουμε από τη συνήθεια των αισχρών λόγων στα βάραθρα των παράλογων πράξεων.

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος

Kι έτσι καθαρά ύψωνε τα χέρια σου σε προσευχή



Πριν υψώσουμε, λοιπόν, ικετευτικά τα χέρια μας στον ουρανό, ας βάλουμε αρχή μετάνοιας.

Άλλωστε, επειδή με τα χέρια εκτελούμε πολλές πονηρές πράξεις, γι’ αυτό ακριβώς έχει καθιερωθεί να τα υψώνουμε, όταν προσευχόμαστε, ώστε η υπηρεσία που προσφέρουν για την προσευχή, να τα εμποδίζει από την κακία και να τ’ απομακρύνει από την αμαρτία.

Έτσι θα θυμάσαι, δηλαδή, όταν πρόκειται ν’ αρπάξεις κάτι ή να χτυπήσεις κάποιον, ότι αυτά τα χέρια θα τα υψώσεις στο Θεό ως συνηγόρους σου και ότι μ’ αυτά θα Του προσφέρεις την πνευματική θυσία της προσευχής.

Γι’ αυτό μην τα μολύνεις, μην τα ντροπιάζεις, μην τα κάνεις ανάξια εμφανίσεως στο Θεό, με την τέλεση οποιασδήποτε ανομίας. Καθάριζέ τα με την ελεημοσύνη, με τη φιλανθρωπία, με την καλοσύνη, κι έτσι καθαρά ύψωνέ τα σε προσευχή.

Αν δεν προσεύχεσαι ποτέ με χέρια λασπωμένα, πολύ περισσότερο μην το κάνεις με χέρια λερωμένα από την αμαρτία. Γιατί κακό δεν είναι το να υψώνεις χέρια άπλυτα προς τον Κύριο· το να υψώνεις, όμως, χέρια καταμολυσμένα από αναρίθμητα αμαρτήματα, αυτό είναι φοβερό και προκαλεί την οργή του Θεού.

Αλλά μόνο έτσι παροργίζουμε τον Πατέρα μας; Με πόσους τρόπους, αλήθεια, αμαρτάνουμε, ακόμα και μέσα στην εκκλησία, την ώρα της λατρείας!

Αναπολόγητοι θα είμαστε, αν ο Θεός λογαριάσει τους αισχρούς λογισμούς που έχουμε στο νου μας, τις πονηρές επιθυμίες που έχουμε στην καρδιά μας, τις κατακρίσεις που ξεστομίζουμε καθημερινά για τον πλησίον μας, τα ψεύδη και τις συκοφαντίες, τις πανουργίες και τις δολοπλοκίες, τις κακότητες και τις αδικίες μας.

Λύπη μας προξενεί η προκοπή των άλλων, ακόμα και των φίλων μας. Ευχαρίστηση δοκιμάζουμε, όταν ο συνάνθρωπός μας υποφέρει, θεωρώντας τη συμφορά εκείνου ως παρηγοριά για τη δική μας δυστυχία.

Ασύνετα ζητάμε από το Θεό πράγματα φθαρτά κι ανώφελα, πράγματα που Εκείνος πρόσταξε να τα περιφρονούμε.

Αθεόφοβα καταριόμαστε τους αδελφούς μας, ενώ έχουμε εντολή να δίνουμε ευχές και στους εχθρούς μας.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου - Διά τους πενθούντας



...Αν λοιπόν κάνουμε συνεχείς προσευχές υπέρ αυτού, αν δίνουμε ελεημοσύνη· και αν ακόμα εκείνος είναι ανάξιος, ο Θεός θα δείξει το έλεός του σ' αυτόν. Αν και χάρη του Παύλου διέσωσε άλλους και για χάρη άλλων δείχνει ευσπλαχνία για άλλους, πώς δεν θα κάνει το ίδιο και για μας; Από τα χρήματα εκείνου από τα δικά σου, από όπου θέλεις, βοήθησε πρόσφερε λάδι, μάλλον σε νερό.

Δεν έχει δικές του ελεημοσύνες να επιδείξει; ας είναι συγγενικές. Δεν έχει να παρουσιάσει τις δικές του ελεημοσύνες; ας δείξει εκείνες που έγιναν γι' αυτόν. Έτσι η σύζυγός του με θάρροςθα παρακαλέσει το Θεό γι' αυτόν, εφόσον κατέθεσε λύτρο γι' αυτόν. Όσων περισσοτέρων αμαρτημάτων είναι υπεύθυνος, τόσο μεγαλύτερη ανάγκη από ελεημοσύνη υπάρχει γι' αυτόν. Όχι μόνο αυτό, αλλά διότι τώρα η ελεημοσύνη δεν έχει την ίδια δύναμη, αλλά πολύ μικρότερη. Διότι δεν είναι το ίδιο πράγμα να κάνει κάποιος ελεημοσύνη αυτός ο ίδιος και να κάνει αυτήν άλλος υπέρ αυτού. Όσο λοιπόν μικρότερη είναι αυτή, τόσο μεγαλύτερη κατά το ποσό ας την προσφέρουμε.

Ας μη ασχολούμαστε με σημεία τάφων και εντάφια. Προστάτεψε τις χήρες• αυτό είναι το σπουδαιότερο εντάφιο. Πες το όνομα- ζήτησε να κάνουν όλες τις δεήσεις και τις ικεσίες υπέρ αυτού- θα εξευμενίσει, αυτό το Θεό, αν και δεν έγινε απ' αυτόν η ελεημοσύνη, αλλά άλλος γίνεται αίτιος ελεημοσύνης γι' αυτόν. Και αυτό είναι νόμος της φιλανθρωπίας του Θεού. Χήρες, που στέκονται γύρω και κλαίνε, όχι μόνο από τον παρόντα, αλλά και από τον μέλλοντα θάνατο μπορούν να διασώσουν κάποιον. Πολλοί άνθρωποι ωφελήθηκαν από τις ελεημοσύνες που έγιναν από άλλους. Διότι αν και όχι τελείως, όμως βρήκαν κάποια παρηγοριά- διότι εάν δεν συμβαίνει αυτό, πώς σώζονται τα παιδιά; αν και αυτά βέβαια, τίποτε δεν συνεισφέρουν, αλλά οι γονείς συνεισφέρουν το παν και στις γυναίκες πολλές φορές χαρίσθηκαν παιδιά, που δεν πρόσφεραν αυτά τίποτε. Πολλούς δρόμους μάς έχει δώσει ο Θεός για τη σωτηρία μας, μόνο να μην αμελούμε. (Πράξ. 9, 26-43).

...Δεν γίνονται άσκοπα οι προσφορές γι' αυτούς που πέθαναν, ούτε οι ικεσίες, ούτε οι ελεημοσύνες• όλα αυτά το Πνεύμα τα διέταξε, θέλοντας να ωφελούμαστε εμείς μεταξύ μας. Διότι πρόσεχε. Ωφελείται εκείνος με τη βοήθεια σου, ωφελείσαι συ εξ αιτίας εκείνου- περιφρόνησες τα χρήματα, αφού αποφάσισες να επιτελέσεις κάτι το σπουδαίο- και εσύ έγινες αίτιος της σωτηρίας αυτού, και εκείνος για σένα έγινε αίτιος ελεημοσύνης. Να μη αμφιβάλλεις, ότι θα αποκομίσεις κάποια ωφέλεια. Δεν αναφωνεί άσκοπα ο διάκονος "υπέρ εκείνων που έχουν κοιμηθεί εν Χριστώ, και υπέρ εκείνων που κάνουν το μνημόσυνο γι' αυτούς"- δεν είναι ο διάκονος εκείνος, που αναφωνεί αυτά, αλλά το Πνεύμα το άγιο - αυτό δε εγώ το λέγω χάρισμα. Τι λέγεις; Στα χέρια του είναι η θυσία και όλα βρίσκονται ενώπιόν του τακτοποιημένα- παραβρίσκονται άγγελοι, αρχάγγελοι, παραβρίσκεται ο Υιός του Θεού- με τόση φρίκη στέκονται όλοι- παραστέκονται εκείνοι ψάλλοντας, ενώ όλοι σιγούν και νομίζεις ότι τυχαία γίνονται όλα τα τελούμενα; Λοιπόν και τα άλλα, γίνονται τυχαία και τα υπέρ της εκκλησίας και τα υπέρ των ιερέων προσφερόμενα και τα υπέρ του πληρώματος της εκκλησίας; μακριά μια τέτοια σκέψη, αλλά όλα γίνονται με πίστη. (Πράξ. 9, 26-43).

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου -Περί ελεημοσύνης, περί μετανοίας και διά τους πενθούντας 

Ας διδαχθούν από τον ιερό Χρυσόστομο, όσοι παραποιούν την διδασκαλία της Εκκλησίας και πορεύονται σύμφωνα με μετα-πατερικές εφευρεύσεις συγχρόνων θεολογούντων


Ἐπειδὴ τὸ ἱστολόγιό μας ἔχει συγκεκριμένο σκοπό, νὰ παρουσιάζει τὴν Πατερικὴ διδασκαλία κυρίως ὡς πρὸς τὴν στάση μας κατὰ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, θὰ παραθέσουμε τμῆμα ἀπὸ βιβλίο τοῦ π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ, τὸ ὁποῖο παρουσιάζει κάποιες ἀπὸ τὶς σχετικὲς θέσεις τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
Εἶναι σαφὲς ὅτι ὁ Ἅγιος δὲν ἀπαιτεῖ ἀπὸ τὸν καθένα μας νὰ ἐξετάσει πρῶτα μιὰ αἵρεση λεπτομερῶς, φιλοσοφικῶς καὶ θεολογικῶς καὶ μετὰ ἀπὸ δεκάδες χρόνια μελέτης τῆς αἱρέσεως (ἂν δὲν τὸν προλάβει ὁ θάνατος) νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τοὺς πρωτάρχους τῆς αἱρέσεως. Ἡ ἐξέταση καὶ ἀναίρεση εἶναι λεπτὸ θέμα καὶ ἔργο πρωτίστως ἐκείνων ποὺ λαμβάνουν ἕνα τέτοιο χάρισμα καὶ δευτερευόντως ὅσων τοὺς χρησιμοποιοῦν ὀρθοδόξως.
Γιὰ τὸν κάθε πιστὸ εἶναι ἀρκετὸ τὸ γεγονός, πὼς κάποιοι Ἅγιοι Πατέρες παλαιότερα -ἢ κάποιοι σύγχρονοι- διακρίβωσαν τὴν αἵρεση, ὥστε νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ αὐτή.

 Ὅ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος


Θά ἀναφερθοῦμε ἐν συνεχείᾳ δεικνύοντας τήν Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας διά τήν σχέσι τῶν Ὀρθοδόξων μέ τούςαἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν καταδικασθῆ ἀπό Σύνοδο, στόν ἅγ. Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο. Παρ’ ὅτι ὁ Χρυσορρήμων ἅγιος ἔζησε σέ περίοδο πού εἶχαν εἰρηνεύσει τά πράγματα ἀπό τούς Ἀρειανούς καί Πνευματομάχους, ἡ διδασκαλία του εἶναι ἡ ἴδια σχετικά μέ τήν ἐπικοινωνία τῶν Ὀρθοδόξων μέ τούς αἱρετικούς πρό συνοδικῆς κρίσεως (σ.σ. τῶν συγκεκριμένων αἱρετικῶν. Δες σχόλιο στὸ τέλος*).

Στήν ἑρμηνεία λοιπόν τοῦ ρητοῦ «πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καί ὑπείκετε...» (Ἑβρ. 13,17) ὁ ἅγιος ἀναφέρει:
«Κακόν μέν ἡ ἀναρχία πανταχοῦ, καὶ πολλῶν ὑπόθεσις συμφορῶν, καὶ ἀρχὴ ἀταξίας καὶ συγχύσεως· μάλιστα δὲ ἐν Ἐκκλησίᾳ τοσοῦτον ἐπισφαλεστέρα ἐστίν, ὅσον καὶ τὸ τῆς ἀρχῆς μεῖζον καὶ ὑψηλότερον... κρεῖττον γὰρ ὑπὸ μηδενὸς ἄγεσθαι ἢ ὑπὸ κακοῦ ἄγεσθαι. Ὁ μὲν γὰρ πολλάκις μὲν ἐσώθη, πολλάκις δὲ ἐκινδύνευσεν· οὗτος δὲ πάντως κινδυνεύσει, εἰς βάραθρα ἀγόμενος. Πῶς οὖν ὁ Παῦλός φησι· Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν, καὶ ὑπείκετε; Ἀνωτέρω εἰπών, Ὧν ἀναθεωροῦντες τὴν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τὴν πίστιν, τότε εἶπε, Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν, καὶ ὑπείκετε. Τί οὖν, φησίν, ὅταν πονηρὸς ᾖ, καὶ μὴ πειθώμεθα; Πονηρός, πῶς λέγεις; εἰ μὲν πίστεως ἕνεκεν, φεῦγε αὐτὸν καὶ παραίτησαι, μὴ μόνον ἂν ἄνθρωπος ᾖ, ἀλλὰ κἂν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ κατιών· εἰ δὲ βίου ἕνεκεν, μὴ περιεργάζου. Καὶ τοῦτο οὐκ οἴκοθεν λέγω τὸ ὑπόδειγμα, ἀλλ' ἀπὸ τῆς θείας Γραφῆς...» (ΕΠΕ 25,370 –P.G. 63,231).


Πολύ ὡραῖα ἐδῶ ὁ ἅγιος ξεκαθαρίζει τά πράγματα, ἀναφέροντας καί θαυμάσια παραδείγματα. Ἡ διδασκαλία του συνοψίζεται εἰς ὅτι «εἰ μέν πίστεως ἕνεκεν(ἐάν δηλαδή ὁ προεστώς ἔχει αἱρετική πίστι) φεῦγε αὐτόν καί παραίτησαι, μή μόνον ἄν ἄνθρωπος ᾖ, ἀλλά κἄν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ κατιών· εἰ δέ βίου ἕνεκεν μή περιεργάζου».
Ἐδῶ θαυμάζομε τήν ἀπόλυτον ταύτησι τοῦ ἁγίου μέ τήν ἁγ. Γραφή καί τήν Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας. Δηλαδή διά τά θέματα τῆς πίστεως δέν περιμένομε ἀποφάσεις Συνόδων, ἀλλ’ ἀπομακρυνόμεθα πάραυτα, ἐφ’ ὅσον βεβαιωθήκαμε ὅτι ὁ προεστώς ἔχει αἱρετικά φρονήματα. Δεδομένου δέ ὅτι ὁ ἅγιος ἀπευθύνετο ὄχι σέ κληρικούς καί μοναχούς, ἀλλά στό ποίμνιό του, ἐξυπακούεται ὅτι ἡ ἀσφαλής ὁδός διά τά θέματα τῆς πίστεως εἶναι ἡ ἄμεσος ἐκκλησιαστική ἀπομάκρυνσις ἀπό τόν αἱρετικό προεστῶτα καί ὄχι ἡ ἀναμονή συνοδικῆς ἀποφάσεως.
Διά νά γίνη αὐτό πλέον κατανοητό θά ἀναφέρωμε ἕνα ἄλλο χωρίο ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου, εἰς τό ὁποῖο ὁ ἅγιοςπροτρέπει ὑπακοή στούς προεστῶτες, ὅταν αὐτοί σφάλλουν, ὄχι σέ θέματα πίστεως, ἀλλά σέ ἄλλα προσωπικά καί καθημερινά πράγματα. Λέγει λοιπόν ὁ ἅγιος ἑρμηνεύοντας τήν β΄ πρός Τιμόθεον ἐπιστολή τοῦ ἀπ. Παύλου καί ἐξηγώντας, πῶς ὁ Θεός ἐνεργεῖ καί ἁγιάζει τά μυστήρια τά ὁποῖα τελοῦνται ἀπό ἀναξίους ἱερεῖς:


«Τί οὖν; φησί· πάντας ὁ Θεὸς χειροτονεῖ, καὶ τοὺς ἀναξίους;Πάντας μὲν ὁ Θεὸς οὐ χειροτονεῖ,διὰ πάντων δὲ αὐτὸς ἐνεργεῖ, εἰ καὶ αὐτοὶ εἶεν ἀνάξιοι, διὰ τὸ σωθῆναι τὸν λαόν... Ἐπεὶ εἰ μέλλοιμεν τοὺς βίους ἐρευνᾷν τῶν ἀρχόντων, αὐτοὶ μέλλομεν εἶναι χειροτονηταὶ τῶν διδασκάλων, καὶ τὰ ἄνω κάτω γίνεται, ἄνω οἱ πόδες, καὶ κάτω ἡ κεφαλή... Ἕκαστος τὰ ἑαυτοῦ μεριμνάτω. Εἰ μὲν γὰρ δόγμα ἔχει διεστραμμένον, κἂν ἄγγελος ᾖ, μὴ πείθου· εἰ δὲ ὀρθὰ διδάσκει, μὴ τῷ βίῳ πρόσεχε, ἀλλὰ τοῖς ρήμασιν... Εἰ δὲ κατέμαθες καὶ ἐξήτασας καὶ εἶδες, ἀνάμενε τὸν κριτήν· μὴ προαρπάσῃς τοῦ Χριστοῦ τὴν τάξιν· ἐκείνου ταῦτά ἐστιν ἐξετάζειν, οὐ σοῦ· σὺ δοῦλος εἶ ἔσχατος, οὐ δεσπότης· σὺ πρόβατον εἶ· μὴ τοίνυν περιεργάζου τὸν ποιμένα, ἵνα μὴ καὶ ἐφ' οἷς ἐκείνου κατηγορεῖς, εὐθύνας δῷς» (ΕΠΕ 23, 492-494).
Ἐδῶ μέ σαφήνεια ὁ ἅγιος ἐξηγεῖ ὅτι μόνο διά τά θέματα τῆς πίστεως ἐλέγχομε τόν προεστῶτα, ἐνῶ ὅλα τά ἄλλα τά ἀφήνομε στήν κρίσι τοῦ Θεοῦ. Χαρακτηριστικά 
καί στό σημεῖο αὐτό ἀναφέρει: «εἰ μὲν γάρ δόγμα ἔχει διεστραμμένον, κἄν ἄγγελος ᾖ, μή πείθου». Τό «μή πείθου» δέν ἔχει φυσικά τήν ἔννοια νά μήν πεισθῆς στό διεστραμμένο δόγμα τοῦ προεστῶτος, ἀλλά νά μήν ὑποταχθῆς εἰς αὐτόν.
Στήν ἑρμηνεία τοῦ ΡΜΓ΄(143) ψαλμοῦ ὁ ἅγιος μᾶς δίδει παραστατικά τό μέτρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας στά θέματα τῆς πίστεως. Λέγει δέ τά ἑξῆς:


«Ὅταν οὖν εὐ ποιεῖν δέῃ, πᾶς ἄνθρωπός σοι ἐγγὺς ἔστω· ὅταν δὲ ὁ τῆς ἀληθείας γυμνάζηται λόγος, ἐπιγίνωσκε τὸν οἰκεῖον καὶ τὸν ἀλλότριον. Κἂν ἀδελφὸν ἔχῃς ὁμοπάτριον καὶ ὁμομήτριον, καὶ μὴ κοινωνήσῃ σοι κατὰ τὸν τῆς ἀληθείας νόμον, ἔστω σοι τοῦ Σκύθου βαρβαρικώτερος· κἂν Σκύθης, κἂν Σαυρομάτης ᾖ, τῶν δογμάτων δὲ εἰδῇ τὴν ἀκρίβειαν, καὶ πιστεύῃ τοῦτο ὃ καὶ αὐτὸς σύ, αὐτοῦ τοῦ τὰς αὐτὰς ὠδῖνας σοὶ λύσαντος οἰκειότερος ἔστω καὶ ἐγγύτερος· καὶ τὸν βάρβαρον καὶ τὸν οὐ τοιοῦτον ἐντεῦθεν διακρίνωμεν, μὴ ἀπὸ τῆς γλώττης, μηδὲ ἀπὸ τοῦ γένους, ἀλλ' ἀπὸ τῆς γνώμης καὶ τῆς ψυχῆς. Τοῦτο γὰρ μάλιστα ἄνθρωπος, ὅταν δογμάτων ἀκρίβειαν ἔχῃ καὶ πολιτείαν φιλόσοφον...» (ΕΠΕ 7,400 καί P.G. 55, 461).
Kαί εἰς αὐτό τό σημεῖο μέ πολύ σαφήνεια ὁ ἅγιος ξεχωρίζει τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τήν οἱανδήποτε ἄλλη βοήθεια καί συμπαράστασι. Τά παραδείγματα πού ἀναφέρει, τῶν βαρβάρων καί πολεμικῶν λαῶν, δεικνύουν καθαρά ὅτι ἡ ἀληθινή πίστις μᾶς ἑνώνει μέ τόν πλέον βάρβαρο καί ἀπολίτιστο, ἐνῶ ἡ πλάνη καί ἡ αἵρεσις καί τόν πλέον οἰκεῖο τόν καθιστᾶ ἐκκλησιαστικά τόν μεγαλύτερο ξένο καί ἐχθρό. Καί ὅλα αὐτά βεβαίως, χωρίς νά περιμένωμε συνοδικές ἀποφάσεις, ἰσχύουν δι’ ὅλους.
Παρ’ ὅτι λοιπόν, ὅπως βλέπομε, ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος διδάσκει σαφῶς τήν ἀπομάκρυνσι ἀπό τούς αἱρετικά φρονοῦντας προεστῶτας, ἄν ἐξετάσωμε τήν στάσι του καί τήν διδασκαλία του κατά τήν περίοδο τῆς ἐξορίας του, θά διαπιστώσωμε ἀβίαστα ὅτι ὑπερέβη ὅλους τούς ἄλλους ἁγίους εἰς τό θέμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐπικοινωνίας μέ τόν Ἐπίσκοπο, διότι κατά τήν περίοδο τῆς ἐξορίας του ἐδίδασκε σαφῶς καί ἀπροκάλυπτα τήν ἐκκλησιαστική ἀποτείχισι ἀπό τούς Ἐπισκόπους ὄχι μόνο διά θέματα πίστεως, ἀλλά καί διά θέματα δικαιοσύνης.
Αὐτός δηλαδή, ὁ ὁποῖος ἔλεγε ὅτι τό σχίσμα δέν τό συγχωρεῖ οὔτε τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου, προέτρεπε, ἐνεθάρρυνε καί ἐγκωμίαζε ὅσους διέκοψαν τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τούς διαδόχους του Ἀρσάκιο καί Ἀττικό καί ὅσους ἐπικοινωνοῦσαν μετ’ αὐτῶν, καί μάλιστα ὑφιστάμενοι διωγμούς, κινδύνους καί μαρτύρια. Ὅλοι αὐτοί δέ «οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης» (ὄχι πίστεως), κληρικοί καί λαϊκοί παρέτειναν τό σχίσμα, διά τῆς ἀποτειχίσεως ἀπό τόν Πατριάρχη καί τούς κοινωνοῦντας μέ αὐτόν, μέχρι τῆς ἐπαναφορᾶς τῶν λειψάνων του ἀπό τά Κόμανα στήν Κων/πολι ἐπί Πατριάρχου Πρόκλου, δηλαδή διάστημα περισσότερο ἀπό τριάντα χρόνια. Θά ἀναφέρωμε λοιπόν κάποια κείμενα τοῦ ἁγίου ἀπό τήν ἐξορία διά νά γίνη κατανοητό τό θέμα καί θά τό τοποθετήσωμε ἐν συνεχείᾳ μέσα στήν Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας καί στά δικαιώματα τῶν Ὀρθοδόξων.
Κατ’ ἀρχάς θά ἀναφέρωμε ἕνα θαυμάσιο κείμενο ἀπό ἐπιστολή τοῦ ἁγίου πρός τόν ἐξόριστο Ἐπίσκοπο Κυριακό. Ὁ Κυριακός, μετά τήν ἐξορία τοῦ ἁγίου, δέν ἤθελε νά ἐπικοινωνήση ἐκκλησιαστικά μέ τόν διάδοχό του Ἀρσάκιο καί δι’ αὐτό ἐξορίσθη. Ὁ ἅγιος μέ ἐπιστολές του τόν παρηγορεῖ καί τόν ἐνισχύει διά νά ὑπομείνη τά δεινά τῆς ἐξορίας, ἐνῶ δέν ἀφήνει οὔτε ἴχνος ὑποψίας ὅτι ὁ Κυριακός δέν ἔπραξε σωστά, ἀπεναντίας δέ ἀναφέρει ὅτι ὅλα αὐτά πού ὑποφέρει θά γίνουν αἰτία νά ἀποκομίση πολύ μισθό ἀπό τόν Θεό.
Σέ μία λοιπόν ἀπό τίς ἐπιστολές πρός αὐτόν ἀναφέρει τά ἑξῆς:


«Ἤκουσα γὰρ κἀγὼ περὶ τοῦ λήρου ἐκείνου τοῦ Ἀρσακίου, ὃν ἐκάθισεν ἡ βασίλισσα ἐν τῷ θρόνῳ, ὅτι ἔθλιψε τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὰς παρθένους μὴ θέλοντας αὐτῷ κοινωνῆσαι. Πολλοὶ δὲ αὐτῶν δι' ἐμὲ καὶ ἐν φυλακῇ ἀπέθανον. Ὁ γὰρ προβατόσχημος ἐκεῖνος λύκος, ὁ σχῆμα μὲν ἔχων ἐπισκόπου, μοιχὸς δὲ ὑπάρχων –ὡς γὰρ ἡ γυνὴ μοιχαλὶς χρηματίζει ἡ ζῶντος τοῦ ἀνδρὸς ἑτέρῳ συναφθεῖσα οὕτω καὶ οὗτος μοιχός ἐστιν– οὐ σαρκός, ἀλλὰ πνεύματος· ζῶντος γὰρ ἐμοῦ ἥρπασέ μου τὸν θρόνον τῆς ἐκκλησίας» (ΕΠΕ 38, 240).
Ἐδῶ ὁ ἅγιος ...συντάσσεται μέ τούς ἀποτειχισμένους καί κατηγορεῖ τόν Ἀρσάκιο μέ βαριές ἐκφράσεις, λέγοντας ὅτι εἶναι μοιχός καί προβατόσχημος λύκος. Ἡ ἔκφρασις μάλιστα «πολλοί δέ αὐτῶν δι’ ἐμέ καί ἐν τῇ φυλακῇ ἀπέθανον» δηλώνει ἀπερίφραστα ὅτι δέν ὑπῆρχε θέμα πίστεως διά τήν ἀποτείχισι, ἀλλά θέμα δικαιοσύνης. Ἔχομε δηλαδή ἐφαρμογή τοῦ ΛΑ΄ (31ου) ἀποστολικοῦ Κανόνος. Τό ὅτι τά θέματα τῆς δικαιοσύνης εἶναι πολύ κατώτερα ἀπό τά θέματα τῆς πίστεως, μόλις εἶναι ἀνάγκη νά τό ἀναφέρωμε. Ἀπό αὐτό λοιπόν γίνεται ἀντιληπτό πόσο αὐστηρότερος θά ἦτο ὁ ἅγιος διά τά θέματα τῆς πίστεως.
Στούς φυλακισμένους ἐπίσης Ἐπισκόπους καί κληρικούς, οἱ ὁποῖοι ἦσαν ἀποτειχισμένοι ἀπό τόν Πατριάρχη, ἐξ αἰτίας τῆς ἐξορίας του, ὁ ἅγιος ἔγραφε:
«Μακάριοι τοῦ δεσμωτηρίου, καὶ τῆς ἁλύσεως, καὶ τῆς τῶν δεσμῶν ὑποθέσεως ὑμεῖς· μακάριοι καὶ τρισμακάριοι, καὶ πολλάκις τοῦτο, οἳ πᾶσαν ἀνηρτήσασθε τὴν οἰκουμένην τῷ περὶ ὑμᾶς φίλτρῳ, ἐραστὰς ὑμῶν καὶ τοὺς πόρρωθεν ὄντας πεποιήκατε. Πανταχοῦ γῆς καὶ θαλάττης ᾄδεται ὑμῶν τὰ κατορθώματα, ἡ ἀνδρεία, ἡ ἀπερίτρεπτος γνώμη, τὸ ἀδούλωτον φρόνημα. Οὐδὲν ὑμᾶς κατέπληξε τῶν δοκούντων εἶναι δεινῶν, οὐ δικαστήριον, οὐ δήμιος, οὐ βασάνων νιφάδες, οὐκ ἀπειλαὶ μυρίων γέμουσαι θανάτων, οὐ δικαστὴς πῦρ ἀπὸ τοῦ στόματος ἀφιείς.....Ἐγγέγραπται ὑμῶν τὰ ὀνόματα ἐν βίβλῳ ζωῆς, μετὰ τῶν ἁγίων κατηριθμήθητε μαρτύρων. ...Ὑμεῖς οἱ νόμοις πατέρων καὶ θεσμοῖς παραβαθεῖσι, καὶ ἱερωσύνῃ ἐπηρεαζομένῃ καὶ παρανομουμένῃ παραστάντες, καὶ τοσαῦτα παθόντες ὑπὲρ ἀληθείας, καὶ τοῦ λῦσαι συκοφαντίας ἀναισχύντους οὕτως, ἐννοήσατε ἡλίκην λήψεσθε τὴν ἀμοιβήν» (ΕΠΕ 38,48).
Ὁ ἅγιος λοιπόν ὅλους τούς ἀποτειχισμένους καί μή κοινωνοῦντας ἐκκλησιαστικῶς μετά τοῦ παρανόμου Πατριάρχου τούς συγκαταριθμοῦσε μετά τῶν μαρτύρων, ἐφ’ ὅσον ἔλεγε «ἐγγέγραπται τά ὀνόματα ὑμῶν ἐν βίβλῳ ζωῆς, μετά τῶν ἁγίων κατηριθμήθητε μαρτύρων».
Ἡ ἀποτείχισις κληρικῶν καί λαϊκῶν τήν περίοδο αὐτή τῆς ἐξορίας τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου δέν συνέβαινε μόνο στήν Κων/πολι ἀλλά καί στήν Ἀντιόχεια, τήν Καισάρεια καί σχεδόν σέ ὅλη τήν αὐτοκρατορία. Θά ἀναφέρωμε ἕνα χαρακτηριστικό τμῆμα ἀπό ἐπιστολή τοῦ ἁγίου πρός τήν ὁσία Ὀλυμπιάδα, τήν διακόνισσα, διά νά κατανοήσωμε τήν στάσι τῶν κληρικῶν ἔναντι τῶν Ἐπισκόπων των στήν Καισάρεια τῆς Καπαδοκίας:
«Ἐδήλωσε γάρ μοι ὁ κύριός μου Παιάνιος ὅτι οἱ πρεσβύτεροι αὐτοῦ τοῦ Φαρετρίου πάρεισιν αὐτόθι οἳ ἔφησαν ἡμῖν κοινωνεῖν καὶ μηδὲν κοινὸν ἔχειν πρὸς τοὺς ἐναντίους, μηδὲ συγγίνεσθαι αὐτοῖς, μηδὲ κοινωνῆσαι» (ΕΠΕ, 37,430).
Οἱ πρεσβύτεροι λοιπόν τοῦ Ἐπισκόπου Καισαρείας Φαρετρίου, διέκοψαν τήν ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία μέ τόν Φαρέτριον διά θέματα δικαιοσύνης, καί δέν ἤθελαν καμμία ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ ὅλους ὅσοι παρηνόμησαν ἤ συμφωνοῦσαν μέ αὐτούς, ἀλλά μόνο μέ τόν ἅγιο καί ὅσους συμφωνοῦσαν μέ αὐτόν.
Εἶναι πολλές οἱ ἐπιστολές σέ κληρικούς καί λαϊκούς, στίς ὁποῖες ὁ ἅγιος δηλώνει ἀπερίφραστα ὅτι συντάσσεται μέ τούς ἀποτειχισμένους, τούς ὁποίους ἐπαινεῖ καί ἐνθαρρύνει στόν ἀγῶνα των. Φυσικά ὁ ἅγιος δέν θεωροῦσε ὅτι οἱ ἀποτειχισμένοι ἔκαναν σχίσμα στήν Ἐκκλησία, ἀλλά ὅτι αὐτοί μέ τήν ἔνστασί των εὑρίσκοντο εἰς τήν Ἐκκλησία καί οἱ συμβιβασμένοι ἦσαν ἐκτός αὐτῆς. Διότι δέν θά ἠδύνατο διαφορετικά ὄχι νά ἐπαινέση αὐτήν τήν πρᾶξι τῆς ἀποτειχίσεως, ἀλλά οὔτε νά τήν θεωρήση νόμιμη.
Θά ἀναφέρωμε ἐν κατακλεῖδι καί ἕνα ὑπέροχο τμῆμα ἀπό ἐπιστολή πάλι τοῦ ἁγίου πρός τήν ὁσία Ὀλυμπιάδα, τό ὁποῖο δεικνύει τήν γνώμη τήν ὁποία εἶχε ὁ ἅγιος διά τούς Ἐπισκόπους τῆς ἐποχῆς του καί τό ὁποῖο βεβαίως ἔχει πολλά νά πῆ καί σέ μᾶς σήμερα:


«Οὐδένα γὰρ λοιπὸν δέδοικα
ὡς τοὺς ἐπισκόπους
πλὴν ὀλίγων» 

(ΕΠΕ 37, 440).

Ὁ ἅγιος δηλώνει ἐδῶ ὅτι δέν ἐφοβήθηκε τίποτε περισσότερο ἀπό τούς Ἐπισκόπους. Ἀναφέρει δέ ὅτι ὀλίγοι ἦσαν ἐκεῖνοι πού συμπεριφέροντο ἀναλόγως εἰς τό ἀξίωμά των. Εἶναι βεβαίως φυσικό ὁ ἅγιος νά ἔχη αὐτή τή γνώμη, καθ’ ὅσον ὅλα τά δεινά τά ὑπέστη ἀπό τούς Ἐπισκόπους, μέ πρῶτο τόν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Θεόφιλο. Αὐτό καί σήμερα θά πρέπει πολύ νά μᾶς προβληματίση ὡς πρός τούς λόγους πού ἡ Ἐκκλησία εὑρίσκεται εἰς αὐτήν τήν κατάστασι καί ἡ αἵρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ διαρκῶς προοδεύει.

(π. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ, Ἱερομονάχου, Ἡ διαχρονικὴ συμφωνία τῶν ἁγ. Πατέρων γιὰ τὸ ὑποχρεωτικὸ τοῦ ΙΕ΄ Κανόνος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου περὶ διακοπῆς μνημονεύσεως τοῦ Ἐπισκόπου).

(*) «Αἱρετικοὶ πρὸ συνοδικῆς κρίσεως»: Στὴν ἴδια κατηγορία ὑπάγονται σήμερα καὶ οἱ Οἰκουμενιστές, οἱ ὁποῖοι –δὲν ἔχουν κριθεῖ ἕως τώρα ἀπὸ Σύνοδο– ἀλλά, π.χ.:
α) καταλύουν τὸ 8ο, 9ο και 10ο ἄρθρο τοῦ Σύμβόλου περὶ Πίστεως «Μίαν Ἐκκλησίαν» καὶ «ἓν Βάπτισμα», ἀποδεχόμενοι πολλὲς Ἐκκλησίες καὶ πολλὰ βαπτίσματα (θεωρία τῶν κλάδων, βαπτισματική θεολογία, ευχαριστιακή εκκλησιολογία, θέση περὶ διηρημένης Ἐκκλησίας...).
β) βλασφημοῦν εἰς τὴν Ἁγία Τριάδα, χωρὶς νὰ ἄρουν τὶς δηλώσεις τους, παρὰ τὴν κριτικὴ ποὺ ἔγινε, ἀφοῦ
i) δηλώνουν ὅτι οἱ Ἅγιοί μας ἀπατήθηκαν ἀπὸ τὸν Διάβολο καὶ συνετέλεσαν στὸ σχίσμα μὲ τοὺς Παπικούς, δηλώνουν ὅτι ἔχουμε τὸν ἴδιο Θεὸ μὲ τοὺς Μουσουλμάνους καὶ ἐπιτρέπουν στὸν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, ποὺ διετύπωσε τὰ παραπάνω, νὰ εἶναι ἀκόμα Πατριάρχης, τὸν ὑποδέχονται δὲ (οἱ Ἐπίσκοποι) στὴν Ἑλλάδα μὲ τὴ φράση ποὺ ἁρμόζει στὸν Κύριο:«Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος»!
ii) δηλώνουν ἀμετανοήτως ὅτι τὸ filioque δὲν εἶναι αἵρεση καὶ ὑπεστήριξαν αὐτὴ τὴ κακόδοξη θέση χρησιμοποιώντας μιὰ ἄλλη βλάσφημη φράση (Καλαβρύτων Ἀμβρόσιος): δὲν ἤμουν ἐγὼ στὴν Ἁγία Τριάδα γιὰ νὰ δῶ ἀπὸ ποιόν γίνεται ἡ ἐκπόρευση τοῦς Ἁγίου Πνεύματος· μιὰ πραγματικὰ βέβηλη ἔκφραση, ποὺ ἴσως δηλώνει καὶ ἀπιστία, ἀφοῦ θέτει ὡς προϋπόθεση τῆς Πίστεως τὴν προσωπικὴ ἔρευνα τῆς Ἁγίας τριάδος, ὡσὰν νὰ μὴν ὑπάρχει ἡ σχετικὴ διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἐπὶ τοῦ θέματος!
γ) Συμπροσεύχονται ΟΧΙ τυχαίως ἢ παρεμπιπτόντως, ἀλλὰ σκοπίμως, πρὸς τὸν σκοπὸ τῆς ἐμπέδωσης τῆς αἱρετικῆς θέσεως ὅτι καὶ οἱ αἱρετικοὶ ἀποτελοῦν Ἐκκλησία.Ὅλα αὐτὰ ἡ Ἱεραρχία τὰ γνωρίζει, ἀλλ’ «ἀγρὸν ἠγόρασε

Οι διδασκαλίες των Αγίων που κάποιοι γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια! Ακόμα και μετά την Πανορθόδοξη!

Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης:

«Θα πρέπει να γνωρίζεις ότι μνημονεύαμε τότε που δεν είχε γίνει ακόμη Σύνοδος, ούτε είχε συνοδικώς εκφωνηθεί το αιρετικό δόγμα και ο αναθεματισμός των ορθοδόξως φρονούντων. Και, πριν υπάρξει αυτή η ξεκάθαρη ομολογία και αποδοχή της αιρέσεως από τους Επισκόπους, δεν ήταν ασφαλές να αποκοπούμε τελείως από τους παρανόμους, αλλά μόνον να αποφεύγουμε τη φανερή και δημόσια εκκλησιαστική επικοινωνία με αυτούς, να τους μνημονεύουμε δε κατ’ οικονομίαν μέχρι κάποιο χρονικό διάστημα.
Από την ώρα όμως που έγινε φανερή και ξεκάθαρη η αιρετική διδασκαλία, και μάλιστα κατοχυρώθηκε συνοδικώς, πρέπει και συ και όλοι οι Ορθόδοξοι να αποφύγετε με παρρησία κάθε εκκλησιαστική επικοινωνία με τους κακοδόξους και να μην μνημονεύετε κάποιον από αυτούς οι οποίοι συμμετείχαν στην Σύνοδο, ή είναι ομόφρονες με τις αποφάσεις της…

Επειδή ο ιερός Χρυσόστομος εχθρούς του Θεού δεν χαρακτήριζε μόνον τους αιρετικούς, αλλά και αυτούς οι οποίοι επικοινωνούν εκκλησιαστικά μαζί τους» (Επιστολή 39. Θεοφίλω ηγουμένω, Φατούρος, σελ. 113, στιχ. 51. PG 99, 1045D. ΕΠΕ, Φιλοκαλία, τομ. 18Β, σελ. 196).


π. Ἀναστάσιος Γκοτσόπουλος (σὲ συμφωνία μὲ τοὺς ἀντι-Οἰκουμενιστές): 
«Βέβαια, μέχρι τώρα ο “λαϊκός οικουμενισμός” δεν είχε την παραμικρή συνοδική και ως εκ τούτου εκκλησιαστική και εκκλησιολογική νομιμοποίηση.
(σ.σ.: Τὴν εἶχε, διότι ἔχουν γίνει ἑκατοντάδες Σύνοδοι, κηρυττομένου τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καὶ οἱ συνεδριάζοντες Ἐπίσκοποι δὲν τὸν κατεδίκαζαν, πρᾶγμα ποὺ ἐκκλησιαστικὰ εἶναι ταυτόσημο μὲ τὴν ἀποδοχή του. Ἀλλ΄ ἂς εἶναι).
Είναι προφανές ότι η περιφρόνηση της μέχρι σήμερα ομόφωνης και πάγιας πατερικής, κανονικής και εκκλησιαστικής παράδοσης δεν ήταν δυνατόν να θεμελιωθεί σε κανένα Δογματικό ή Συμβολικό κείμενο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, σε καμία συνοδική απόφαση. Όσοι, λοιπόν, ενεργούσαν αντίθετα σε αυτή την ορθόδοξη παράδοση ήσαν πάντοτε εκτεθειμένοι στην εκκλησιαστική συνείδηση των πιστών ως παραβάτες των ιερών κανόνων και επιλήσμονες των αρχιερατικών υποσχέσεών τους, είχαν μεν την κάλυψη της εξουσίας, αλλά δεν είχαν τη σκέπη της θεολογίας. Η έλλειψη αυτή τους εξέθετε και δεν τους επέτρεπε να προχωρήσουν όσο και όπως θα ήθελαν.
Δυστυχώς, όμως τώρα τα δεδομένα αλλάζουν!» (ἐδῶ). 
Κι ἀφοῦ ὅλα πιὰ ἄλλαξαν μετὰ τὴν "Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο", γιατί, πάτερ μου, ἐσὺ κι οἱ ὑπόλοιποι ἀντι-Οἰκουμενιστὲς "μὲ νύχια καὶ μὲ δόντια" προσπαθεῖτε νὰ βρεῖτε φόρμουλα, ὥστε νὰ δικαιολογήσετε τὴν παραμονή σαςσὲ κοινωνία μὲ τοὺς καὶ Συνοδικῶς πλέον Παναιρετικοὺς Οἰκουμενιστές; Τὸ νὰ ἐξηγήσετε τοὺς λόγους ποὺ δὲν σᾶς ἐπιτρέπουν προσωπικῶς νὰ Διακόψετε τὸ Μνημόσυνο τῶν αἱρετικῶν, εἶναι κατανοητό, ἀλλὰ τὸ νὰ ἀλλοιώνετε τὴνδιδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ νὰ καλύψετε τὴν ἀδυναμία σας αὐτή, ποιά ἐξήγηση ἔχει;
Καταλάβετέ το· δὲν σᾶς πιέζουμε νὰ ἀποτειχιστεῖτε! Αὐτὸ εἶναι δική σας εὐθύνη. Δὲν σᾶς ἐλέγχουμε γι' αὐτό, ποὺ εἶναι θέμα τῆς ἐλευθερίας σας. Ἐκεῖνο ποὺ λέμε εἶναι, πὼς διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Ἁγίων εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, καταδικασμένους ἢ μὴ καταδικασμένουςἀπὸ σύγχρονη Σύνοδο. Αὐτὸ δὲν μπορεῖτε νὰ τὸ παραβλέπετε καὶ νὰ διδάσκετε ἄλλα. Εἶστε, λοιπόν, ἐλεύθεροι νὰ μὴν τὸ ἐφαρμόζετε, ἀλλὰ δὲν εἶστε (ὡςὈρθόδοξοι Ποιμένες) ἐλεύθεροι νὰ μὴν διδάσκετε τὴν Διακοπὴ τῆς Μνημονεύσεως τῶν αἱρετικῶν, ποὺ εἶναι ἡ στάση καὶ ἡ διδασκαλία τῶν Ἁγίων στὸ συγκεκριμένο θέμα.

Αναρτήθηκε από Πατερική Παράδοση

Τίποτε περιττό δεν υπάρχει στις Άγιες Γραφές, ούτε προφέρεται τίποτε χωρίς λόγο



Αλλά δυστυχώς μερικοί είναι τόσο χονδροειδείς και βραδείς στη σκέψη ώστε νομίζουν ότι είναι περιττά όχι μόνον ονόματα, αλλά και ολόκληρα βιβλία όπως π.χ. το Λευιτικόν και ο Ιησούς του Ναυή και άλλα περισσότερα.
Κατ' αυτόν τον τρόπο πολλοί απ' αυτούς τους ανόητους απέρριψαν την Παλαιά Διαθήκη. Και, αφού πήραν κατήφορο ακολουθούντες την πονηρή αυτή συνήθεια, περιέκοψαν και πολλά τμήματα της Καινής Διαθήκης.

Αλλά με αυτούς δε θ' ασχοληθούμε για πολύ. Αυτοί μοιάζουν με μεθυσμένους, με τους οποίους δεν είναι εύκολη η συνεννόηση. Ούτε όσα φαίνονται μικρά στη Γραφή υπάρχουν τυχαίως χωρίς λόγο και σκοπό, διότι όλα αυτά είναι τύποι όσων επρόκειτο να συμβούν και γράφησαν προς νουθεσία μας.
Γι' αυτό και ο θείος Παύλος έγραφε προς τον Τιμόθεο «Πρόσεχε τη αναγνώσει, τη παρακλήσει» (Α' Τιμ. 4:13). δηλ. να καταγίνεται με επιμέλεια στην ανάγνωση των Αγίων Γραφών και με την παρηγοριά των θλιβομένων. Και με αυτά, τον προέτρεπε να μελετά με προσοχή τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης.
Ποιόν δε προέτρεπε; Τον Τιμόθεο, ο οποίος είναι γνωστόν, ότι είχε τόσο πνεύμα, ώστε να μπορεί να κάνει θαύματα... και να ανιστά ακόμη και νεκρούς (Εις την Προς Ρωμαίους ομιλία 31η IX, 821).

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Αν είμαστε αδιάφοροι, δεν μας ωφελούν οι προσευχές των άλλων



Ποια ανάγκη όμως υπάρχει να μιλώ για την αδελφή του Μωυσή, αφού ο ίδιος ο Μωυσής δεν μπόρεσε να προστατέψη τον εαυτό του, αλλ’ ύστερα από αμέτρητους κόπους και ταλαιπωρίες και αγώνες σαράντα ετών, εμποδίσθηκε να πατήση στη χώρα για την οποία του είχαν δοθή πάρα πολλές υποσχέσεις και διαβεβαιώσεις; Ποια ήταν η αιτία; Δεν θα ήταν ωφέλιμο να φθάση ο Μωυσής στη γη της επαγγελίας, αλλά θα ήταν επικίνδυνο και θα κατέστρεφε πολλούς από τους Ιουδαίους. Αφού λοιπόν λησμόνησαν το Θεό και στηρίχθηκαν απόλυτα στο Μωυσή και νόμιζαν ότι αυτός αποτελεί το παν γι’ αυτούς , απλά και μόνο επειδή έφυγαν μακριά από την Αίγυπτο , σε ποιο βαθμό θα έφθανε η ασέβειά τους, αν έβλεπαν ότι ο Μωυσής τους εγκαθιστά στη γη της επαγγελίας; Γι’ αυτό ακριβώς δε βρέθηκε πουθενά ούτε ο τάφος του.

Αλλά και ο Σαμουήλ δεν μπόρεσε να σώση τον Σαούλ από την Οργή του Θεού, έσωσε όμως πολλές φορές τους Ισραηλίτες. Και ο Ιερεμίας δεν μπόρεσε να σώση τους ιουδαίους . Και ο Ιερεμίας δεν μπόρεσε να σώση τους Ιουδαίους, προφύλαξε όμως κάποιον άλλον με την προφητεία του. Και ο Δανιήλ μπόρεσε να σώση από την οργή τους βαρβάρους, δεν μπόρεσε όμως να σώση τους Ιουδαίους από την αιχμαλωσία (Δαν.2). 
Και στα Ευαγγέλια συναντούμε περιπτώσεις που συμβαίνουν και τα δύο αυτά στο ίδιο πρόσωπο. Συναντούμε δηλαδή περιπτώσεις που το ίδιο πρόσωπο άλλοτε να σώζη τον εαυτό του και άλλοτε να το καταστρέφη. Ο χρεώστης, για παράδειγμα, των δέκα χιλιάδων ταλάντων κατώρθωσε να σώση τον εαυτό του με τις παρακλήσεις του, αλλά στο τέλος καταστράφηκε.

Κάποιος άλλος αντίθετα στην αρχή κατέστρεψε τον εαυτό του, αργότερα όμως μπόρεσε να τον βοηθήση πάρα πολύ. Και ποιός είναι αυτός; Εκείνος που έφαγε την πατρική του περιουσία.

Ώστε αν εμείς είμαστε αμελείς και αδιάφοροι, δεν θα μπορέσουν να μας σώσουν οι άλλοι. Αντίθετα, αν εμείς είμαστε ευσεβείς, θα σωθούμε με τις δικές μας δυνάμεις και μάλιστα με πολύ μεγαλύτερη ασφάλεια απ’ ό,τι με τις δυνάμεις των άλλων. Διότι ο Θεός προτιμά να μας προσφέρη την βοήθειά Του αμέσως και όχι μέσω άλλων, για να ελευθερωθούμε από την κακία και να γίνουμε καλλίτεροι, προσπαθώντας να καταπαύσουμε την οργή του Θεού. Έτσι βοήθησε την Χαναναία, έτσι έσωσε την πόρνη, έτσι τον ληστή˙ χωρίς να μεσολαβήση και χωρίς να τους υπερασπίση κανείς.

Αυτά τα λέγω όχι για να μην παρακαλούμε τους αγίους, αλλά για να μην είμαστε αδιάφοροι, να μην μείνουμε αδρανείς και ήσυχοι και να στηρίζουμε τις ελπίδες μας μόνο στους άλλους.

(Κατά Ματθαίον Ε΄, ΕΠΕ 9, 176-182. PG 57, 58-60)
Από το βιβλίο: «ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Χρυσοστομικός Άμβων
Ε΄
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Τα νεύρα της ψυχής»
Έκδοσις
Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους

Κοίτα και θα δεις το Χριστό


Κοίτα προς τα πίσω και θα δεις 
το Χριστό πεθαίνοντας για σένα.

Κοίτα προς τα άνω και θα δεις 
το Χριστό μεσιτεύοντας για σένα.

Κοίτα προς τα μέσα και θα δεις 
το Χριστό ζώντα μέσα σου.

Κοίτα μπροστά σου και θα δεις 
το Χριστό ερχόμενο για σένα.

Αυτός είναι 
ο Άρτος, 
η Οδός, 
η Αλήθεια 
και η Ζωή.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Ἡ ἀγάπη τῶν ἀνθρώπων καὶ τοῦ Χριστοῦ - Ἰωάννου Χρυσοστόμου

Ὅπου εἶναι συγκεντρωμένοι δυὸ ἤ τρεῖς στὸ ὄνομά μου, ἐκεῖ ἀνάμεσά τους εἶμαι καὶ ἐγώ», λέει ὁ Χριστός.
Τὶ λοιπόν, δὲν ὑπάρχουν δυὸ ἤ τρεῖς συγκεντρωμένοι στὸ ὄνομά του; Ὑπάρχουν βέβαια, ἀλλὰ πολὺ σπάνια.
Φυσικὰ δὲν ἐννοεῖ ἁπλῶς μιὰ συγκέντρωση ἀνθρώπων, οὔτε πάλι αὐτὸ μόνο ἐπιζητεῖ, ἀλλὰ ὅπως ἀνέφερα καὶ νωρίτερα, μαζὶ μὲ τὴν τυπικὴ σύναξη θέλει πολύ περισσότερο καὶ τὴν ἀρετὴ τῆς ἀγάπης.
Ἔπειτα καὶ αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ συγκέντρωση, ἀπαιτεῖ νὰ γίνεται μὲ κάθε προσοχή.
Γιατὶ αὐτὸ ποὺ λέει, σημαίνει τὸ ἑξῆς. Ἄν κάποιος θέτει ἐμένα σὰν προϋπόθεση τῆς φιλίας του πρὸς τὸν πλησίον του, θὰ βρίσκομαι μαζί του, ἄν καὶ αὐτὸς εἶναι ἐνάρετος καὶ πρὸς τίς ὑπόλοιπες ὑποχρεώσεις ποὺ ἔχει...

Σήμερα ὅμως βλέπουμε, ὅτι οἱ περισσότεροι ἔχουν ἄλλες αἰτίες, ὅταν γίνονται φίλοι.
Ὁ ἕνας ἄνθρωπος ἀγαπᾶ τὸν ἄλλο, γιατὶ γνωρίζει ὅτι τὸν ἀγαπᾶ καὶ ἐκεῖνος· ὁ ἄλλος, γιατὶ κάποτε τιμήθηκε, ἀπόκτησε τιμή· ὁ ἄλλος, γιατὶ κάποιος δικός του μεσολάβησε καὶ τὸν ἐξυπηρέτησε σὲ μιὰ κοσμικὴ ὑπόθεση· ὁ ἄλλος, πάλι γιὰ κάποια παρόμοια αἰτία.
Ἀλλά, γιὰ νὰ βροῦμε κάποιον νὰ ἀγαπᾶ ἕναν ἄλλο ἄνθρωπο ἀληθινὰ καὶ γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ, ὅπως πρέπει, αὐτὸ εἶναι πολύ δύσκολο.
Εἶναι πολύ δύσκολο, γιατὶ οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι πιάνουν φιλίες μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, σχεδὸν πάντοτε ἀπὸ κοσμικὲς ἀφορμὲς καὶ αἰτίες.
Ὁ Παῦλος ὅμως δὲν ἀγαποῦσε κοσμικά, ἀλλὰ θεϊκά, γιατὶ ἀγαποῦσε πρῶτα τὸ Χριστό· γι’ αὐτό, ἐνῶ δὲν τὸν ἀγαποῦσαν οἱ ἄλλοι ὅπως καὶ αὐτός, δὲν διέλυσε τὴν ἀγάπη του, γιατὶ ἡ ἀγάπη του εἶχε πολύ βαθύτερη ρίζα, θεϊκὴ αἰτία.
Σήμερα ὅμως δὲν συμβαίνει τὸ ἴδιο πράγμα· ἄν ἐξετάσουμε τὰ πράγματα, θὰ διαπιστώσουμε ὅτι τίς περισσότερες φορὲς οἱ ἄνθρωποι συνδέονται μεταξύ τους μὲ ἀφορμὴ τὴν κοσμικὴ φιλία καὶ ὄχι μὲ τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
Ἄν τώρα κάποιος μὲ βοηθοῦσε νὰ κάνω αὐτὸ τὸ πείραμα, νὰ ἐρευνήσω σὲ ἕνα μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων ἤ σὲ ἀνθρώπινες φιλίες, θὰ μποροῦσα νὰ ἀποδείξω μὲ βεβαιότητα τὸ ἑξῆς· σήμερα οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι εἶναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους μὲ ἀφορμὴ κάποια κοσμικὴ ὑπόθεση, γιατὶ ὠφελήθηκαν.
Αὐτὸ πάλι ἀποδεικνύεται ἀπὸ τίς αἰτίες πού δημιουργοῦν τὴν ἐχθρότητα, καὶ τὴν ψυχρότητα τῶν σχέσεων. Ἐπειδὴ εἶναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους ἀπὸ ἀσήμαντες άφορμές, γι’ αὐτὸ ἡ σύνδεσή τους αὐτὴ δὲν εἶναι οὔτε θερμή, οὔτε καὶ συνεχής.
Μόλις λοιπὸν παρουσιαστεῖ κάποια προσβολή, χρηματικὴ ζημία, φθόνος, ματαιόδοξος ἔρωτας καὶ κάθετί παρόμοιο, διακόπτουν ἀμέσως τὴν ἀγάπη, γιατὶ δὲν ἔχουν μέσα τους πνευματικὴ ρίζα.
Ἄν βέβαια στ’ ἀλήθεια ὑπῆρχε αὐτὴ ἡ πνευματικὴ ἀγάπη γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ, τότε κανένα ἀπὸ τὰ κοσμικὰ πράγματα, δὲν θὰ εἶχε τὴ δύναμη νὰ διαλύσει τὰ πνευματικά.
Ἡ ἀγάπη ποὺ ἔχει τὴ ρίζα της στὸ Χριστό, εἶναι ἀληθινή, σταθερή, ἀδιάσπαστη καὶ ἀνίκητη· τίποτε στὸν κόσμο δὲν μπορεῖ νὰ τὴν καταλύσει, οὔτε συκοφαντίες, οὔτε κίνδυνοι, οὔτε θάνατος. Ὅποιος ἀγαπᾶ μὲ τέτοιο τρόπο καὶ ἄν ἀκόμη πάθει ἀμέτρητα κακά, δὲν θὰ διαλύσει αὐτὴ τὴν σύνδεση, ἀφοῦ στηρίζεται σ’ αὐτὴ τὴ βασικὴ προϋπόθεση τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ.
Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ μόνο, ἐπειδὴ ἀγαπιέται μὲ κοσμικὸ συμφέρον, καὶ ἄν ἀκόμη τοῦ συμβεῖ κάτι δυσάρεστο, διαλύει τὴν ἀγάπη· ἐκεῖνος ὅμως πού εἶναι συνδεδεμένος ἐξαιτίας τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ποτὲ δὲν θὰ διακόψει τὴν σύνδεσή του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος ἔλεγε· «Ἡ ἀγάπη ποτὲ δὲν χάνει τὴν ἀξία της, ἀλλὰ περνᾶ καὶ στὴν αἰωνιότητα».
Ἐκεῖνα τὰ γεγονότα, ποὺ γίνονται αἰτία νὰ διαλυθεῖ ἡ ἀγάπη γιὰ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, αὐτὰ τὰ ἴδια γίνονται αἰτία γιὰ τοὺς χριστιανούς, νὰ στερεωθεῖ ἡ ἀγάπη περισσότερο.
Πραγματικὰ ὁ Χριστὸς ἔτσι ἀγάπησε τοὺς ἐχθρούς του, τοὺς ἀγνώμονες, τοὺς βλάσφημους, αὐτοὺς ποὺ τὸν μισοῦσαν, αὐτοὺς ποὺ δὲν ἤθελαν οὔτε νὰ τὸν δοῦν, αὐτοὺς ποὺ ἀντί γι’ αὐτὸν προτιμοῦσαν τὰ ξύλα καὶ τοὺς λίθους.
Ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἀγάπησε καὶ μάλιστα μὲ τὸν ὑψηλότερο τρόπο τῆς ἀγάπης, ὥστε νὰ μὴν εἶναι δυνατὸν νὰ βρεθεῖ ποτὲ ἄλλη ἀγάπη ἀνώτερη ἀπὸ αὐτήν. Γιατὶ λέει· «Κανένας δὲν ἔχει μεγαλύτερη ἀγάπη ἀπὸ αὐτήν, ποὺ προσφέρω ἐγώ, ὥστε νὰ θυσιάσει τὴν ψυχή του γιὰ τοὺς φίλους του».
Καὶ αὐτοὺς ἀκόμη ποὺ τὸν σταύρωσαν καὶ διέπραξαν τόσα παράλογα εἰς βάρος του, πρόσεχε πώς ἐξακολουθεῖ νὰ δείχνει τὴ φροντίδα του.
Ὅταν ἐπάνω στὸ σταυρὸ συνομιλοῦσε μὲ τὸν Πατέρα του γιὰ ὅλους αὐτούς, ἔλεγε· «Συγχώρεσέ τους, γιατὶ δὲν γνωρίζουν τὶ κάνουν».
Αὐτὴ τὴν ἀγάπη ἄς ἐπιδιώξουμε καὶ ἐμεῖς καὶ πρὸς αὐτὴν ἄς στρέψουμε τὰ βλέμματά μας. Ἄς γίνουμε μιμητὲς τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε καὶ τὰ ἐπίγεια καὶ τὰ οὐράνια ἀγαθά. Ἐλπίζουμε ὅλοι νὰ τὰ χαροῦμε μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Πηγή: Ι. Ν. ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΠΡΟ∆ΡΟΜΟΥ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΟΣ - ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ

Η προσευχή είναι το τείχος των πιστών, το όπλο μας το ακατανίκητο



«Και ο Κύριος έγινε καταφύγιο για τον φτωχό, βοηθός στην κατάλληλη στιγμή των θλίψεων» (Ψαλμ. 9, 10). 

Αυτός, λέγει ο Προφήτης Δαυίδ, με ασφάλισε, διότι τίποτε δεν είναι ίσο με αυτό το καταφύγιο, τόσο εύκολο και τόσο ασφαλές. Επειδή τα άλλα καταφύγια είναι δυνατόν να τα επιβουλευτούν και δεν μπορεί κανείς να τα βρει γρήγορα και έτοιμα, αλλά εμποδίζονται και από τον τόπο, και από τον χρόνο και από χιλιάδες άλλους παράγοντες, ενώ αυτήν πάντα την βρίσκεις κοντά σου, εάν μόνον την επιζητήσεις με σωστό τρόπο. Διότι «τότε θα φωνάξεις και ο Θεός θα σε ακούσει, και ενώ εσύ ακόμα μιλάς θα σου πει, να εγώ είμαι κοντά σου» (Ήσ. 58, 9). Και «εγώ ο Θεός που είμαι κοντά σου και όχι Θεός απόμακρος» (Ιερ. 23, 23)· δεν χρειάζεται λοιπόν να διανύσουμε απόσταση, ούτε να πάμε σε άλλους τόπους, αλλά μπορούμε αυτό το καταφύγιο να το βρούμε και στο σπίτι μας. 

Η προσευχή είναι το τείχος των πιστών, το όπλο μας το ακατανίκητο, η προσευχή είναι μέσον της καθάρσεως της ψυχής μας, η προσευχή είναι η απολύτρωση των αμαρτημάτων μας, η προσευχή είναι η προϋπόθεση κάθε καλού. Διότι η προσευχή δεν είναι τίποτε άλλο παρά διάλογος με το Θεό και συνομιλία με το Θεό. Ποιός λοιπόν θα μπορούσε να είναι πιο ευτυχισμένος από αυτόν που αξιώθηκε να ομιλεί συνεχώς στον Δεσπότη; 

Είναι μεγάλο όπλο η προσευχή, εάν γίνεται με κατάλληλη διάθεση. Είναι μεγάλο όπλο η προσευχή, μεγάλη ασφάλεια, μεγάλος θησαυρός, μεγάλο λιμάνι, περιοχή απαραβίαστη. Μεγάλο αγαθό η προσευχή. Διότι εάν κάποιος συζητώντας με κάποιον ενάρετο άνθρωπο, παίρνει όχι μικρή ωφέλεια απ’ αυτόν, εκείνος που αξιώθηκε να κάνει διάλογο με το Θεό, πόσα αγαθά δεν θα απολαύσει; Επειδή η προσευχή είναι διάλογος με το Θεό. 

Δεν υπάρχει τίποτε δυνατότερο ούτε ίσο με την προσευχή… Καμία σχέση δεν έχει με αυτή τη ζωή κατά την διάρκεια της προσευχής αυτός που προσεύχεται σωστά· ακόμη και αν βράζει μέσα του ο θυμός, εύκολα υποχωρεί, και αν ανάβει η επιθυμία, σβήνει, και αν τον λιώνει ο φθόνος, διώχνεται με πολλή ευκολία… 

Όπως ακριβώς όταν φανούν οι ακτίνες του ηλίου, φεύγουν όλα τα θηρία και κρύβονται στις φωλιές τους, έτσι και όταν η προσευχή βγει σαν ακτίνα από το στόμα και την γλώσσα μας, φωτίζεται ο νους, και όλα τα άλογα και άγρια πάθη φεύγουν δραπετεύοντας και κρύβονται στις φωλιές τους, μόνο όμως όταν προσευχόμαστε σωστά, με ψυχή άγρυπνη και νου προσεκτικό. 

Αυτός που μπορεί να προσεύχεται με αφοσίωση, έστω και αν είναι πολύ πτωχός, είναι όμως ο πλουσιότερος από όλους· όπως ακριβώς πάλι αυτός που έχει στερηθεί την προσευχή, έστω και αν κάθεται στον βασιλικό θρόνο, είναι πτωχότερος από όλους. 

Βασιλέας δεν ήταν ο Αχαάβ και είχε άφθονα πλούτη; Επειδή όμως στερείτο την προσευχή, έψαχνε να βρει τον Προφήτη Ηλία για να τον βοηθήσει, έναν άνθρωπο που δεν είχε σπίτι, ούτε ρούχα, παρά μόνο μια προβιά. Πώς γίνεται συ, με τόσες αποθήκες γεμάτες από αγαθά, να ζητείς αυτόν που δεν έχει τίποτε; Τί να τις κάνω τις αποθήκες, λέγει, αφού αυτός με την προσευχή του έκλεισε τον ουρανό και όλα όσα έχω μου τα αχρήστευσε; Βλέπεις ότι ο Ηλίας ήταν πλουσιότερος από τον βασιλέα; 

Και όσο αυτός σιωπούσε και δεν προσευχόταν να βρέξει, εκείνος με όλα του τα στρατεύματα βρισκόταν σε μεγάλη πτώχεια. Τί θαυμαστό πράγμα! Δεν είχε ενδύματα ο Ηλίας να φορέσει και έκλεισε τον ουρανό. Και γι’ αυτό τον έκλεισε, επειδή ήταν ρακένδυτος. Επειδή δεν είχε τίποτε, γι’ αυτό έγινε τόσο δυνατός· και μόλις κίνησε τα χείλη του σε προσευχή, έκανε να πέσουν με τη βροχή από τον ουρανό άφθονοι θησαυροί. Ω, στόμα που χωρά μέσα του πηγές υδάτων! Ω, γλώσσα από την οποία ξεχύνονται βροχές! Ω, φωνή από την οποία έρχονται αναρίθμητα αγαθά! 

Τίποτε δεν είναι πιο δυνατό από τον άνθρωπο που προσεύχεται γνήσια. Η προσευχή είναι φωτιά και μάλιστα όταν αναπέμπεται από προσεκτική και άγρυπνη ψυχή. Δεν είναι μικρός σύνδεσμος του ανθρώπου με το Θεό η προσευχή, αφού μας συνηθίζει να μιλούμε μαζί Του και μας οδηγεί στην φιλοσοφημένη ζωή. 

Εάν με το να ανακοινώσει κάποιος τις συμφορές του σε ανθρώπους και διηγηθεί τα βάσανά του αισθάνεται κάποια παρηγοριά, διότι ανακουφίζεται με όσα λέγει, πολύ περισσότερο θα ειρηνεύσεις και θα παρηγορηθείς αν ανακοινώσεις στον Κύριό σου με την προσευχή τα παθήματα της ψυχής σου. Και οι μεν άνθρωποι βαριούνται πολλές φορές αυτόν που θρηνεί και οδύρεται προς αυτούς και τον απομακρύνουν, ο Θεός όμως ποτέ δεν το κάνει αυτό, αλλά αντίθετα τον πλησιάζει και τον προσελκύει. Και όλη την ημέρα αν διηγείσαι τις συμφορές σου, περισσότερο σε αγαπά και σε ακούει. Ο Θεός συνηθίζει πάντοτε να ξεπερνά και να προλαβαίνει τα αιτήματά μας. 

Όπως μία πόλη ατείχιστη εύκολα καταλαμβάνεται από τους εχθρούς, επειδή δεν τους εμποδίζει κανείς, έτσι και μία ψυχή που δεν είναι περιφραγμένη με προσευχές και με δεήσεις εύκολα την υποτάσσει ο διάβολος και την κάνει δεκτική κάθε αμαρτίας και κακώσεως. 

Αν στερήσεις τον εαυτό σου από την προσευχή, είναι σαν να έβγαλες το ψάρι από τη θάλασσα– διότι όπως το ψάρι ζει με το νερό, έτσι και συ ζεις με την προσευχή· και όπως εκείνο πλέει, εύκολα επάνω στο νερό, και πηγαίνει όπου θέλει, έτσι και συ με την προσευχή θα περάσεις τους ουρανούς και θα πλησιάσεις το Θεό. 

Όπως το χρυσάφι και οι πολύτιμοι και ωραίοι λίθοι και τα μάρμαρα κοσμούν τα σπίτια των βασιλέων, έτσι και η προσευχή κοσμεί τον άνθρωπο και τον κάνει κατοικία του Χριστού. 

«Κάμπτω», λέει, «τα γόνατά μου προς τον Πατέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού… για να κατοικήσει το Χριστός με την πίστη στις καρδιές μας…» (Εφεσ. 3. 14, 17). Πώς και με τί μπορείς να εγκωμιάσεις την προσευχή, η οποία σε κάνει ναό και κατοικία του Θεού; Εκείνος τον οποίο δεν χωρούν οι ουρανοί, έρχεται και μπαίνει στη ψυχή εκείνου που ζει με προσευχές. 

Όμως πρέπει κι εμείς να ακούσουμε τα λόγια και τις παραγγελίες του Θεού και πάντοτε να προσπαθούμε να πολιτευόμαστε με ύμνους και προσευχές και περισσότερο να έχουμε το νου και το σώμα μας προσηλωμένα στη λατρεία και δοξολογία του Θεού παρά στις βιοτικές μέριμνες, διότι ζώντας έτσι θα ζούμε όπως πραγματικά πρέπει να ζουν οι άνθρωποι. Επειδή όποιος δεν προσεύχεται στο Θεό, ούτε επιθυμεί να συνομιλεί συχνά μαζί Του, αυτός είναι νεκρός και άψυχος και βρίσκεται μέσα στην αγνωσίαδιότι πρώτο σημάδι της αγνωσίας είναι το να μη γνωρίζει κάποιος το μεγαλείο της τιμής που του γίνεται, να μην αγαπά την προσευχή και να μην καταλαβαίνει πως όταν δεν προσεύχεται είναι νεκρός. Διότι όπως το σώμα μας χωρίς ψυχή είναι νεκρό και βγάζει δυσωδία, έτσι και η ψυχή που δεν προσεύχεται είναι νεκρή και άθλια και ακάθαρτη. 

Αυτό μας το διδάσκει και ο Προφήτης Δανιήλ, ο οποίος προτίμησε να πεθάνει παρά να στερηθεί τρεις ημέρες την προσευχή· επειδή ο βασιλέας των Βαβυλωνίων δεν τον πρόσταξε να ασεβήσει, αλλά μόνο για τρεις ημέρες να μην κάνει την προσευχή του. Αλλά ο Προφήτης δεν δέχθηκε να στερηθεί την προσευχή, γι’ αυτό και δεν στερήθηκε και την βοήθεια του Θεού. 

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Ο Θεός λυπάται όταν δεν Τον ενοχλούμε

Έχουμε μεγάλη δύναμι ως πλήρωμα της Εκκλησίας, αν προσευχώμαστε με οδύνη ψυχής και ταπεινή καρδιά. Δεν χρειάζεται να περάσουμε το πέλαγος, ούτε να κάνουμε μεγάλες αποδημίες∙ κάθε ένας και κάθε μία, και όταν συναντιώνται στην Εκκλησία και όταν μένουν μέσα στο σπίτι, ας παρακαλούμε με πολλή κατάνυξι το Θεό και οπωσδήποτε θα εισακουσθούν οι προσευχές μας.
Από πού είναι φανερό αυτό; 
Από το ότι επιθυμεί πολύ πάντοτε να καταφεύγουμε κοντά Του, και να Τον παρακαλούμε σε όλες τις περιπτώσεις και να μην κάνουμε τίποτε ή να λέμε τίποτε χωρίς Αυτόν. Διότι οι άνθρωποι, όταν τους ενοχλούμε συνέχεια για τις διάφορες υποθέσεις μας, μας συμπεριφέρονται εχθρικά∙ ο Θεός όμως κάνει το εντελώς αντίθετο∙ και όχι όταν Τον ενοχλούμε συνέχεια για τα προβλήματά μας, αλλά και όταν δε το κάνουμε αυτό, τότε προ πάντων αγανακτεί. Άκουσε λοιπόν γιατί κατηγορεί τους Ιουδαίους λέγοντας∙“Λάβατε απόφασι , αλλά χωρίς εμένα και κάνατε συνθήκες, αλλά χωρίς το πνεύμα μου” (Ης. 30,2 ). Διότι η συνήθεια αυτών που αγαπούν είναι η εξής∙ θέλουν να εκπληρώνουν όλα τα θελήματα εκείνων που αγαπούν και χωρίς αυτούς δεν θέλουν να κάνουν ή να πουν τίποτε. Γι’ αυτό και ο Θεός όχι μόνον εδώ αλλά και αλλού τα ίδια επαναλαμβάνει λέγοντας∙ “Έκαναν βασιλείς, αλλά όχι δια μέσω εμού∙ έκαναν άρχοντες και δε μου το γνώρισαν” ( Ωσηέ 8, 4 ) .

Από το βιβλίο: «ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Χρυσοστομικός Άμβων Ε΄
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Τα νεύρα της ψυχής»
Έκδοσις
Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους.